Ισχύουν τα στοιχειώδη, τουλάχιστον, δικονομικά δικαιώματα για τους κατηγορούμενους σε υποθέσεις «τρομοκρατίας» ή καταργούνται στο όνομα της «καταπολέμησης της τρομοκρατίας»; Με το ερώτημα αυτό βρέθηκε για μια ακόμη φορά αντιμέτωπο το τρομοδικείο του Κορυδαλλού στη σημερινή του συνεδρίαση. Η απάντηση στο ειδικό ζήτημα που τέθηκε θα δοθεί στην επόμενη συνεδρίαση (το δικαστήριο δεν μπόρεσε ή δε θέλησε ν’ απαντήσει σήμερα). Γενικά, όμως, η απάντηση έχει δοθεί και στη δίκη του ΕΑ και σε όλες τις ανάλογες δίκες. Ας δούμε τι έγινε στη σημερινή συνεδρίαση.
Μετά απ’ αυτά τα πολιτικά σχόλια, το δικαστήριο πέρασε στην ανάγνωση εγγράφων. Το πρώτο έγγραφο (μάλλον πακέτο εγγράφων) που αναγνώστηκε αφορούσε τις άρσεις του απόρρητου για τηλεκάρτες και καρτοκινητά. Η Αννυ Παπαρρούσου σχολίασε πως όλες οι διατάξεις για άρση απορρήτου δεν επικυρώνονται με βούλευμα του Συμβούλιου Εφετών, όπως απαιτεί ο νόμος. Ολες αυτές οι διατάξεις εκδόθηκαν μετά τις συλλήψεις, επομένως δεν υπήρχε το επείγον. Κι όμως, δεν τηρήθηκε η τυπική νομιμότητα της επικύρωσής τους από βουλεύματα. Απαντώντας σ’ αυτό το σχόλιο, ο εισαγγελέας είπε πως δεν είναι απολύτως σίγουρος, νομίζει όμως πως για τις διατάξεις που επικαλούνται θέματα εθνικής ασφάλειας δεν απαιτείται επικύρωση με βούλευμα. Και όμως απαιτείται, του ανταπάντησε η Αν. Παπαρρούσου, αναφέροντας τη σχετική διάταξη νόμου, χωρίς ο εισαγγελέας να αντιτείνει τίποτα.
Το δεύτερο «πακέτο» εγγράφων αφορά τις περιβόητες πραγματογνωμοσύνες DNA. που διεξήγαγε το εργαστήριο της Ασφάλειας. Οι συνήγοροι του Χρ. Κορτέση (Ι. Ραχιώτης και Π. Γιαννακοπούλου) και της Μαρ. Μπεραχά (Δ. Βαγιανού) υπέβαλαν ενστάσεις, ζητώντας να μην αναγνωστούν οι συγκεκριμένες πραγματογνωμοσύνες, γιατί είναι άκυρες. Οι συνήγοροι παρουσίασαν συγκεκριμένη επιχειρηματολογία, πλήρως εμπεριστατωμένη νομικά, διαμορφώνοντας μια ένσταση ουσίας, που έχει να κάνει με τη στέρηση στοιχειωδών δικαιωμάτων των κατηγορούμενων και όχι με τυπικά ζητήματα. Αυτές οι πραγματογνωμοσύνες δεν διατάχθηκαν στο πλαίσιο προανάκρισης ή κύριας ανάκρισης, αλλά έγιναν έξι μήνες μετά τις συλλήψεις από την Αντιτρομοκρατική, που ανέθεσε στον εαυτό της το ρόλο του υπερανακριτή, που δε δεσμεύεται από καμιά διάταξη νόμου. Οι κατηγορούμενοι ποτέ δεν ενημερώθηκαν ότι γίνονται πραγματογνωμοσύνες σε βάρος τους, με αποτέλεσμα να στερηθούν το δικαίωμα της εξαίρεσης κάποιου τεχνικού πραγματογνώμονα και, προπάντων, το δικαίωμα του ορισμού τεχνικού συμβούλου. Παραβιάστηκε έτσι το θεμελιώδες δικαίωμα της ισότητας των όπλων, που κατοχυρώνεται από το άρθρο 6 της ΕΣΔΑ (Ευρωπαϊκή Σύμβαση Δικαιωμάτων του Ανθρώπου).
Ο εισαγγελέας αρνήθηκε το διάλειμμα που του πρότεινε ο πρόεδρος για να προετοιμαστεί και να κοιτάξει και τα γραπτά κείμενα των ενστάσεων που κατέθεσαν οι υπερασπιστές και προχώρησε σε μια αρπακολλατζίδικη αγόρευση, η οποία –παρά το χαμηλότονο ύφος που πάντοτε έχει ο εισαγγελέας– ανέδειξε ως υπέρτατο νόμο το απεριόριστο δικαίωμα της Αστυνομίας να στήνει αυτές τις υποθέσεις. Ποια ήταν η νομική επιχειρηματολογία του εισαγγελέα; Καμία. Η νομολογία, είπε, έχει απαντήσει ότι δεν απαιτείται γνωστοποίηση, όταν η εξέταση γίνεται από ειδικό κρατικό ίδρυμα, που εν προκειμένω είναι το εργαστήριο της Ασφάλειας! Αλήθεια, η νομολογία δεν αλλάζει; Και τι γίνεται με την ΕΣΔΑ και τα δικαιώματα που αναγνωρίζει στον κατηγορούμενο; Μ’ αυτά απαξίωσε ν’ ασχοληθεί ο εισαγγελέας.
Κατά τον εισαγγελέα, ισχύει επίσης και μια άλλη γενική δικονομική διάταξη: ό,τι συντάχθηκε από αναρμόδιο όργανο, όπως εν προκειμένω από την αστυνομία που δεν διεξήγαγε ούτε προανάκριση ούτε ανάκριση, είναι έγκυρο. Μόνο που, όπως επεσήμαναν οι συνήγοροι στις δευτερολογίες τους, εδώ δεν υπάρχει αρμόδιο ή αναρμόδιο όργανο, διότι απλούστατα δεν υπάρχει καμιά παραγγελία για πραγματογνωμοσύνες. Υπάρχει μόνο η οίκοθεν πρωτοβουλία της Αντιτρομοκρατικής, η οποία συνέχισε να διεξάγει τη δική της παράλληλη προανάκριση, ενόσω βρισκόταν σε εξέλιξη η κύρια ανάκριση από ειδικό εφέτη ανακριτή! Δηλαδή, η Αντιτρομοκρατική λειτούργησε ως κράτος εν κράτει και οι δικαστικές αρχές μέχρι στιγμής αναγόρευσαν σε «θεούς» τα όργανά της. Ο,τι λένε αυτοί είναι θέσφατο κι ας παραβιάστηκαν βάναυσα τα στοιχειωδέστερα δικαιώματα των κατηγορούμενων, που ούτε τεχνικό σύμβουλο δεν είχαν τη δυνατότητα να διορίσουν. Κι ενώ ο εισαγγελέας είχε επιστρατεύσει ένα προχειροφτιαγμένο επιχείρημα (συνέχισε την έρευνα η Ασφάλεια, διότι αυτή είχε πάρει τα δείγματα DNA!), δε βρήκε τίποτα να πει όταν από τους συνηγόρους αποκαλύφθηκε ότι η Αντιτρομοκρατική έπαιρνε δείγματα DNA ένα μήνα μετά από το κλείσιμο της προανάκρισης και την τοποθέτηση εφέτη ειδικού ανακριτή! Εκείνο που απέδειξαν οι συνήγοροι είναι πως τα όργανα της αστυνομίας που αποφάσισαν μόνα τους και διεξήγαγαν τις πραγματογνωμοσύνες, όχι μόνο είναι αναρμόδια, αλλά δεν είναι και νόμιμα. Οι εκθέσεις τους δεν καλύπτουν ούτε καν το νομοτυπικό μέρος, δεν φέρουν τα τυπικά γνωρίσματα μιας νόμιμης πράξης.
Και βέβαια, το επιχείρημα ότι το εργαστήριο της Ασφάλειας είναι κρατικό ίδρυμα δεν αντέχει σε επί της ουσίας κριτική, αν αναλογιστούμε πως απλά μετέτρεψαν ένα δωμάτιο σε εργαστήριο και δεν έχουν καταφέρει καν να πάρουν πιστοποίηση κι απ’ αυτόν ακόμα τον αναξιόπιστο φορέα πιστοποίησης. Γιατί, άραγε, δεν απευθύνονται στο πανεπιστημιακό εργαστήριο που και πιστοποιημένο και αναγνωρισμένο είναι; Η απάντηση είναι απλή: για να μπορούν να κάνουν ό,τι θέλουν εν κρυπτώ και παραβύστω.
Ο Σπ. Φυτράκης, με την εμπειρία του, έβαλε τους δικαστές μπροστά στο πραγματικό δίλημμα, αποκωδικοποιώντας το. Θέλετε να κάνετε την κατασταλτική ερμηνεία αυτών των διατάξεων; Τότε θα την κάνετε και δε θ’ αναγνωρίσετε δικαιώματα στους κατηγορούμενους του «οργανωμένου εγκλήματος», θα τους αντιμετωπίσετε σαν ειδική κατηγορία κατηγορούμενων. Αυτό γίνεται μέχρι τώρα. Τα πάντα ερμηνεύονται συσταλτικά, σε βάρος των κατηγορούμενων. Τέτοια είναι όλ’ αυτά τα χαρτάκια που έχετε εκεί (εννοούσε τις πραγματογνωμοσύνες της Ασφάλειας). Εγώ, κατέληξε, δεν σας λέω να πάτε προς την επαναστατική προοπτική, αλλά να πάτε προς την ευρωπαϊκή προοπτική, για την οποία τόσο μας ζαλίζουν αυτές τις μέρες. Να πάτε προς την ΕΣΔΑ. Εχετε την ευκαιρία να κάνετε επιτέλους ένα άνοιγμα προς την προστασία των δικαιωμάτων των κατηγορούμενων.
Το ζήτημα είναι κατά βάση πολιτικό και όχι νομικό, σημείωσε ο Ν. Μαζιώτης, ο οποίος έκλεισε τη σχετική συζήτηση. Οι νόμοι δεν είναι ουδέτεροι, αλλά εκφράζουν πολιτικές κατευθύνσεις. Τι μας είπε ο εισαγγελέας; Δεν δώσατε DNA, άρα ισχύει ό,τι δώσει η Αστυνομία. Το ότι δεν δώσαμε DNA θεωρείται τεκμήριο ενοχής. Δε θέλω ν’ αφήσω κάτω την παραμικρή αντίφασή σας, κύριοι δικαστές, κατέληξε. Οι νόμοι εφαρμόζονται με πολιτικά κριτήρια και αυτό θα επιβεβαιώσετε και πάλι.
Μετά από ένα μεγάλο διάλειμμα, ο πρόεδρος ανακοίνωσε ότι το δικαστήριο θα επιφυλαχθεί ν’ αποφανθεί στην επόμενη συνεδρίαση, αφού μελετήσει όλα τα δεδομένα με μεγαλύτερη άνεση. Τι συνέβη; Υπήρξαν διαφωνίες ανάμεσα στους δικαστές ή απλά θέλουν να βρουν καλύτερη επιχειρηματολογία για την απόρριψη των ενστάσεων; Θα το μάθουμε τη Δευτέρα 25 Ιούνη, στις 9 το πρωί, που θα επαναληφθεί η δίκη.