Θα ακολουθήσετε το μοντέρνο κατασταλτικό μοντέλο ή θα επιλέξετε το παραδοσιακό μοντέλο του Ποινικού Δικαίου, με την επιστημονικότητα και την ιστορικότητά του; Αυτό το δίλημμα έθεσε στους δικαστές του Τριμελούς Εφετείου Κακουργημάτων ο Σπύρος Φυτράκης, αγορεύοντας ως υπερασπιστής του Νίκου Μαζιώτη και της Πόλας Ρούπα. Με μια μεστή αγόρευση, η οποία φαινόταν να εστιάζει σε νομικά ζητήματα, ήταν όμως βαθύτατα πολιτική, ο βετεράνος των μεγάλων πολιτικών δικών άφησε στην άκρη όλα τα επιμέρους νομικά ζητήματα (με τα οποία ασχολήθηκαν οι συνάδελφοί του) και εστίασε στον πυρήνα της δίκης, απογυμνώνοντας την υπόθεση από τα πλουμίδια που τη συνοδεύουν και στήνοντάς την γυμνή μπροστά στα μάτια όλων.
Το πρώτο που ξεκαθάρισε ο Σ. Φυτράκης ήταν ο πολιτικός χαρακτήρας της υπόθεσης. Αναφέρθηκε στις πολιτικές απόψεις των εντολέων του, όπως αυτές εκτέθηκαν και στο δικαστήριο, για να καταλήξει στο συμπέρασμα ότι αυτοί ανέπτυξαν σύνθετη πολιτική δράση σε όλα τα ζητήματα. Εχουν τις αναλύσεις τους για την οικονομία και την πολιτική, έχουν εμπεδωμένη πολιτική άποψη και ανέπτυξαν πολιτική δράση με όλα τα μέσα που αυτοί επέλεξαν για να πετύχουν τους στόχους τους. Το δικαστήριό σας, τόνισε ο συνήγορος, είναι αναρμόδιο να δικάσει μια τέτοια υπόθεση. Ιστορικά και σε διεθνές επίπεδο όταν δικάζονται πολιτικές υποθέσεις συμμετέχουν και πολίτες. Ομως, εδώ και μερικά χρόνια έχει επιλεγεί το μοντέλο της καταστολής, το οποίο πέρασε και στη χώρα μας, κατ’ απαίτηση όλων αυτών που εκτός των άλλων είναι υπεύθυνοι και για τη σημερινή κρίση. Μια κρίση την οποία πληρώνουν οι εργαζόμενοι και οι επαγγελματίες και όχι το μεγάλο κεφάλαιο, που έχει επιβάλει μια αυστηρή οικονομική δικτατορία, συμπιέζοντας βίαια το βιοτικό επίπεδο που είχε κατακτηθεί.
Οταν έχουμε αυτή την οικονομική δικτατορία και καταστολή, μου λέτε γιατί ο Μαζιώτης πήρε τα βουνά; Σας καλώ να πάτε στο παλιό μοντέλο, που είναι και επιστημονικό, συνέχισε ο συνήγορος. Ν’ αφήσετε και την ηθική αυτουργία και την απλή συνέργεια. Εκτός αν θέλετε να πάτε στο κατασταλτικό μοντέλο, που είναι και πιο προσοδοφόρο, γιατί βοηθάει καριέρες. Στη συνέχεια, εξήγησε αναλυτικότερα τι ακριβώς εννοεί με τις έννοιες παραδοσιακό μοντέλο και κατασταλτικό μοντέλο εφαρμογής του Ποινικού Δικαίου. Χαρακτήρισε νομοτεχνική ανοησία το «αντιτρομοκρατικό» άρθρο του Ποινικού Κώδικα (187Α), ιδιαίτερα στο σημείο που κάνει λόγο για «διευθυντές» μιας επαναστατικής οργάνωσης. Γιατί γίνεται αυτό; Για να υπάρξει μπόνους στην ποινή. Οταν κάποιοι αναλαμβάνουν την πολιτική ευθύνη για τη συμμετοχή τους σε μια οργάνωση, έρχεται το κατασταλτικό μοντέλο και διευρύνει τις κατηγορίες. Είσαι μέλος; Σε αναβαθμίζω σε διευθυντή και σου ρίχνω είκοσι χρόνια. Ακουσα εδώ (σ.σ. από τον εισαγγελέα) και μια πιο ευέλικτη άποψη: απλή συνέργεια. Είσαι μέλος; Σου τα βάζω όλα. Τι απαιτεί η απλή συνέργεια; Να έχει παρασχεθεί συγκεκριμένη βοήθεια στον αυτουργό. Δεν έχω τίποτα; Τότε διευρύνω τα όρια της ψυχικής συνέργειας και σε καταδικάζω.
Κάναμε μια πρόοδο με την υπόθεση του ΕΛΑ, που το δικαστήριο είπε και σε εκείνον που ανέλαβε την πολιτική ευθύνη «σε απαλλάσσω γιατί δεν έχω κανένα στοιχείο για τις επιμέρους πράξεις», αλλά ως φαίνεται πάμε να γυρίσουμε πίσω, συνέχισε ο Σ. Φυτράκης. Ποια ήταν η αντίληψη του παραδοσιακού Ποινικού Δικαίου; Δεν έχω αποδείξεις για τις πράξεις, δεν μου αρκούν ακόμη και αποτυπώματα που βρέθηκαν σε χώρους φύλαξης οπλισμού, δεν έχω ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, με περιγραφή πραγματικών περιστατικών, σε αθωώνω. Αυτή ήταν η παγιωμένη αρχή του Δικαίου. Το κατασταλτικό μοντέλο, όμως, τα κάνει όλα εξαιρετικά απλά: είσαι τρομοκράτης, είσαι μέλος, σου τα βάζω όλα.
Με ιδιαίτερα σκληρό τρόπο ο Σ. Φυτράκης στηλίτευσε την εξαίρεση της εσχάτης προδοσίας από τα λεγόμενα τρομοκρατικά αδικήματα, θυμίζοντας το όνειδος του «στιγμιαίου» με το οποίο ο Αρειος Πάγος απάλλαξε τους συνεργάτες της χούντας. Αν μια επαναστατική οργάνωση θέλει να ανατρέψει το σύστημα, χαρακτηρίζεται τρομοκρατική, είπε. Αν όμως μια ομάδα μέσα από το μηχανισμό, με τα όπλα του κράτους και τη βοήθεια του ΝΑΤΟ, κάνει πραξικόπημα, το αδίκημα είναι στιγμιαίο και οι αρεοπαγίτες και εισαγγελείς που έγιναν υπουργοί του πραξικοπήματος δεν διώκονται.
Αυτοί οι μοντέρνοι νόμοι, συνέχισε, στηρίζουν τον καταπιεστικό μηχανισμό και σας ζητούν να τους εφαρμόσετε στην πιο κατασταλτική μορφή τους. Να μην το κάνετε. Να εμμείνετε στο παραδοσιακό μοντέλο που αναζητά ρυθμίσεις ισορροπίας. Οταν ξεφύγουμε από το κλίμα της αντιτρομοκρατικής υστερίας, μπορούμε να κάνουμε ρυθμίσεις που να έχουν μια ισορροπία. Εφερε ως παράδειγμα την παλιά δίκη του Ν. Μαζιώτη, αφού πρώτα επεσήμανε ότι αυτά που έλεγε και έκανε τότε ο Μαζιώτης είναι εξαιρετικά επίκαιρα, καθώς και σήμερα ο λαός της Χαλκιδικής αντιστέκεται στην καταστροφή του τόπου του από τους χρυσοθήρες. Ηταν μια ζωηρή δίκη, είπε ο συνήγορος. Από τα αποσπάσματα των πρακτικών όμως φάνηκε πως ο χαρακτηρισμός «ζωηρή» χρησιμοποιήθηκε κατ’ ευφημισμόν. Μάρτυρες αποπέμφθηκαν από την αίθουσα, από τον Μαζιώτη αφαιρέθηκε ο λόγος κατά τη διάρκεια της απολογίας του κι όταν του ξαναδόθηκε αυτός επιτέθηκε κατά του προέδρου και τον συγκράτησε η φρουρά. Στο τέλος, όμως, τα 18 χρόνια που είχε καταδικαστεί πρωτόδικα ο Μαζιώτης έγιναν 6. Μάλιστα, του αναγνωρίστηκε το ελαφρυντικό ότι στην πράξη του ωθήθηκε από μη ταπεινά αίτια, σημείωσε με νόημα ο συνήγορος.
Συνοψίζοντας την τοποθέτησή του, αφού θύμισε ότι οι εντολείς του έχουν πει στο δικαστήριο πως δε θα εφαρμόσει το μοντέλο της ισορροπίας αλλά το κατασταλτικό μοντέλο, ο Σ. Φυτράκης επανήλθε τονίζοντας στους δικαστές πως για κάθε επιμέρους πράξη απαιτείται ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία και όχι αυθαίρετες κρίσεις. Αιτιολογία που απαιτεί πλειάδα αποδεικτικών μέσων για κάθε πράξη. Εκλεισε την αγόρευσή του διαβάζοντας ένα απόσπασμα από το κείμενο που έστειλε η Πόλα Ρούπα στη φάση των απολογιών, που λέει πως ο Επαναστατικός Αγώνας είναι μια οργάνωση που αγωνίζεται για το γκρέμισμα του καπιταλισμού και την οικοδόμηση μιας ελεύθερης κοινωνίας.
Με μια μακρά αγόρευση, στη διάρκεια της οποίας ανέλυσε όλα τα επίμαχα ζητήματα που αφορούν τον εντολέα της Κ. Γουρνά, η Μαρίνα Δαλιάνη«κατέλαβε» την υπόλοιπη συνεδρίαση. Εισαγωγικά αναφέρθηκε στην εκτίμηση που περιλαμβάνεται σε απόρρητα έγγραφα του FBI, που αποκαλύφθηκαν πρόσφατα, σύμφωνα με την οποία ο ΕΑ είναι οργάνωση που στοχεύει στην κοινωνική επανάσταση, επομένως είναι πολιτικός αντίπαλος του συστήματος. Το πολιτικό υπόβαθρο της δίκης είναι βαθύ, τόνισε, παρά ταύτα το δικαστήριο θα κρίνει ποινικά. Γι’ αυτό και έχει σημασία να τονιστεί εισαγωγικά πως η δίκη γίνεται με ένα ασαφές και αόριστο κατηγορητήριο, που υπονόμευσε εξαρχής τη θέση των κατηγορούμενων.
Η συνήγορος αναφέρθηκε στη συνέχεια στην ιστορία της «αντιτρομοκρατικής» νομοθεσίας στην Ελλάδα, η διαμόρφωση της οποίας βάδιζε παράλληλα με τις μεγάλες πολιτικές δίκες της 17Ν και του ΕΛΑ. Στην πρώτη δίκη του ΕΛΑ, η πλήρης ένδεια αποδεικτικών μέσων οδήγησε στην παραπομπή κάποιων ανθρώπων ως φυσικών αυτουργών όλων των ενεργειών της οργάνωσης, ενώ το βούλευμα δεν περιλάμβανε ούτε ένα πραγματικό περιστατικό, όπως ακριβώς και το βούλευμα αυτής της υπόθεσης. Επειδή δεν υπήρχε ούτε ένα αποδεικτικό μέσο, επιστρατεύθηκε η λογική της αντικειμενικής συλλογικής ευθύνης, ενάντια στην οποία εξεστράτευσαν μια σειρά θεωρητικοί του Δικαίου. Κι όμως, έρχεται σήμερα ο εισαγγελέας και επαναφέρει ακριβώς την ίδια λογική, προτείνοντας την καταδίκη των τριών μελών του ΕΑ για απλή συνέργεια σε όλες τις ενέργειες της οργάνωσης.
Η συνήγορος χαρακτήρισε απέλπιδα την προσπάθεια του εισαγγελέα να υπερασπιστεί τον «αντιτρομοκρατικό» νόμο, με το επιχείρημα πως όταν ο νομοθέτης τον ψήφιζε, οργανώσεις σαν τον ΕΑ είχε κατά νου. Ο νόμος, όμως, τόνισε η συνήγορος, δεν τυποποιεί στόχους, τυποποιεί πράξεις. Η αντικειμενική συλλογική ευθύνη, που επιβλήθηκε για λόγους πολιτικής σκοπιμότητας, δεν άντεξε για πολύ. Απορρίφθηκε από ένα δεύτερο πρωτόδικο δικαστήριο για τον ΕΛΑ και μετά ήρθε το Πενταμελές και την απέρριψε και σε δεύτερο βαθμό, τελεσίδικα. Επιστρέφει, όμως, ως φάντασμα σ’ αυτή τη δίκη, με την πρόταση του εισαγγελέα.
Στο επόμενο κεφάλαιο της αγόρευσής της η Μ. Δαλιάνη ασχολήθηκε αναλυτικά με τα νομικά ζητήματα που αφορούν τις διάφορες πράξεις του κατηγορητήριου, όπως η διεύρυνση της έννοιας των κοινωφελών εγκαταστάσεων, έτσι που να πέφτουν μεγαλύτερες ποινές, όπως η δημιουργία ενδεχόμενου δόλου σε εκρήξεις που υπήρξαν τραυματισμοί, χωρίς ευθύνη και παρά την προσπάθεια του δράστη κ.ά.
Για να περάσει αμέσως μετά στο τελευταίο κεφάλαιο της αγόρευσής της, στο ακανθώδες –όπως το χαρακτήρισε– ερώτημα για την ποινική ευθύνη του Κ. Γουρνά (και των άλλων δύο μελών του ΕΑ, βέβαια, αλλά η ίδια μιλούσε για τον Γουρνά) στις επιμέρους πράξεις. Μπορεί ο εισαγγελέας να είπε πως κανείς δεν διώκεται για ιδέες αλλά για πράξεις, μπορεί στην πρώτη κιόλας συνεδρίαση ο πρόεδρος να είχε δηλώσει πως οι κατηγορούμενοι δεν πρέπει να ανησυχούν, διότι σε ό,τι δεν αποδειχτεί θα κηρυχτούν αθώοι, όμως στην πρότασή του ο εισαγγελέας εγκατέλειψε την αντικειμενικότητα και κατέφυγε άνευρα σε υποθέσεις και αόριστους συλλογισμούς, χρησιμοποιώντας πληθώρα «μάλλον», «ίσως», «μπορεί» και υποθέσεων, με μοναδικό σκοπό να μη μείνουν ακέφαλες οι ενέργειες του ΕΑ. Ο εισαγγελέας χρησιμοποίησε την εις άτοπον απαγωγή, καταργώντας την εξατομικευμένη ευθύνη, που απαιτεί το Ποινικό Δίκαιο, και καταφεύγοντας στην αντικειμενική συλλογική ευθύνη.
Η συνήγορος αναφέρθηκε αναλυτικά στις παλινωδίες και της ίδιας της δίωξης. Οταν συνελήφθησαν κατηγορήθηκαν και οι επτά ως συναυτουργοί των ενεργειών. Η τακτική ανάκριση δεν απέδωσε τίποτα σε βάρος τους και το βούλευμα τους παρέπεμψε όλους για όλα. Ακόμα και για ενέργειες που από τη δικογραφία προέκυπτε ότι συμμετείχαν δύο άτομα. Η δικογραφία έχει πλούσιο υλικό (ειδικά πραγματογνωμοσύνες DNA), στην ανάκριση κατέθεσαν εκατοντάδες μάρτυρες, στη δίκη κλήθηκαν όσοι κρίθηκαν ως οι πιο σημαντικοί, και πάλι δεν προέκυψε τίποτα. Ακόμα και ο τμηματάρχης της Αντιτρομοκρατικής Κ. Παπαθανασάκης, όταν ρωτήθηκε από τον εισαγγελέα για τις ενέργειες, απάντησε «δεν γνωρίζω κάτι τέτοιο», θύμισε η Μ. Δαλιάνη. Κι ενώ και ο εισαγγελέας παραδέχτηκε ότι δεν προέκυψε τίποτα, αντί να προτείνει απαλλαγή, οδηγείται διά της εις άτοπον απαγωγής στην απλή συνέργεια. Φτιάχνει ένα αχρείαστο πολύπλοκο σύστημα συλλογισμών για ν’ απορρίψει την ηθική αυτουργία και με το ίδιο ακριβώς σύστημα οδηγείται στην απλή συνέργεια. Συλλογικοποιεί την ευθύνη και δημιουργεί έναν αντικειμενικό αιτιώδη σύνδεσμο ανάμεσα στην ιδιότητα του μέλους και τις ενέργειες της οργάνωσης, παρεκκλίνοντας από την αρχή της εξατομίκευσης της πράξης, που προβλέπει το ισχύον Ποινικό Δίκαιο.
Η συνήγορος απέδειξε ότι ο εισαγγελέας προσπαθεί να συμβιβάσει την παντελή έλλειψη στοιχείων με το ύψος της ποινής. Για να το αποδείξει αυτό παρέθεσε εμπεριστατωμένη νομική επιχειρηματολογία και για την υλική και για την ψυχική συνδρομή, σε συνδυασμό με όλα όσα επικαλέστηκε ο εισαγγελέας και με τα πραγματικά δεδομένα που προέκυψαν στη δίκη. Συμμετείχε ο Γουρνάς στη λήψη των αποφάσεων, λέει ο εισαγγελέας. Προέκυψε; Οχι. Εκφράστηκε με θέρμη υπέρ των ενεργειών της οργάνωσης, λέει ο εισαγγελέας. Σωστά, αλλά αυτό το έκανε εκ των υστέρων, στο δικαστήριο. Επομένως, ποινικοποιείται το φρόνημα. Από πού προκύπτει ότι έγραφε προκηρύξεις, όπως λέει ο εισαγγελέας; Από πουθενά. Παρείχε όπλα, εκρηκτικά και κατάλυμα στους άγνωστους δράστες, επειδή είχε κλειδί της γιάφκας, λέει ο εισαγγελέας. Και πού ξέρουμε ότι και οι άγνωστοι δράστες δεν είχαν επίσης κλειδί; Και πότε το έκανε αυτό; Επίσης δεν ξέρουμε. Ομως η απλή συνέργεια απαιτεί να ορίζεται και ο χρόνος. Για ποιες ενέργειες παρείχε όπλα, εκρηκτικά, κατάλυμα; Πάλι δεν ξέρουμε, ενώ η απλή συνέργεια απαιτεί να ξέρουμε για κάθε πράξη και όχι να χρησιμοποιούμε μια γενική αναγωγή. Αυτό γίνεται πιο προκλητικό αν αναλογιστούμε ότι τα διαμερίσματα είχαν νοικιαστεί μετά από αρκετές ενέργειες του ΕΑ.
Ετσι, δημιουργείται ένα τεκμήριο ενοχής, τόνισε η συνήγορος. Ενας οιονεί αιτιώδης σύνδεσμος μεταξύ ένταξης και πράξης. Η έλλειψη αποδείξεων χρεώνεται στον κατηγορούμενο ως τεκμήριο ενοχής και καταλήγουμε στο συμπέρασμα «αφού είσαι μέλος, κάτι θα έχεις κάνει». Οντως, κάτι θα έχει κάνει ως μέλος της οργάνωσης, τι όμως; Δεν μπορείς να τον υποχρεώσεις να σου πει τι έκανε ως μέλος της οργάνωσης. Κι όταν σου λέει «αποδείξτε το», ασκεί το αναφαίρετο δικαίωμα της σιωπής και αυτό δεν μπορεί να αναγορεύεται σε τεκμήριο ενοχής.
Καταλήγοντας, η Μ. Δαλιάνη σημείωσε πως δεν υπάρχει ούτε μία απόφαση ελληνικού δικαστηρίου που να χρησιμοποιεί αυτό το σχήμα. Υπήρχε μία, η πρώτη απόφαση για την υπόθεση του ΕΛΑ, η οποία διαγράφτηκε με δυο άλλες αποφάσεις, μία του Τριμελούς και την τελεσίδικη του Πενταμελούς. Είναι νομικά τερατώδες το σχήμα που σας πρότεινε να υιοθετήσετε ο εισαγγελέας, είπε απευθυνόμενη στους δικαστές. Ξέρω πως είναι ασφυκτική η πολιτική πίεση για καταστολή. Είναι τεράστια η ευθύνη και τη φέρετε εξ ολοκλήρου. Αν εφαρμόσετε αυτή τη λογική, θα είστε πάλι πρώτοι. Σας καλώ να πάρετε αποστάσεις από τις πολιτικές σκοπιμότητες.
Η δίκη θα συνεχιστεί τη Δευτέρα 11 Μάρτη, με την αγόρευση των συνηγόρων υπεράσπισης του Χριστόφορου Κορτέση.
πηγή: http://www.eksegersi.gr/article.php?article_id=18757&pos=4&cat_id=48