Επίσης, η υπεράσπιση Νικητόπουλου (Αν. Παπαρρούσου) κατέθεσε μια σειρά έγγραφα για την εργασία του καθώς και για τα σοβαρά προβλήματα υγείας που αντιμετώπιζε η μητέρα του, με την οποία συγκατοικεί, σε μια περίοδο που έχουν γίνει οι περισσότερες ενέργειες του Επαναστατικού Αγώνα.
Η υπεράσπιση Κορτέση (Ι. Ραχιώτης) κατέθεσε και ζήτησε να αναγνωστεί τεχνική έκθεση που υπογράφεται από τον καθηγητή Βιολογίας του Πανεπιστήμιου Πάτρας Χρ. Γεωργίου και δύο άλλες ειδικούς επιστήμονες σχετικά με τα περιβόητα «τεστ DNA». Η έκθεση αναφέρεται και στο γενικό θέμα (πώς πρέπει να γίνονται αυτά τα τεστ), αλλά και στο ειδικό θέμα των τεστ που έκανε το «εργαστήριο» της Ασφάλειας και αφορούν τον Κορτέση (εμμέσως του αποδίδεται ταύτιση σε δείγμα DNA που βρέθηκε σε μια μπαντάνα στο σπίτι του με δείγμα DNA που βρέθηκε σ’ ένα κινητό αντικείμενο στη γιάφκα της οδού Αιγίνης του ΕΑ). Οι τρεις επιστήμονες, με την εμπεριστατωμένη, αναλυτική και εκτεταμένη έκθεσή τους κάνουν σκόνη και τη μέθοδο που χρησιμοποιεί η Ασφάλεια και τα υποτιθέμενα ευρήματα σε βάρος του Κορτέση. Αποδεικνύουν ότι τα τεστ αυτά είναι απολύτως επισφαλή και ειδικά τα τεστ που γίνονται σε δείγματα αφής (δηλαδή, σε δείγματα που παίρνονται με μια μπατονέτα από την επιφάνεια διάφορων αντικειμένων). Αν ο Καθάριος, ο «χημικός» που ήρθε να καταθέσει εκ μέρους της Ασφάλειας, είχε στοιχειώδες επιστημονικό φιλότιμο, θα έπρεπε να παραιτηθεί την άλλη κιόλας μέρα απ’ αυτή τη δουλειά (αμ δε…). Δεν είναι τυχαίο, άλλωστε, ότι το «εργαστήριο» της Ασφάλειας δεν έχει καταφέρει, μολονότι λειτουργεί τόσα χρόνια, να πάρει πιστοποίηση από το κρατικό μαγαζί του ΕΚΕΠΙΣ, που μοιράζει τις πιστοποιήσεις σαν στραγάλια. Και μόνο αυτό, ότι δηλαδή δεν έχουν πάρει ακόμα πιστοποίηση, δείχνει την ποιότητα αυτού του «εργαστήριου».
Μολονότι έχουμε κρατήσει αναλυτικές σημειώσεις, ο χώρος δεν επιτρέπει να επεκταθούμε περισσότερα στα ειδικά θέματα που περιλαμβάνει η τεχνική έκθεση των τριών επιστημόνων. Μένουμε μόνο σε μια περιληπτική παρουσίαση των συμπερασμάτων του δεύτερου μέρους της έκθεσής τους, που αναφέρεται σε ό,τι αποδίδεται εμμέσως στον Κορτέση. Το «εργαστήριο» της Ασφάλειας μιλά για ταύτιση δύο δειγμάτων, κόντρα σε κάθε επιστημονικό δεδομένο. Για να ταυτοποιηθεί ένα δείγμα χρειάζονται τουλάχιστον 15 «τόποι» συν ένας «τόπος» που αφορά το φύλο. Στο ένα δείγμα, όμως, αναφέρονται μόνο 12 «τόποι», ενώ απουσιάζει ο «τόπος» του φύλου. Δηλαδή, δεν ξέρουν αν πρόκειται για άνδρα ή γυναίκα. Κι όμως, αυτοί μιλούν για άνδρα! Ολες οι εκθέσεις, επίσης, αφορούν DNA αφής, που είναι διεθνώς επιστημονικά παραδεκτό ότι είναι επισφαλές, διότι μπορεί να μην προέρχεται από ένα άτομο. Τέλος, όλες οι εκθέσεις πάσχουν, γιατί εξετάζουν μόνο το μήκος του DNA και όχι την ουσία του. Είναι χαρακτηριστικό ότι οι τρεις επιστήμονες ανέτρεξαν σε αμερικάνικη βάση δεδομένων DNA 700 ατόμων και βρήκαν ότι τα 19 από τα 700 δείγματα περιέχονται στην ίδια αναλογία με το DNA που αποδίδεται στον Κορτέση! Δηλαδή, στη θέση του Κοερτέση θα μπορούσαν να βρίσκονται αυτοί οι 19 Αμερικανοί, ενώ αν γίνει η στατιστική επεξεργασία ο αριθμός των «Κορτέσηδων» θα γίνει τεράστιος!
Παρεμφερή έκθεση, υπογεγραμμένη από μια βιολόγο και μια χημικό (δυστυχώς, δεν συγκρατήσαμε τα ονόματά τους, γιατί δεν ακούστηκαν καλά) κατέθεσε και η υπεράσπιση της Μαρίας Μπεραχά (Μ. Δαλιάνη). Και αυτή η έκθεση περιείχε γενικό θεωρητικό μέρος και ειδικό μέρος που αφορούσε το δείγμα που αποδίδεται στη Μ. Μπεραχά. Είναι χαρακτηριστικά δύο συμπεράσματα των επιστημόνων. Στο δείγμα που πάρθηκε από τη γιάφκα της Αιγίνης μπορούν να αποδοθούν γενετικά προφίλ που ξεπερνούν κατά 1.300 φορές τον πληθυσμό της γης! Επειδή, δε, στην Μπεραχά φτάνουν έμμεσα, μέσω κληρονομικής σχέσης με τον πατέρα της, την οποία υποτίθεται ότι ανακάλυψαν σε άλλα δείγματα DNA, οι δυο επιστήμονες κάνουν τους υπολογισμούς τους βάσει της αμερικάνικης βάσης δεδομένων των 700 δειγμάτων DNA και καταλήγουν στο συμπέρασμα ότι περίπου 400.000 Αμερικανοί παρουσιάζουν κληρονομική συμβατότητα με το άτομο που υποτίθεται ότι είναι η Μ. Μπεραχά! Για τέτοια «αξιοπιστία» μιλάμε!
Ακούγοντας την ανάγνωση αυτών των δύο σημαντικών εκθέσεων, σε μας ένα ερώτημα δημιουργήθηκε. Θα δεχτεί το συγκεκριμένο δικαστήριο ότι πράγματι τα συγκεκριμένα τεστ DNA, έτσι όπως τα διεξάγει το «εργαστήριο» της Ασφάλειας, είναι παντελώς αναξιόπιστα και δεν μπορούν να οδηγήσουν σε ταυτοποιήσεις ατόμων; Αμφιβάλλουμε (για να μην πούμε ότι είμαστε σίγουροι) αν το συγκεκριμένο δικαστήριο θα δεχτεί κάτι τέτοιο, γιατί θα πλήξει το κύρος της Ασφάλειας. Για τους επαγγελματίες δικαστές η υπεράσπιση της επιστημονικής αλήθειας είναι δευτερεύον ζήτημα μπροστά στην υπεράσπιση του κύρους της Αστυνομίας. Οπότε οδηγούμαστε σ’ ένα άλλο ερώτημα: θα πετάξουν τουλάχιστον στα σκουπίδια, χωρίς να τα πάρουν καθόλου υπόψη, τα συγκεκριμένα «τεστ DNA», επικαλούμενοι αν όχι τη γενική επισφάλεια, τουλάχιστον το γεγονός ότι καμιά σύγκριση δεν έγινε με σίγουρο δείγμα αναφοράς, διότι κανένας κατηγορούμενος δεν δέχτηκε για λόγους αρχής να δώσει δείγμα DNA; Ούτε γι’ αυτό είμαστε αισιόδοξοι, αλλά προτιμούμε να μην προτρέξουμε. Αν το δικαστήριο θέλει να διατηρήσει ένα φύλλο συκής, πρέπει τα «τεστ DNA» να μην τα λάβει υπόψη του. Να τηρήσει τουλάχιστον κάποια προσχήματα.
Ο καταιγιστικός και κατεδαφιστικός (για το «εργαστήριο» της Ασφάλειας) χαρακτήρας των δυο επιστημονικών εκθέσεων που διαβάστηκαν, καθώς και τα σχόλια που άρχισαν να κάνουν οι συνήγοροι, ενόχλησαν σφόδρα τον εισαγγελέα της έδρας Αντ. Λιόγα. Πριν καν ολοκληρώσουν όλοι οι συνήγοροι τα σχόλιά τους (μίλησε μόνο ο Γ. Ραχιώτης), ο εισαγγελέας πήρε το λόγο για να πει πως έχει να προτείνει και αυτός κάτι στη φάση αυτή, της κατάθεσης και ανάγνωσης εγγράφων. Ζήτησε ν’ ακουστούν τα τρία DVD με τις υποκλαπείσες τηλεφωνικές συνδιαλέξεις, που αποδίδονται γενικά στους κατηγορούμενους, χωρίς να κατονομάζονται. Διαβάσαμε τις απομαγνητοφωνήσεις, είπε ο εισαγγελέας, τώρα πρέπει ν’ ακούσουμε και τα ηχητικά, για να δούμε ποιοι είναι αυτοί που συνομιλούν σε κάθε τηλεφωνική συνδιάλεξη. Ο έμπειρος Σπ. Φυτράκης προσπάθησε να προστατεύσει τον εισαγγελέα, λέγοντάς του ήρεμα, ότι γι’ αυτό «πρέπει να γίνει πραγματογνωμοσύνη φωνής», αλλά αυτός δεν άκουγε τίποτα. Με ύφος πεισματάρικο παιδιού που λέει τα δικά του, χωρίς ν’ ακούει τα επιχειρήματα των άλλων, επέμενε ότι πρέπει ν’ ακουστούν τα DVD (δεσμεύτηκε μάλιστα να φέρει ο ίδιος ένα λάπτοπ για την ακρόαση!), γιατί προκύπτει ποιοι συνομιλούν! Εχω δικαίωμα και υποχρέωση να ζητήσω την ακρόαση, γιατί προκύπτει ποιοι συνομιλούν, επαναλάμβανε συνεχώς, χωρίς να εξηγεί τουλάχιστον το γιατί δεν ζήτησε να γίνει η ακρόαση όταν διαβάζονταν οι απομαγνητοφωνήσεις.
Ο εισαγγελέας αγνοεί στοιχειώδεις κανόνες της Φυσικής και ειδικά του Audio. Αν θέλει, μπορούμε να του βάλουμε ν’ ακούσει δυο φορές τα ίδια ηχητικά κι αυτά ν’ ακουστούν εντελώς διαφορετικά (αυτό εμπειρικά το ξέρει κάθε χειριστής ηχοσυστημάτων και δη ηχοσυστημάτων χαμηλής πιστότητας, όπως είναι τα λάπτοπ, με τα fullrange ηχειάκια της πλάκας). Αγνοεί, όμως, ο εισαγγελέας ακόμα και τα διδάγματα της κοινής πείρας. Πόσες φορές δεν μπορούμε ν’ αναγνωρίσουμε από το τηλέφωνο ακόμα και τη φωνή οικείων μας; Σκεφτείτε ότι εδώ έχουμε τηλεφωνικές συνδιαλέξεις που υποκλάπηκαν με τον «κοριό» της ΚΥΠ, στη συνέχεια μεταφέρθηκαν με συμπίεση σε άλλο μαγνητικό μέσο (DVD) και θα παιχτούν σε συμπιεσμένη μορφή από ένα ηχητικά άθλιο σύστημα αναπαραγωγής, όπως είναι ένα λάπτοπ. Και δεν έχεις ν’ ακούσεις τον Νταλάρα να τραγουδάει, που μπορείς να τον αναγνωρίσεις σε κάθε περίπτωση, έστω και με παραμόρφωση, αλλά ανθρώπους να συνομιλούν από το τηλέφωνο.
Οι συνήγοροι υπεράσπισης δεν μπορούσαν ν’ αφήσουν αναπάντητη την πρόκληση του εισαγγελέα. Δ. Βαγιανού, Μ. Δαλιάνη, Π. Ρουμελιώτης, Ι. Ραχιώτης, Σπ. Φυτράκης, Αν. Παπαρρούσου, παρά τον αιφνιδιασμό που επεχείρησε ο εισαγγελέας, υπήρξαν καίριοι και αναλυτικότατοι. Κατέδειξαν ότι αυτό που επιχειρεί ο εισαγγελέας είναι να δημιουργήσει εντυπώσεις σε βάρος των κατηγορούμενων. Διότι, αν ήθελε να αναζητήσει αποδείξεις, θα ζητούσε να γίνει ειδική πραγματοτογνωμοσύνη και όχι να ζητάει «ν’ ακούσουμε τραγούδια για ν’ αναγνωρίσουμε τους τραγουδιστές», όπως καυστικότατα και χωρίς να μετράει τα λόγια του είπε ο Σπ. Φυτράκης. Ο εισαγγελέας κάνει αυτή την πρόταση, επειδή δεν έχει αποδειχτεί τίποτα, σημείωσε ο Π. Ρουμελιώτης, ρωτώντας ευθέως τους δικαστές αν προτίθενται να μετατραπούν σε πραγματογνώμονες, αντικαθιστώντας άλλες υπηρεσίες. Μόνο πραγματογνωμοσύνη μπορείτε να ζητήσετε, κατέληξε, όμως αυτό προϋποθέτει δείγματα φωνής των κατηγορούμενων, οι οποίοι έχουν το δικαίωμα της σιωπής.
Ο Σπ. Φυτράκης το «χόντρυνε» ακόμα πιο πολύ: Ποιος τα κατέγραψε αυτά; Η ΚΥΠ. Ποιος έδωσε την άδεια; Ποιος κάνει ανάλυση και επιλογή των αποσπασμάτων; Αυτό γιατί δεν μας το λένε; Μας ζητάνε ν’ ακούσουμε τις κασέτες και να σκεφθείτε εσείς τίνος η φωνή μοιάζει. Αυτές είναι άκρως πρωτόγονες διαδικασίες. ‘Η θα τηρήσουμε μια δικονομική τάξη ή θα παίζουμε εδώ μέσα, λέγοντας «άκουσα τη φωνούλα σου όταν απολογούσουν, άκουσα και μια κασέτα πριν από ένα μήνα και μοιάζουν». Μόνο πραγματογνωμοσύνη μπορεί να γίνει. Τους έχετε καταγράψει τις φωνές, όπως έγινε στη 17Ν και στον Ρασίντ; Μπορεί ο πελάτης μου να μη θέλει τώρα να δώσει δείγμα. Τι θα κάνετε; Αν τα ‘χετε γραμμένα, που δεν είπατε ότι νομίμως καταγράφετε, να φωνάξετε τους ειδικούς. Αλλιώς θα παίζουμε. Τα αποδεικτικά δεδομένα πρέπει να ‘χουν μια συνέπεια επιστημονική. Τέτοια δυνατότητα τώρα δεν την έχετε. Τι να σας κάνω εγώ, ας τους γράφατε, ας τους έκαναν κανένα βασανισμό όταν τους είχαν κρατούμενους, να τους γράψουν τη φωνή. Σας έκαναν οι συνάδελφοί μου αιτήματα να φέρετε τις πραγματογνωμοσύνες για τα αποτυπώματα και τις απορρίψατε. Τώρα θα παίξουμε τις κασέτες; Θέλω επιστημονική προσέγγιση και δεν είστε σε θέση να την κάνετε, γιατί δεν τους καταγράψατε.
Υστατη σανίδα σωτηρίας για μια αποδεικτική διαδικασία που δεν απέδωσε τίποτα χαρακτήρισε την εισαγγελική πρόταση η Αν. Παπαρρούσου. Αυτό που προτείνει ο εισαγγελέας είναι ανοίκειο και ανάρμοστο για το δικαστήριο και το προτείνει γιατί το μόνο που υπάρχει είναι ένα συνονθύλευμα υπαινιγμών και όχι αποδείξεις. Ερχεται η Αστυνομία, σας κλείνει το μάτι και σας λέει «ακούστε και βγάλτε συμπεράσματα», κατέληξε. Η Δ. Βαγιανού επανήλθε για να σημειώσει ότι επιχειρείται μια δραματική στροφή στο Ποινικό Δίκαιο. Με τις λεγόμενες ειδικές ανακριτικές πράξεις σε περιπτώσεις «εγκληματικών οργανώσεων» εγκαταλείπεται η αρχή της ατομικής συμπεριφοράς σε σχέση με τις αξιόποινες πράξεις και εφαρμόζεται η αρχή της συλλογικής ευθύνης. Με την πρόταση ν’ ακούσετε τις συνομιλίες επιδιώκεται η δημιουργία ενός συνόλου ενιαίου αυτουργού.
Τελικά, μετά από ένα μεγάλο διάλειμμα, ο πρόεδρος ανακοίνωσε ότι το δικαστήριο απορρίπτει το αίτημα του εισαγγελέα, διότι η διάγνωση αν στις συνομιλίες περιλαμβάνονται κάποιοι από τους κατηγορούμενους προϋποθέτει σύγκριση που μόνο από πραγματογνώμονες μπορεί να γίνει. Στο σημείο αυτό ρώτησε αν οι κατηγορούμενοι θα δέχονταν να δώσουν δείγμα φωνής, συνήγοροι και κατηγορούμενοι απάντησαν όχι, για λόγους αρχής και, επικαλούμενος αυτή την απάντηση, ο πρόεδρος συμπλήρωσε την απόφαση: Με δεδομένη την αρνητική θέση των κατηγορούμενων, η πραγματογνωμοσύνη καθίσταται χωρίς αντικείμενο.
Η δίκη διακόπηκε για την Παρασκευή 27 Ιούλη, που θα είναι η τελευταία συνεδρίαση, διότι θ’ ακολουθήσει η διακοπή του Αυγούστου, την οποία ζήτησε σύσσωμη η υπεράσπιση και αποδέχτηκε το δικαστήριο.