Τοποθέτηση του Ν. Μαζιώτη σε σχέση με την κατάθεση μάρτυρα υπεράσπισης στις 23 Οκτώβρη

ΤΟΠΟΘΕΤΗΣΗ ΤΟΥ ΝΙΚΟΥ ΜΑΖΙΩΤΗ ΣΕ ΣΧΕΣΗ ΜΕ ΤΗΝ ΚΑΤΑΘΕΣΗ ΜΑΡΤΥΡΑ ΥΠΕΡΑΣΠΙΣΗΣ ΣΤΙΣ 23 ΟΚΤΩΒΡΙΟΥ 2012 ΣΤΗΝ ΔΙΚΗ ΤΟΥ ΕΠΑΝΑΣΤΑΤΙΚΟΥ ΑΓΩΝΑ

Από την αρχή της σύλληψης μας το 2010 και καθ’ όλη την διάρκεια της προφυλάκισης μας όπως και κατά την διάρκεια της διαδικασίας της δίκης, πάγια θέση μας ήταν και είναι ότι δεν θα πρέπει να υπάρχουν διαχωρισμοί στην αλληλεγγύη μεταξύ των κατηγορουμένων είτε έχουν αναλάβει την πολιτική ευθύνη της συμμετοχής σε ένοπλη οργάνωση όπως εμείς είτε δεν έχουν σχέση με τις κατηγορίες όπως οι υπόλοιποι συγκατηγορούμενοι μας.

Από την αρχή όμως διαπιστώσαμε ότι διαχωρισμοί υπήρξαν με την ανοχή και την συναίνεση κάποιων από τους αθώους συγκατηγορούμενους μας γιατί αυτό προφανώς τους συνέφερε αφού αυτό που προωθούσαν αυτοί οι διαχωρισμοί ήταν η πολιτική διαστρέβλωση της υπόθεσης και η πολιτική μας απομόνωση για να προωθηθεί η απαλλαγή τους από τις κατηγορίες. Με λίγα λόγια, ο διαχωρισμός ενόχων και αθώων. Αυτοί οι διαχωρισμοί βασιστήκανε σε ψευδή διπολικά σχήματα του τύπου, «οι αναρχικοί που κατηγορούνται με κατασκευασμένα στοιχεία λόγω της πολιτικής τους ταυτότητας» από την μία και από την άλλη τα μέλη του Επαναστατικού Αγώνα σαν να μην είμαστε εμείς τα μέλη του Επαναστατικού Αγώνα αναρχικοί. Ένα άλλο διπολικό σχήμα ήταν το, «μαζικός αγώνας ή μαζικό κίνημα ή πολύμορφο κίνημα ή πολύμορφος αγώνας» από την μία και ένοπλος αγώνας από την άλλη. Ένα σαφές όσο και τρανταχτό δείγμα αυτού του διαχωρισμού αντιμετωπίσαμε όταν διοργανώθηκε πορεία στην Δάφνη ένα χρόνο μετά την ένοπλη συμπλοκή όπου σκοτώθηκε ο σύντροφος Λάμπρος Φούντας σε προπαρασκευαστική επιχείρηση της οργάνωσης, όπου αρκετοί, είτε θέλανε να αποσιωπήσουνε το γεγονός ότι ο Λάμπρος Φούντας σκοτώθηκε σε ένοπλη προπαρασκευαστική ενέργεια του Επαναστατικού Αγώνα, είτε να υποβαθμίσουνε το γεγονός και την σημασία του ότι ο Λάμπρος Φούντας σκοτώθηκε σε μια ενέργεια μέσα σε συγκεκριμένο πολιτικό πλαίσιο, στα πλαίσια της στρατηγικής μιας ένοπλης οργάνωσης της οποίας ήταν μέλος. Και όλη αυτή η εσκεμμένη πολιτική υποβάθμιση στηριζόταν στο ρητορικό- νεφελώδες όπως εκφραζόταν σχήμα- που πολλοί από τον «χώρο» ονομάζουν «πολύμορφος αγώνας» και κατά το οποίο όλα τα μέσα είναι ίδια-ενίοτε χρησιμοποιούνται από πολλούς- και έχουν την ίδια βαρύτητα, είτε αυτά είναι πέτρες και μολότωφ στις συγκρούσεις με τους μπάτσους, είτε εμπρηστικές επιθέσεις με γκαζάκια, είτε βόμβες, είτε καλάσνικωφ, είτε RPG!!!

Ο ορισμός του «πολύμορφου» αγώνα που συμπεριλαμβάνει τα πάντα, από τις διαδηλώσεις μέχρι και τον ένοπλο αγώνα ήταν βασικό επιχείρημα τουλάχιστον κάποιων από τους αθώους συγκατηγορούμενους μας που αρνούνται τις κατηγορίες. Όμως τώρα που άρχισε η παρέλαση των πολιτικών μαρτύρων υπεράσπισης του πρώτου συγκατηγορούμενου που αρνείται τις κατηγορίες, εμφανίστηκε πολιτικός μάρτυρας υπεράσπισης συγκατηγορούμενου μας όπου ο βασικός ισχυρισμός ήταν ότι δεν μπορεί ο συγκεκριμένος κατηγορούμενος να είναι μέλος ένοπλης οργάνωσης, ότι δεν θα μπορούσε να συμμετέχει γιατί συμμετείχε στο μαζικό «κίνημα» και στις «κινηματικές» διαδικασίες και ήταν εκτεθειμένος στις διωκτικές αρχές και έτσι για λόγους ασφαλείας δεν θα μπορούσε να είναι και μέλος ένοπλης οργάνωσης. Το παραλήρημα αυτό συνοδευόταν και από μια προσπάθεια αυθαίρετης ιστορικής επιχειρηματολογίας ότι η εμπειρία του ευρωπαϊκού αντάρτικου πόλης έχει «δείξει» ότι για να είναι κάποιος-α μέλος ένοπλης οργάνωσης, ή πρέπει να είναι στην παρανομία ή να έχει αποσυρθεί από τις «κινηματικές» διαδικασίες! Το πώς αποδεικνύεται αυτό όταν ο Λάμπρος Φούντας ο οποίος ήταν μέλος του Επαναστατικού Αγώνα κάθε άλλο παρά «αποσυρμένος» ήταν από τις «κινηματικές» διαδικασίες και τον «χώρο», είναι κάτι που οφείλει να εξηγηθεί από την συγκεκριμένη μάρτυρα. Όμως ένας τέτοιος ισχυρισμός είναι μια ακόμα προσπάθεια κάποιων να διαπράξουν τυμβωρυχία στο πτώμα ενός επαναστάτη όπως ο Λάμπρος Φούντας ο οποίος έπεσε με το όπλο στο χέρι για την επανάσταση ως μέλος ένοπλης οργάνωσης και δεν έπεσε στις «κινηματικές διαδικασίες» τους.

Όσον αφορά την εμπειρία του ευρωπαϊκού αντάρτικου εκεί φαίνεται η ασχετοσύνη ή η σκόπιμη διαστρέβλωση της ιστορίας της συγκεκριμένης μάρτυρος. Το πώς έδρασαν οι οργανώσεις αντάρτικου πόλης διέφερε από χώρα σε χώρα και υπήρχαν και διαφορές και ανάμεσα σε οργανώσεις που δρούσαν στην ίδια εθνική επικράτεια. Δεν ίσχυαν για όλους τα ίδια. Για παράδειγμα, στην Γερμανία, οι Επαναστατικοί Πυρήνες διαφωνούσαν με το πέρασμα στην παρανομία όπως έκαναν οι σύντροφοι της RAF. Οι Επαναστατικοί Πυρήνες όπως και η ένοπλη γυναικεία οργάνωση ROTE ZORA επέλεξαν και έδρασαν σε καθεστώς νομιμότητας και δεν βρίσκονταν στην παρανομία όπως οι σύντροφοι της RAF. Το πέρασμα στην παρανομία εξαρτάται κυρίως από την θέση του κάθε συντρόφου-ισσας, αν θεωρείται ύποπτος και παρακολουθείται. Το πέρασμα στην παρανομία δεν ήταν ποτέ πάγια θέση για όλους όσους συμμετείχαν στο ευρωπαϊκό αντάρτικο πόλης και ίσχυε κατά περίπτωση και ανάλογα με τις συνθήκες που επικρατούσαν. Στην Ιταλία, οι Ερυθρές Ταξιαρχίες την δεκαετία του ’70, παρ’ όλο που πολλοί βρίσκονταν στην παρανομία, μόνο «αποσυρμένοι» δεν ήταν από τους εργατικούς αγώνες. Είχαν σχέση και σύνδεση με τα εργοστάσια και ειδικά με τις αυτοκινητοβιομηχανίες και ακριβώς γιατί είχαν σχέση και σύνδεση με το εργατικό κίνημα μπορούσαν και να κάνουν στρατολογήσεις μέσα από την μάζα των εργατών. Εδώ αποδεικνύεται ότι ακόμη και η παρανομία δεν είναι εμπόδιο για την σύνδεση με τους μαζικούς αγώνες και το εργατικό κίνημα. Μάλιστα όταν έγινε το σχίσμα στις Ερυθρές Ταξιαρχίες στα τέλη της δεκαετίας του ’70 και κάποιοι αποσχίστηκαν όπως η φάλαγγα του Μιλάνου, η Walter Alazia, η αιτία ήταν ότι θεωρούσαν ότι η οργάνωση απομακρύνθηκε από τις εργατικές ρίζες της, από τα εργοστάσια. Οι Τουπαμάρος, ένα από τα πρώτα αντάρτικα πόλης, μόνο αποκομμένοι δεν ήταν από τους συνδικαλιστικούς και εργατικούς αγώνες στην χώρα τους. Αλλά και στην Ελλάδα αποδείχτηκε ότι εκτός μιας περίπτωσης κανείς από όσους κατηγορήθηκαν για συμμετοχή σε ένοπλες οργανώσεις δεν βρισκόταν σε καθεστώς παρανομίας, όλοι βρίσκονταν σε καθεστώς νομιμότητας αλλά υπήρχαν και περιπτώσεις συντρόφων που ήταν μέλη ένοπλων οργανώσεων οι οποίοι δραστηριοποιούνταν και σε άλλο επίπεδο, όπως του Χρήστου Τσιγαρίδα μέλος του ΕΛΑ που συμμετείχε στην έκδοση της Αντιπληροφόρησης, μια πιο «κινηματική» κατά την άποψη της μάρτυρος δραστηριότητα φαντάζομαι. Στην Ελλάδα στην μεταπολίτευση ήμουν ο πρώτος αγωνιστής- και αναρχικός- ο οποίος πήρε την πολιτική και την ποινική ευθύνη για ενέργεια αντάρτικου με την βομβιστική απόπειρα στο υπουργείο Βιομηχανίας και Ανάπτυξης το 1997 και για κατοχή όπλων και εκρηκτικών και τότε, ούτε ύποπτος ήμουν και στοχοποιημένος από τις διωκτικές αρχές, ούτε στην παρανομία ήμουν, ούτε πολύ περισσότερο «αποσυρμένος» από τον α/α χώρο δεν ήμουν. Αντιθέτως την περίοδο εκείνη της βομβιστικής απόπειρας έκανα ταυτόχρονα και άλλες δραστηριότητες πιο «κινηματικές», όπως συμμετοχή σε συνελεύσεις, σε αφισοκολλήσεις, σε κινήσεις αλληλεγγύης όπως αυτή για την υπόθεση των χωριών του Στρυμονικού ενάντια στην TVX GOLD όπου μέσα στα ίδια πλαίσια αλληλεγγύης έκανα και την βομβιστική απόπειρα στο υπουργείο Βιομηχανίας και Ανάπτυξης. Αν υπάρχουν αναρχικοί στην Ελλάδα που έκαναν πράξη αυτό που πολλοί υποκριτικά ονομάζουν «πολύμορφος αγώνας», αγώνας με όλα τα μέσα, ένας από αυτούς ήμουν εγώ. Και εδώ αποδεικνύεται ότι η υποκρισία περισσεύει. Δεν χρειάζεται καν να ανατρέξω σε πολλά ιστορικά παραδείγματα του αναρχικού κινήματος από τότε που εμφανίστηκε για να αποδείξω ότι οι αναρχικοί ήταν ανέκαθεν θιασώτες του ένοπλου αγώνα και του αντάρτικου και την σύνδεση του ένοπλου αγώνα με τους εργατικούς αγώνες, όπως για παράδειγμα έγινε με τον αναρχοσυνδικαλισμό. Στην Ισπανία ανάμεσα στα 1919-1921 η ένοπλη αναρχική ομάδα Los Solidarios ανάμεσα στα μέλη των οποίων ήταν ο Ντουρούτι, ο Ασκάσο και άλλοι γνωστοί εργάτες και αναρχοσυνδικαλιστές, μέλη συνδικάτων και της CNT και έμπειρων στους εργατικούς και συνδικαλιστικούς αγώνες, προέβησαν σε δεκάδες εκτελέσεις αστυνομικών, επιχειρηματιών και αξιωματούχων του καθεστώτος. Μία άλλη ομάδα από εργάτες αναρχοσυνδικαλιστές προέβη στην Μαδρίτη στην εκτέλεση του ισπανού πρωθυπουργού Εδουάρδο Ντάτο το 1921. Μάλλον όλοι αυτοί οι αγωνιστές κατά την άποψη της μάρτυρος καταστρατήγησαν στοιχειώδεις κανόνες συνωμοτικότητας όπως άλλωστε έχω κάνει και εγώ και ο Λάμπρος Φούντας!! Οι αναρχικοί υποστήριζαν πάντα αυτό που ονομάζεται «προπαγάνδα με την πράξη» και αυτό από την εποχή του Μπακούνιν και της Α’ Διεθνούς δεν ήταν τίποτε άλλο παρά ένοπλος αγώνας και αντάρτικο. Η φράση του Κροπότκιν, «με την πένα, με το στιλέτο, με το πιστόλι, με το δυναμίτη, ότι δεν ανήκει στην αστική νομιμότητα, ανήκει σε μας», συνοψίζει το τι πρεσβεύανε οι αναρχικοί οι οποίοι ήταν αυτοί που προβήκανε σε εκτελέσεις αρχηγών κρατών, βασιλιάδων, πρωθυπουργών και προέδρων κρατών. Αυτά για την σχέση του αναρχικού κινήματος με τον ένοπλο αγώνα από ιστορικής άποψης.

Πέρα όμως από όλα αυτά που αποδεικνύουν την καταστρατήγηση της ιστορίας, την ιστορική ανακρίβεια και τα ψέματα που ειπώθηκαν από την συγκεκριμένη μάρτυρα στο δικαστήριο, ποια είναι η πολιτική χρησιμότητα του να πηγαίνει κάποιος-α σε ένα δικαστήριο και να λέει πράγματα στον ταξικό εχθρό, στους δικαστές, όπως για το τι ορίζουν δήθεν οι κανόνες συνομωτικότητας ή κάτω από ποιες συνθήκες γίνεται να κάνει κανείς αντάρτικο, πράγματα τα οποία αρμόζουν να λέγονται μόνο σε μια εσωτερική κινηματική διαδικασία και όχι στους δικαστές; Πώς είναι δυνατόν κάποιος να γνωρίζει τέτοια πράγματα και να προβάλλει τέτοιους ισχυρισμούς όταν δεν είναι σε τέτοιες οργανώσεις; Τους κανόνες συνωμοτικότητας και τους κανόνες ασφαλείας τους φτιάχνουν και τους εφαρμόζουν όσοι επιλέγουν την παράνομη συνωμοτική ένοπλη δράση και όχι άσχετοι.

Αυτός ο ισχυρισμός αποπειράται να δημιουργήσει έναν διαχωρισμό μεταξύ κινήματος και ένοπλου αγώνα. Αυτός ο διαχωρισμός αποπειράται να ακυρώσει στην πραγματικότητα την μίνιμουμ θέση αλληλεγγύης προς τους συντρόφους-ισσες που παίρνουν την πολιτική ευθύνη της συμμετοχής τους σε ένοπλες οργανώσεις, ότι δηλαδή ο ένοπλος αγώνας είναι αναπόσπαστο κομμάτι του επαναστατικού κινήματος και του αναρχικού κινήματος. Αποκαλύπτεται έτσι πως αντιλαμβάνονται κάποιοι-ες την έννοια της αλληλεγγύης. Και επιβεβαιωνόμαστε, γιατί αυτά ήταν πράγματα που τα αναμέναμε να εκφραστούν από την πλευρά των αθώων συγκατηγορούμενων όταν είχαμε κάνει μια προειδοποίηση μέσω ενός κειμένου όταν ήμασταν ακόμα προφυλακισμένοι για το τι δεν πρέπει να ειπωθεί σε ένα δικαστήριο όπως αυτό του Επαναστατικού Αγώνα, όπως διαφωνίες ή διαχωρισμοί που προωθούν ουσιαστικά την πολιτική μας απομόνωση και ακυρώνει κάθε έννοια αλληλεγγύης με σκοπό την απαλλαγή των αθώων.

Αυτός ο διαχωρισμός εμφανίζεται πάντα σε δίκες ένοπλων οργανώσεων, πάντα φυσικά από την πλευρά των αθώων και πάντα φυσικά από τους μάρτυρες υπεράσπισης τους. Στο παρελθόν τέτοιους ισχυρισμούς προέβαλλαν μάρτυρες υπεράσπισης της καθεστωτικής αριστεράς, εξωκοινοβουλευτικής ή κοινοβουλευτικής, αλλά και διάφοροι μαϊντανοί και επαγγελματίες αλληλέγγυοι αθώων. Ενίοτε όπως έχει δείξει και στο παρελθόν η εμπειρία σε άλλες υποθέσεις, αυτός ο διαχωρισμός συνοδευόταν και από καταδίκες και δηλώσεις διαφωνίας και αποκήρυξης για τον ένοπλο αγώνα μέσα στο δικαστήριο. Στην δική μας δίκη, του Επαναστατικού Αγώνα, αυτή τη φορά με «αναρχικό» πρόσημο, από αναρχικούς μαϊντανούς «αλληλέγγυους», αποπειράται να εμφανιστεί αυτός ο διαχωρισμός με πιο political correct «κινηματική» άποψη, αυτή των όρων συνομωτικότητας και των κανόνων ασφαλείας βάσει των οποίων δεν συμβιβάζεται η ένταξη στο κίνημα και παράλληλα η ένταξη σε ένοπλες οργανώσεις. Το ποιόν αυτών που το κάνουν, είτε αριστεροί, είτε αναρχικοί, αποδεικνύεται διαχρονικά ότι δεν είναι τίποτε άλλο παρά καιροσκόποι, πολιτικά μικροί και δειλοί καθώς και αμοραλιστές.

Γιατί είναι μόνο κίνημα όλα τα άλλα μέσα και όχι ο ένοπλος αγώνας και η ένοπλη προπαγάνδα, αυτό δεν μας το λένε. Γιατί είναι μόνο κίνημα οι βίαιες συγκρούσεις στο δρόμο με την αστυνομία με πέτρες και μολότωφ και όχι η ένοπλη προπαγάνδα; Γιατί είναι μόνο κίνημα τα αμφιθέατρα και οι μπροσούρες, οι αφίσες, οι εκδόσεις και όχι ο ένοπλος αγώνας; Όλα αυτά είναι πράγματα που θα έπρεπε αυτού του τύπου οι «αλληλέγγυοι» να μας τα εξηγήσουν και μάλιστα είχαν την ευκαιρία να το κάνουν όταν ο Επαναστατικός Αγώνας δημόσια πριν μερικούς μήνες είχε διοργανώσει με άλλους συντρόφους-ισσες της Συνέλευσης για την υπόθεση του Επαναστατικού Αγώνα ανοιχτές κινηματικές διαδικασίες για την δράση της οργάνωσης και τον ένοπλο αγώνα και την αλληλεγγύη καθώς και διήμερο για τα ένοπλα κινήματα στην Ευρώπη και την επανάσταση με ομιλητές, αγωνιστές πρώην μέλη ένοπλων οργανώσεων από την Ευρώπη και θα μπορούσαν εκεί να εκθέσουν τις όποιες απόψεις και διαφωνίες τους πράγμα που δεν τόλμησαν να το κάνουν. Τώρα που βγήκαμε στην παρανομία και δεν εμφανιζόμαστε στην δίκη, πίσω από την πλάτη μας νιώθουν ότι μπορούν να λένε πράγματα για να δημιουργήσουν διαχωρισμούς, για να μας απομονώσουν πολιτικά προκειμένου να απαλλαγούν κάποιοι φίλοι τους από τις κατηγορίες, πράγμα που δεν θα το τολμούσαν αν ήμασταν μπροστά γιατί θα τους ξευτιλίζαμε. Είναι φαινόμενο στον χώρο να θεωρούν κάποιοι ότι το δικό τους μαγαζί είναι πιο «κινηματικό» από άλλες δράσεις. Είναι φαινόμενο στον α/α χώρο ότι το να έχεις καφενείο θεωρείται «κινηματική» διαδικασία, είναι φαινόμενο στον α/α χώρο το μην έχει τα κότσια να υπερασπιστεί κάποιος την δράση του και όταν τον συλλαμβάνουν- ενίοτε και με την μολότωφ στο χέρι- να απευθύνεται στους επαγγελματίες αλληλέγγυους της εξωκοινοβουλευτικής αριστεράς ή και του ΣΥΡΙΖΑ για να γλιτώσει την φυλακή και αυτό να θεωρείται αξιοπρεπές. Ενώ ο Επαναστατικός Αγώνας δεν θεωρείται μέρος του κινήματος με τις ενέργειες του και τον λόγο που ανέπτυξε και που αποτέλεσε σοβαρή απειλή για το καθεστώς. Η ύπαρξη του Επαναστατικού Αγώνα θα πρέπει να θεωρείται τιμή για τον α/α χώρο. Και έχουμε αποδείξει ότι με τις θέσεις μας και τις απόψεις μας είμαστε πολύ πιο κινηματικοί από πολλούς που η λέξη κίνημα είναι ένα πτώμα στο στόμα τους.

Ο διαχωρισμός αυτός μεταξύ κινήματος και ένοπλου αγώνα αποπειράθηκε στο δικαστήριο να γίνει ακόμα πιο σαφής και αποκαλυπτικός όταν ο συνήγορος του συγκεκριμένου συγκατηγορούμενου «αγωνιστή», του «ειλικρινή», του «σταράτου», του «καθαρού», όπως καθαρό είναι «το γυαλί που άμα το σηκώσεις μπορείς να δεις μέσα του», επιχείρησε με ερώτηση του στην συγκεκριμένη μάρτυρα να βάλει διαχωριστική γραμμή –κατά την δική του έκφραση διαχωριστική γραμμή,-ανάμεσα στο «συγκρουσιακό μη ένοπλο κομμάτι της αναρχίας και του ένοπλου αναρχικού τμήματος και μάλιστα αυτός ο διαχωρισμός είναι το κριτήριο βάσει του οποίου-κατά την γνώμη του συνήγορου-το δικαστήριο πρέπει να απαλλάξει τον κατηγορούμενο. Πιο ξεκάθαρη απόπειρα εκμαίευσης αποκήρυξης του ένοπλου αγώνα δεν θα μπορούσε να υπάρξει. Είναι ο ίδιος αμοραλιστής δικηγόρος που σε άλλη υπόθεση, αυτή της 17Ν, ήταν ο αγγελιοφόρος γράμματος στην Ελευθεροτυπία φίλου κατηγορούμενου αθώου που έλεγε ότι η ανάληψη ευθύνης στην συγκεκριμένη υπόθεση αποτελούσε συνεργασία με την αστυνομία.

Κατανοούμε την προσπάθεια να απαλλαγούνε κάποιοι από τις κατηγορίες και αυτό είναι θεμιτό αφού δεν έχουν σχέση με τις κατηγορίες, όμως αυτό πρέπει να γίνεται με τρόπο αξιοπρεπή και συντροφικό, όχι δημιουργώντας διαχωρισμούς, όχι προσπαθώντας να απομονώσουν συντρόφους που ρισκάρουν την ζωή και την ελευθερία τους για τον αγώνα κα την επανάσταση, που έχουν νεκρό σύντροφο σε ένοπλη συμπλοκή, όχι κάνοντας δηλώσεις και τοποθετήσεις νομιμοφροσύνης και αποκήρυξης. Γιατί αυτός ο διαχωρισμός δεν είναι παρά μια τοποθέτηση νομιμοφροσύνης και αποκήρυξης πιστεύοντας ότι έτσι θα φανούν πιο «νομιμοποιημένοι» στα μάτια του εχθρού, του δικαστηρίου κάνοντας τον διαχωρισμό μεταξύ συγκρουσιακών-«κινηματικών» αλλά μη ένοπλων πρακτικών και του ένοπλου αγώνα. Η ηλιθιότητα τους δεν τους αφήνει να καταλάβουν ότι στην ιστορία έτσι θα μείνουν, ως δηλωσίες νομιμοφροσύνης και αποκηρύσαντες. Η υπερασπιστική αυτή γραμμή όσες πολιτικοϊδεολογικές σάλτσες κι αν προβάλλονται, με τον τρόπο που γίνεται κατάντησε τελικά το επιχείρημα αυτών που το κύριο μέλημα τους είναι να σώσουν τον κώλο τους επιδεικνύοντας φιλοτομαρισμό και αντισυντροφικότητα, περιφρόνηση των ίδιων των συντροφικών σχέσεων τους που προβάλλουν ως άλλοθι, αυτών που αποδείχθηκαν τελικά ότι είναι και πολιτικά και προσωπικά δειλοί μπροστά στον εχθρό και στην καταστολή. Και ως τέτοιοι θα μείνουν στην ιστορία.

Οκτώβριος 2012

Νίκος Μαζιώτης

επίσης εδώ