Κατεβάστε το συνημμένο αρχείο kostas_gournas.pdf (application/pdf).
Επίσης μπορείτε να ακούσετε το ηχητικό της πολιτικής κατάθεσης εδώ: εδώ
Σημείωση: το κείμενο που ακολουθεί δεν είναι επιμελημένο, ούτε έχουν ενσωματωθεί οι προφορικές προσθήκες που γίνανε στο δικαστήριο. Μόλις συμπληρωθεί το κείμενο θα ενημερωθεί και στο ιστολόγιο.
Σχολιασμός δίκης
Να ξεκινήσω λοιπόν να πω δυο λόγια για το τι σημαίνει κατά τη γνώμη μου αυτή η δίκη και το πώς αυτή διεξήχθη μέχρι τώρα. Θα έλεγα λοιπόν ότι η δίκη αυτή επισφραγίζει την απόπειρα του κράτους να «θάψει» τον λόγο μίας ένοπλης επαναστατικής οργάνωσης μέσα σε μια διαδικασία πλήρους αποκοπής της απ’ την δημόσια σφαίρα, μια διαδικασία που άρχισε απ’ τη στιγμή που αναλάβαμε την πολιτική ευθύνη. Δεν είναι καθόλου παράξενο για μένα, που δεν έχω δει κανένα δημοσιογράφο να στέκεται στα έδρανα (εκτός ελαχίστων εξαιρέσεων) και ελάχιστα δημοσιεύματα γι’ αυτήν τη δίκη, σε αντίθεση βέβαια με τις κραυγές και τα δημοσιεύματα του καλοκαιριού για τους δύο συντρόφους. Είναι γνωστός ο ρόλος των δημοσιογράφων, αυτών των συνοδοιπόρων των βασανιστών και των καθαρμάτων της αστυνομίας και του πολιτικο-οικονομικού συμπλέγματος. Δε θα περίμενα κάποια καλύτερη αντιμετώπιση από αυτούς που έχουν ταχθεί στο πλευρό των κατοχικών δυνάμεων και της δοσίλογης κυβέρνησης που τρομοκρατεί το λαό. Είναι ενδεικτικά κάποια παραδείγματα που καταδεικνύουν τον ισχυρισμό μου ότι έχει επιβληθεί ένα ιδιότυπο εμπάργκο στη δημοσιοποίηση στοιχείων και εξελίξεων αυτής της δίκης. Στην πρώτη συνεδρίαση στις δηλώσεις που κάναμε μετά το πέρας της διαδικασίας το μόνο που ειπώθηκε μόνο ήταν πως ήμασταν αμετανόητοι. Εκεί βέβαια παραβρέθηκε πλήθος δημοσιογράφων, που αμέσως μετά χάθηκε. Στις καταθέσεις Βουλγαράκη και Μαρκογιαννάκη δημοσιεύτηκαν μόνο δικές τους δηλώσεις, ότι δεν είναι πολιτική η δίκη. Ένα απ’ τα πιο τρανά παραδείγματα είναι η κατάθεση του συντρόφου του Δημήτρη Κουφοντίνα. Υπήρξε μια ιδιαίτερη συμβολικότητα στην κατάθεση την 6η του Σεπτέμβρη, καθώς κλείναν ακριβώς δέκα χρόνια από τη φυλάκιση αυτού του σπουδαίου αγωνιστή. Αν και πολλά sites υπενθύμιζαν το γεγονός της δεκάχρονης φυλάκισής του σε καθεστώς απομόνωσης κανένα δεν αναφερόταν στην επικείμενη κατάθεση στη δίκη του Επαναστατικού Αγώνα. Είναι επίσης γεγονός ότι μόλις λίγες μέρες πριν την κατάθεση, δημοσιογράφοι ρωτούσαν τους δικηγόρους εάν θα φέρουν το Δημήτρη για να τον παρακολουθήσουν. Όσους είδατε εσείς, είδα κι εγώ! Αλήθεια δε σας κάνει εντύπωση το γεγονός πως η μόνη δημοσιότητα που είχε αυτή η δίκη ήταν μόνο όταν αποφυλακιστήκαμε, όταν έγινε η κατάληψη στο ραδιοφωνικό σταθμό flash και το καλοκαίρι όπου όλοι καίγονταν για το πόσο έχει αργήσει η δικαιοσύνη να βάλει στη φυλακή τους κατηγορούμενους για τον Επαναστατικό Αγώνα. Είναι αυτονόητο λοιπόν για το μιντιακό σινάφι ότι η αμερόληπτη δικαιοσύνη θα καταδικάσει όλους τους κατηγορούμενους σ’ αυτήν την υπόθεση, απλώς η μόνη μομφή τους είναι ότι η δικαιοσύνη αργεί να το κάνει.
Είναι πεποίθησή μου λοιπόν ότι από τη στιγμή που ανέλαβα την πολιτική ευθύνη μαζί με τους συντρόφους για τη συμμετοχή στην οργάνωση έχει πέσει μια πολιτική γραμμή που θέλει να μην ακούγεται τίποτα για τη δίκη και την υπόθεση γενικότερα. Για την ακρίβεια θα έλεγα ότι δε θέλουν ν’ ακούγεται ο λόγος των μελών της οργάνωσης σε μια περίοδο όπου όλα είναι εύφλεκτα και η κοινωνία βράζει. Γιατί γνωρίζουν καλύτερα απ’ τον καθένα το πόσο επικίνδυνος ήταν για το καθεστώς ο λόγος του Επαναστατικού Αγώνα, ένας λόγος που πραγματικά τους έκανε να τρέμουν. Είναι προφανές ότι αν η διεισδυτικότητα του λόγου του ΕΑ στα κοινωνικά κομμάτια ήταν μεγάλη πριν την υπογραφή του 1ου μνημονίου και την παράδοση της χώρας στην τρόικα, μπορούμε να φανταστούμε ποια είναι αυτή μετά. Αλήθεια, δεν είναι περίεργο που σ’ αυτή τη δίκη δεν υπάρχει πολιτική αγωγή; Δεν ενδιαφέρεται πια η αμερικάνικη πρεσβεία να κινηθεί νομικά εναντίον μας; Δεν είναι περίεργο που δεν υπάρχουν μάρτυρες απ’ την επίθεση στην αμερικάνικη πρεσβεία στο βούλευμα; Θα έλεγα ότι αν μπορούσαν να σβήσουν κάθε πληροφορία, κάθε μνήμη για τα πεπραγμένα της οργάνωσης, αν μπορούσαν να σβήσουν κάθε αναφορά στα πρόσωπά μας, θα το έκαναν. Ο μόνος τρόπος ν’ απαξιωθεί πια πολιτικά η οργάνωση, μετά την απόπειρα σπίλωσής μας κατά την περίοδο των συλλήψεων, είναι ο απόλυτος έλεγχος της ροής πληροφοριών όσον αφορά τη δίκη. Ο μόνος τρόπος για να μας απαξιώσουν είναι να πείσουν ότι δεν υπάρχουμε. Έχουν όμως κι ακόμη έναν λόγο για να θέλουν να αποκρύψουν τα γενόμενα σ’ αυτό το δικαστήριο. Είναι ευρέως αποδεκτό απ’ όλους τους παράγοντες της δίκης ότι η ακροαματική διαδικασία δεν συνεισέφερε κανένα απολύτως επιβαρυντικό στοιχείο για κανέναν από τους κατηγορουμένους. Αν στεκόμασταν λοιπόν σε αυστηρώς νομικά κριτήρια θα λέγαμε πως η δίκη θα είχε τελειώσει για κάποιους από τους κατηγορούμενους. Ακόμη και η κατάθεση του βασικού μάρτυρα υποδιοικητή πλέον της Αντιτρομοκρατικής ήταν ενδεικτική της ένδειας αποδεικτικών στοιχείων. Ο Παπαθανασάκης είπε ξεκάθαρα ότι κατ’ αυτόν έγιναν προληπτικές συλλήψεις. Πώς λοιπόν αυτό το μη στοιχείο μπορεί να οδηγήσει στην καταδίκη κάποιων κατηγορουμένων; Αυτό μένει να αποδειχτεί στο τέλος και θα ξεκαθαρίσει κατά τη γνώμη μου το σε ποιο βαθμό όντως υπάρχει ανεξαρτησία της δικαιοσύνης σας, όπως ισχυρίζεστε. Το κατά πόσο δηλαδή εσείς οι ίδιοι εξετάζετε και κρίνετε αμερόληπτα.
Εδώ θέλω να κάνω μια παρένθεση και να αναφερθώ στον Παπαθανασάκη. Όταν η συντρόφισσα η Ρούπα αναφέρθηκε στον βασανισμό μου στη ΓΑΔΑ, αυτός απάντησε ότι ποτέ δεν έγινε κάτι τέτοιο. Τότε λοιπόν κατά τις συλλήψεις μας αυτός ήταν τμηματάρχης υπεύθυνος σε επιτελικό ρόλο. Καταρχήν το γεγονός και μόνο ότι δηλώνει πως ο ισχυρισμός μου για ξυλοδαρμό και βασανισμό δεν συνέβη ποτέ, σημαίνει πως ήταν εκεί καθ’ όλη τη διάρκεια της κράτησής μου εκεί, αλλιώς θα έλεγε πως δε γνωρίζω αν συνέβη κάτι. Αυτό σημαίνει πολύ απλά ότι το συγκεκριμένο σκουπίδι ή διέταξε ή συμμετείχε φορώντας κουκούλα ή συγκαλύπτει αυτούς που διέπραξαν τον βασανισμό μου με στόχο να συνεργαστώ. Αυτό είναι πραγματικά είναι το ποιόν αυτού του θρασύδειλου ψεύτη που κατέθεσε ως βασικός κατήγορος για την υπόθεση. Ενδεικτική είναι και η απάντησή του σε ερώτηση συνηγόρου μου αν γνωρίζει οτιδήποτε επιβαρυντικό για μένα, όπου απάντησε αρνητικά. Τέτοια ήταν η ταραχή του! Ας γυρίσουμε πίσω λοιπόν στο τι είναι αυτή η δίκη. Νομίζω πως η ομολογία του εισαγγελέα πως η δίκη αυτή έχει πολιτικό υπόβαθρο, μου λύνει αρκετά τα χέρια. Η δίκη αυτή είναι μια διαμάχη πολιτικών αντιπάλων και των κόσμων τους οποίους φέρουν. Από τη μία είναι το καθεστώς που εδώ και καιρό πάλευε με λύσσα να νικήσει τον Επαναστατικό Αγώνα. Σ′ αυτήν εδώ την αίθουσα το καθεστώς, το σύνολο δηλαδή του επιχειρηματικού και του πολιτικού κόσμου και των συμφερόντων τους, εκπροσωπείται από εσάς τους δικαστές. Πραγματικά, σ’ αυτό το σημείο θα ήθελα ειλικρινά να σας πω ότι νιώθω πόσο δύσκολα θα πρέπει να αισθάνεται κάποιος να υπερασπίζεται μια ομάδα αχρείων, ληστών και καθαρμάτων. Είμαι σχεδόν βέβαιος ότι κανείς από σας δεν αισθάνθηκε ωραία προστατεύοντας τον Βουλγαράκη που ήρθε εδώ να καταθέσει, αυτόν τον αρχικλέφτη. Στην απέναντι πλευρά υπάρχουν τα μέλη του ΕΑ. Τα μέλη μίας οργάνωσης που ανέπτυξε την στρατηγική της με στόχο να προωθήσει τον πολιτικό μετασχηματισμό της κοινωνίας, να συμβάλει στην κοινωνική επανάσταση. Εγώ είμαι ένα γνήσιο τέκνο του προλεταριάτου. Η ταξική μου καταγωγή δεν μπορεί να κρυφτεί. Είμαι περήφανος γι’ αυτή. Ο κόσμος που φέρω σ’ αυτήν εδώ την αίθουσα είναι ο κόσμος της εργασίας, της φτώχειας, ο κόσμος αυτών που δεν έχουν τίποτα. Οι δύο αυτοί κόσμοι πάντα συγκρούονταν και πάντα θα το κάνουν. Αυτή η δίκη είναι μια μικρογραφία του ταξικού ανταγωνισμού, με τις εμπόλεμες πλευρές που περιέγραψα πριν. Δεν υπάρχει πιστεύω κάποιος που θα ισχυριζόταν στα σοβαρά ότι η δίκη αυτή δεν είναι πολιτική. Στην πραγματικότητα πιστεύω ότι κι εσείς έχετε τη γνώμη αυτή, παρόλο που δεν είχατε το θάρρος να την αναγνωρίσετε κι επισήμως στην αρχή της διαδικασίας. Η ίδια η απόρριψη αυτού του αιτήματος είναι μια πολιτική απόφαση με στόχο να εγκληματοποιηθεί η δράση της οργάνωσης. Νομίζω ότι σε ολόκληρη την ακροαματική διαδικασία θα δυσκολευτείτε ιδιαίτερα να βρείτε κάποιο στοιχείο που να υποδηλώνει και να επιχειρηματολογεί πάνω στην άποψη ότι ο ΕΑ είναι μια εγκληματική οργάνωση ή τα μέλη του που βρίσκονται σ’ αυτή τη δίκη είναι εγκληματικά στοιχεία. Θα ήθελα πραγματικά να με κοιτάξετε στα μάτια και να μου πείτε ότι είμαι εγκληματίας. Θα πρέπει να πείσετε δηλαδή τον κόσμο πως μία δραστηριότητα που είναι κοινωνικά κεκτημένη με τον όρο πολιτική αντιβία, είναι μια δραστηριότητα βγαλμένη από κάποιους νοσηρούς εγκεφάλους που αρέσκονται να ανεβάζουν τα επίπεδα της αδρεναλίνης τους ή έχουν μια ενδογενή τάση προς τη βία. Το ίδιο είχε επιχειρηθεί και με τις συλλήψεις για τη 17Ν. Αλήθεια, δε θα γελούσε το πανελλήνιο αν κάποιος έλεγε σήμερα ότι ο Κουφοντίνας είναι ένας ψυχοπαθής. Ακριβώς όμως γιατί οι τότε προσπάθειες να σπιλωθούν οι συλληφθέντες έπεσαν στο κενό εφευρέθηκε τώρα το θεώρημα της «νεοτρομοκρατίας» για να δείξει πως τα μέλη του ΕΑ δεν έχουν καμία ιδεολογία. Κι αυτή όμως η προσπάθεια έπεσε στο κενό κι αυτό αποδεικνύεται από το τείχος σιωπής που υψώνεται γύρω από το λόγο των μελών της οργάνωσης. Εφαλτήριο του ΕΑ ήταν πάντα να πείσει με εκτενείς αναλύσεις κι επιχειρήματα την κοινωνία για την αναγκαιότητα της κοινωνικής επανάστασης, με άλλα λόγια στόχος ήταν πρώτα η πολιτική προπαγάνδα. Η κοινωνική κατάσταση, οι πολιτικοί συσχετισμοί, η σφοδρότητα της νεοφιλελεύθερης επίθεσης σε κάθε περίοδο ήταν πάντα η απαραίτητη προϋπόθεση για να επακολουθήσει κάποια ενέργεια. Οι στόχοι που επέλεγε ο ΕΑ είχαν άμεση συνάρτηση με την ιστορική πραγματικότητα της κάθε περιόδου. Κανένας στόχος δεν ήταν αποκομμένος από το πολιτικό περιβάλλον, κανένας στόχος δεν χτυπήθηκε με βάση κάποια θυμική αντίδραση ή από κάποιο ιδιοτελές κριτήριο. Θα έλεγα πώς βασικό και πρωταρχικό στοιχείο για την οργάνωση ήταν το πολιτικό περιεχόμενο που έδινε σε κάθε ενέργεια, παρά η ίδια η ενέργεια. Ενδεικτικό είναι ότι πολλές φορές η συζήτηση που γινόταν στα ΜΜΕ για τις προκηρύξεις ήταν μεγαλύτερη από αυτήν που γινόταν για την ίδια την πράξη. Η θέση της οργάνωσης για τον ίδιο τον ένοπλο αγώνα είναι ότι αυτός δεν αποτελεί τίποτε άλλο από ένα ακόμη εργαλείο που έχουν οι αγωνιστές στα χέρια τους για να προωθήσουν το μήνυμα της κοινωνικής επανάστασης. Ένα εργαλείο όμως που είναι ουσιαστικό και σημαντικό για το κίνημα να το ενσωματώνει στις κατευθύνσεις του. Ένα εργαλείο που έχει πολλά πλεονεκτήματα όσον αφορά την απεύθυνση του λόγου σου, αλλά που θα πρέπει να χρησιμοποιείται προπαντός με σύνεση και λογική.
Η πολιτική φύση αυτής της δίκης είναι κάτι το αυτονόητο εφ’ όσον ολόκληρη η δραστηριότητα της οργάνωσης από τα κίνητρα, τους στόχους και τους σκοπούς της είναι πολιτική. Μπορώ να πω σήμερα πως η αναγνώριση αυτή έχει υπάρξει εμμέσως από σας και πέρα απ’ τη ρητή ομολογία του εισαγγελέα. Το γεγονός ότι κρατήσατε ένα σοβαρό επίπεδο στην αντιπαράθεση που υπήρξε χωρίς κραυγές και διακοπές, σημαίνει ότι εκτός από επιμέρους σκοπιμότητες έχετε εκλάβει τη δίκη αυτή ως μια σημαντική ιστορική στιγμή που θα καταγραφεί ως μια πολιτική αντιπαράθεση. Θα έλεγα χωρίς να θέλω καθόλου να σας κολακεύσω ότι έχετε σταθεί πραγματικά στο ύψος των περιστάσεων. Δικάζετε τον Επαναστατικό Αγώνα.
Ιστορικό πλαίσιο, στόχοι, στρατηγική
Να πω τώρα δυο λόγια για την οργάνωση. Ο Επαναστατικός Αγώνας εμφανίζεται το 2003 με τη βομβιστική επίθεση στα δικαστήρια της σχολής Ευελπίδων. Είναι η περίοδος όπου το καθεστώς οδεύει πανηγυρικά στη φιέστα των ολυμπιακών αγώνων πεπεισμένο πως έχει ξεμπερδέψει από την απειλή του ένοπλου αγώνα. Ένα χρόνο πριν, η ελληνική κοινωνία ζει την δικιά της 11η Σεπτέμβρη με την ολομέτωπη επίθεση που επακολουθεί τις συλλήψεις για τη 17Ν. Είναι τέτοια η σφοδρότητα της επίθεσης που δέχεται το κίνημα, που ο όρος ένοπλος αγώνας κοντεύει να βγει απ’ το λεξιλόγιο των αγωνιστών, τείνει να ηχεί ως κάτι τρομερό στα αυτιά της κοινωνίας. Ο «δικός» μας πόλεμος κατά της τρομοκρατίας έχει ως προμετωπίδα τις ένοπλες οργανώσεις, αλλά και ολόκληρο το επαναστατικό αντικαπιταλιστικό κίνημα όπου χαρακτηρίζεται ως εσωτερικός εχθρός. Το καθεστώς σύσσωμο στοχεύει να τρομοκρατήσει τους αντιστεκόμενους με τις ειδικές συνθήκες κράτησης, τα ειδικά δικαστήρια, τις εξοντωτικές ποινές, να αποδείξει πως υπάρχει μια νομοτέλεια στο να εξαρθρώνονται ένοπλες οργανώσεις και πως η επιλογή αυτή έχει μια προδιαγεγραμμένη μάταιη πορεία. Η φυλάκιση των συλληφθέντων για τη 17Ν σε ειδικό χώρο απομόνωσης, δε γίνεται τόσο για να εκδικηθεί το κράτος την πολύχρονη δράση της οργάνωσης, όσο για να σημάνει η κίνηση αυτή τον παραδειγματισμό σε κάθε αντιστεκόμενο. Είναι μια πράξη πυγμής του ελληνικού κράτους που θέλει να σημάνει το τέλος της ιστορίας, ότι η αντίσταση στην ελλάδα έχει τελειώσει.
Η αρχή της δεκαετίας του 2000 στιγματίζεται από τον παγκόσμιο πόλεμο κατά της τρομοκρατίας των ΗΠΑ που μεταφέρεται ως δόγμα σε όλες τις χώρες του δυτικού ιμπεριαλιστικού μπλοκ. Το δόγμα αυτού του πολέμου συμπυκνώνεται σε δυο πολιτικές. Άκρατος νεοφιλελευθερισμός και απόλυτος κοινωνικός έλεγχος. Το οικονομικό δόγμα του νεοφιλελευθερισμού έχει ξεκινήσει να εφαρμόζεται ήδη από τη δεκαετία του ’70 καταστρέφοντας χώρες στη Λατινική Αμερική. Μετά τους πρώτους πειραματισμούς υιοθετείται επισήμως ως οικονομική πολιτική σε ΗΠΑ και Μ.Βρετανία τη δεκαετία του ’80. Το κράτος πρόνοιας που οικοδομήθηκε μετά τον β ́παγκόσμιο πόλεμο προερχόμενο απ’ τις σκληρές διεκδικήσεις της εργατικής τάξης αρχίζει να φθίνει. Τη θέση του παίρνει η ιδιωτικοποίηση όλων των τομέων της παραγωγής, της υγείας, της εκπαίδευσης. Κατακτήσεις που χρειάστηκαν αγώνες για να επιτευχθούν πέφτουν σαν κάστρα μπροστά σ’ αυτή τη νέα λαίλαπα που σαρώνει τον κόσμο. Η δεκαετία του ’90 με την έκρηξη της τεχνολογικής ανάπτυξης, δίνει μια τεράστια ώθηση στο χρηματιστηριακό κεφάλαιο. Είναι η δεκαετία της οικονομικής μεγέθυνσης, της πλήρους απελευθέρωσης των αγορών, της αποδέσμευσής τους από τα εμπόδια της φορολογίας και των δασμών που είχε η κάθε εθνική οικονομία. Τα χρηματιστήρια είναι πλέον οι απόλυτοι ρυθμιστές κάθε πτυχής της οικονομικής ζωής των ανθρώπων αφού καθορίζουν τις τιμές των πρώτων υλών, των προϊόντων, του πετρελαίου, της εργασίας. Οι οπαδοί του νεοφιλελευθερισμού βρίσκουν στη χρυσή δεκαετία του ’90 την ευκαιρία να εξαπλώσουν την οικονομική απορύθμιση και να επιβάλουν σε μια σειρά κρατών σκληρά προγράμματα που γονατίζουν τις κοινωνίες τους. Στο χρηματοπιστωτικό τομέα που παίζει πρωταγωνιστικό ρόλο στην παγκόσμια οικονομία, δημιουργείται συνεχώς η ανάγκη για μεγέθυνση, με συνέπεια να εφευρίσκονται νέες αγορές στην πλειοψηφία τους πλασματικές, όπως οι αγορές παραγώγων και των cds. Η δεκαετία του 2000 μπορεί να χαρακτηριστεί ως η δεκαετία-φούσκα, με μια οικονομία που τα παρουσιαζόμενα περιουσιακά στοιχεία τραπεζικών και ασφαλιστικών ιδρυμάτων είναι υπερτιμολογημένα σε βαθμό κακουργήματος. Παράλληλα, από το 2001 οι ΗΠΑ στα πλαίσια του πολέμου κατά της τρομοκρατίας εξαπολύουν πολεμικές επιχειρήσεις σε Αφγανιστάν και Ιράκ, ενισχύουν το ρόλο του Ισραήλ στη Μέση Ανατολή και απειλούν με πόλεμο κάθε χώρα που δεν ευθυγραμμίζεται στο νέο τους δόγμα. Το δόγμα της ασφάλειας παίρνει σάρκα και οστά στο εσωτερικό των ΗΠΑ με τη θωράκιση του κράτους με νέα αντιτρομοκρατικά όπλα, όπως ο πατριωτικός νόμος, η κράτηση των κατά αυτούς παράνομων μαχητών στον κόλπο του Γκουαντάναμο χωρίς δίκη και σε συνθήκες σωματικής και ψυχολογικής βίας. Οι ΗΠΑ γίνονται μια χώρα όπου οι μυστικές υπηρεσίες και η εθνική ασφάλεια αποκτούν απεριόριστες δυνατότητες να δρουν με απεριόριστες δυνατότητες και πρόσβαση στα στοιχεία όλων των πολιτών. Κάτω απ’ το μανδύα της ασφάλειας επιχειρείται η επιβολή του ολοκληρωτικού ελέγχου της κοινωνίας.
Η Ελλάδα δεν αργεί να βρεθεί στο πλευρό των συμμάχων της των ΗΠΑ εντασσόμενη στη συμμαχία που επιχειρεί να καταλάβει το Αφγανιστάν. Παράλληλα, θωρακίζει το αντιτρομοκρατικό της οπλοστάσιο με τον τρομονόμο Σταθόπουλου. Θα τον ακολουθήσουν μια σειρά τροποποιήσεων μέχρι σήμερα. Οι συλλήψεις για τη 17Ν θα επιταχύνουν την εγκαθίδρυση του πολέμου κατά της τρομοκρατίας στο εσωτερικό της χώρας με την σκληρή εφαρμογή του σε όλη τη δεκαετία του 2000 του δόγματος της μηδενικής ανοχής απέναντι στα κοινωνικά κομμάτια που αντιστέκονται. Το 2003 γίνεται η χρονιά όπου η ασφάλεια ανακηρύσσεται ως υπέρτατο κοινωνικό αγαθό. Ο πόλεμος της συμμαχίας των προθύμων στο Ιράκ βρίσκει το ελληνικό κράτος να προετοιμάζεται για τους ολυμπιακούς αγώνες, ενώ φυσικά δίνει γη και ύδωρ στους αμερικανούς να διέρχονται στο ελληνικό έδαφος. Το ίδιο ισχύει και για ένα πλήθος πρακτόρων που αλωνίζουν κανονικά στη χώρα, βάζοντας σε εφαρμογή όπως θα αποδειχθεί αργότερα ένα σχέδιο παρακολούθησης με τηλεφωνικές υποκλοπές. Η προολυμπιακή περίοδος στην Ελλάδα είναι ο τάφος των ατομικών δικαιωμάτων των πολιτών. Στο όνομα της ασφάλειας η Αθήνα μετατρέπεται σε κατεχόμενη πόλη γεμάτη αστυνομία και κάμερες που επιτηρούν τα πάντα. Στον τομέα της οικονομικής πολιτικής του κράτους, το 2003 σφραγίζει την περίοδο Σημίτη στην Ελλάδα, μία περίοδο όπου εισήχθη επισήμως (μετά την παρένθεση ’91-’93) το δόγμα του νεοφιλελευθερισμού, υπό τον όρο εκσυγχρονισμός. Ο Σημίτης και οι εκσυγχρονιστές του λοιπόν, ξεκινούν τις απαραίτητες μεταρρυθμίσεις για να κάνουν την ελληνική οικονομία πιο ανταγωνιστική. Επιχειρεί να αλλάξει το ασφαλιστικό με το νόμο Γιαννίτση που προβλέπει την παράταση του έτους συνταξιοδότησης, ένα νομοσχέδιο που βρίσκει σφοδρή αντίσταση τότε από τους εργαζόμενούς. Κατά τη θητεία του ο Σημίτης φέρει την απόλυτη ευθύνη για το σκάνδαλο του χρηματιστηρίου, όπου δισεκατομμύρια τότε δραχμές καταλήγουν στις τσέπες μερικών δεκάδων επιχειρηματιών. Οι επιχειρηματίες του κατασκευαστικού κλάδου είναι οι κερδισμένοι αυτής της περιόδου καθώς η χώρα μετατρέπεται σε εργοτάξιο εν όψει ολυμπιάδας. Ποτέ δε θα μάθουμε πόσα λεφτά φαγώθηκαν εκείνη την περίοδο από τις απ’ ευθείας αναθέσεις έργων και τις υπερτιμολογήσεις. Ο Σημίτης υπογράφει το σύμφωνο σταθερότητας και ανάπτυξης της Ε.Ε. και βάζει τη χώρα στη νομισματική ένωση. Κάνει το πρώτο βήμα για τη δημοσιονομική προσαρμογή της ελλάδας στις οικονομικές ντιρεκτίβες του ευρωπαικού βορρά. Ανοίγει για την ελληνική οικονομία την πόρτα στο χαμηλότοκου δανεισμού από την ΕΚΤ και τις διεθνείς αγορές που θα σημάνουν και την απαρχή της καταστροφής της. Ο Σημίτης είναι ο άνθρωπος που ανοίγει τις πόρτες των ασφαλιστικών ταμείων στα αρπακτικά των διεθνών αγορών να υφαρπάξουν το μόχθο των ελλήνων εργαζομένων. Οι εκσυγχρονιστές του ΠΑΣΟΚ εισάγουν στην ελληνική κοινωνία στον μύθο της επίπλαστης ευημερίας που θα ξεφουσκώσει απότομα μερικά χρόνια αργότερα. Ο Επαναστατικός Αγώνας εξέλαβε την αρχή της δεκαετίας του ’00 και την εμφάνιση του νέου δόγματος του πολέμου κατά της τρομοκρατίας ως μια σοβαρή απειλή για την ελληνική κοινωνία. Διαγνώσκοντας ότι αυτή η πολιτική έχει τη διττή φύση που ανέφερα προηγουμένως, δηλαδή το στρατιωτικό και το οικονομικό της σκέλος, η οργάνωση επέλεξε να στραφεί με δυναμικά χτυπήματα ενάντια σε στόχους που συμβόλιζαν αυτό το δίπολο. Ο Ε.Α. γεννήθηκε ως απάντηση στην επέλαση του νεοφιλελευθερισμού παγκοσμίως και ειδικά στην Ελλάδα. Γεννήθηκε την εποχή που αρχίζει να διαφαίνεται ο ολοκληρωτισμός ως μια προωθούμενη στρατηγική επιλογή του κεφαλαίου παγκοσμίως, μετά και την κατάρρευση του για δεκαετίες αντίπαλου δέους της, της Σοβιετικής Ένωσης. Ο Ε.Α. γεννιέται την εποχή όπου η παγκόσμια οικονομική ελίτ απαλλαγμένη από σοσιαλιστικές ή κευνσιανές σχολές επιρροής, προωθεί την παγκοσμιοποίηση των αγορών και τον άκρατο νεοφιλελευθερισμό της σχολής του Σικάγο στα μήκη και τα πλάτη της γης, απογειώνοντας την φυσική καταστροφή του περιβάλλοντος, απογειώνοντας τις ταξικές ανισότητες, τη φτώχεια και την εξαθλίωση. Ο Ε.Α. γεννιέται μέσα στις στάχτες των πολεμικών επιχειρήσεων στο Ιράκ και το Αφγανιστάν, όπου χιλιάδες δολοφονούνται απο τη φονική ιμπεριαλιστική μηχανή των ΗΠΑ και των συμμάχων τους. Ο Ε.Α. γεννιέται μέσα στον κουρνιαχτό της κρατικής προπαγάνδας κατά της αντίστασης στην μεταπολιτευτική ελλάδα και την κατασυκοφάντηση του ένοπλου αγώνα και των αγωνιστών. Η γέννηση του Ε.Α. είναι μια σαφής πολιτική επιλογή να υπάρξει ένοπλη αντιπαράθεση με το καθεστώς που στην τότε περίοδο έχει ξεκινήσει μια λυσσαλέα επίθεση ενάντια στα χαμηλά κοινωνικά στρώματα. Ο Ε.Α. δεν αποτελεί τίποτε άλλο από ένα πολιτικό εργαλείο ένοπλης προπαγάνδας.
Ο Ε.Α. έχει από τη γέννησή του ως πρωταρχικό του στόχο να προωθήσει την πολιτική του σκέψη, να προπαγανδίσει την κοινωνική επανάσταση. Ο Ε.Α. αναγνωρίζει την υπόστασή του ως κομμάτι της κοινωνίας και επιδιώκει να συνομιλεί μαζί της. Αυτό και κάνει από την πρώτη στιγμή με τις προκηρύξεις που δημοσιοποιούνται στον τύπο και ακολουθούν κάθε ενέργεια. Ο Ε.Α. στοχεύει με τις ενέργειές του να στείλει μηνύματα με πολλαπλούς αποδέκτες. Στο καθεστώς θέλει να σπείρει τον φόβο και την ανησυχία, να υπενθυμίσει πως σε κανέναν πόλεμο στην ιστορία δεν υπάρχει μονόπλευρη δραστηριότητα. Έτσι και στον ταξικό πόλεμο οι καταπιεσμένοι είναι υποχρεωμένοι να αμφισβητούν το μονοπώλιο της βίας. Στην κοινωνία θέλει να στείλει ένα μήνυμα ελπίδας, ανακούφισης, ένα κουράγιο στους δύσκολους καιρούς. Θέλει να δείξει ότι το καθεστώς δεν είναι πανίσχυρο να κάνει ό,τι θέλει πάνω στους καταπιεσμένους. Θέλει να καταδείξει ότι ο καπιταλισμός δεν είναι ένας γραμμικός μονόδρομος. Στους αντιστεκόμενους και τους αγωνιστές θέλει να χαρίσει ένα χαμόγελο στα χείλη, ότι ο αγώνας δεν πεθαίνει ποτέ όσο υπάρχουν άνθρωποι αποφασισμένοι να δώσουν και το αίμα τους. Ο Ε.Α. προσπαθεί να πείσει την κοινωνία πως ποτέ δε θα υπάρξουν οι κατάλληλες αντικειμενικές συνθήκες για να αντισταθούν παρά αν τις φτιάξουμε εμείς οι ίδιοι εδώ και τώρα. Στοχεύει να αφυπνίσει και να ριζοσπαστικοποιήσει συνειδήσεις. Να απαξιώσει όλες τις πολιτικές δυνάμεις και ειδικά αυτές της καθεστωτικής αριστεράς και τις ξεπουλημένες συνδικαλιστικές ηγεσίες που αποτελούν δεκανίκι του καπιταλισμού. Ο Ε.Α. ανήκει στον επαναστατικό αντικαπιταλιστικό και αντιεξουσιαστικό χώρο. Έναν χώρο με πλούσια δραστηριότητα στην μεταπολιτευτική ελλάδα, μια πολιτική σχολή σκέψης με μεγάλη παράδοση και δυνατές στιγμές αγώνα. Ο Ε.Α. θεωρεί ότι αυτός κόσμος που κυβερνάται από μια ισχυρή παγκόσμια οικονομική ελίτ επιχειρηματιών και τραπεζιτών, που λυμαίνονται τον φυσικό πλούτο, εκμεταλλεύονται και εξωθούν στην ανέχεια και την απελπισία την πλειοψηφία του πληθυσμού της γης, πρέπει να καταστραφεί απ’ τα θεμέλιά του. Κι αυτό είναι αποκλειστικό χρέος των καταπιεσμένων να το κάνουν. Η βάση αυτής της αξίωσης είναι διαχρονικά η ίδια από τη γέννηση του καπιταλισμού και της εκμετάλλευσης ανθρώπου από άνθρωπο. Ότι το σύστημα αυτό που διαπερνά όλες τις πτυχές της ζωής των ανθρώπων, την οικονομική και παραγωγική δραστηριότητα, τις κοινωνικές σχέσεις, την επιστήμη και την εκπαίδευση, είναι στην ουσία του άδικο. Και καμία πραγματική πρόοδος δεν μπορεί να υπάρξει χωρίς το πιο βασικό αγαθό μιας κοινωνίας, τη δικαιοσύνη. Πραγματικά, το λιγότερο που θα μπορούσαμε να πούμε για ένα σύστημα το οποίο τρέφεται καθημερινά από το αίμα και τον μόχθο εκατομμυρίων εργαζομένων για να παράξει έναν πλούτο που τον καρπώνονται ελάχιστοι πλούσιοι, είναι ότι αυτό είναι άδικο και εγκληματικό. Ο Ε.Α. έχει ως βασικό του όραμα αυτό που χιλιάδες πριν απ’ αυτόν οραματίστηκαν και πάλεψαν, το χτίσιμο ενός δίκαιου αταξικού κόσμου. Ενός κόσμου που δε θα χτιστεί με ιεραρχικά μοντέλα και δομές, θα έχει ως θεμέλιο λίθο του την ισότητα και την ελευθερία. Ενός κόσμου χωρίς κρατικά μορφώματα, όπου θα εξαλειφθεί κάθε μορφή εξουσίας. Όπου το σύνολο της οικονομικής και κοινωνικής ζωής θα εδράζεται σε αυτοοργανωμένες μορφές όπως οι κοινότητες και τα συμβούλια ανάλογα με την κλίμακα του τοπικού πληθυσμού. Όπου η οργάνωση της εργασίας και της παραγωγής θα αποφασίζεται από τους ίδιους τους ανθρώπους σε συνάρτηση με τις πραγματικές ανάγκες της ζήτησης. Έναν κόσμο όπου η κοινωνική αλληλεγγύη θα είναι ο πραγματικός τροφοδότης της ανάπτυξης και της ευημερίας. Έναν κόσμο όπου θα κοινωνικοποιηθούν τα πάντα από την εκπαίδευση και την υγεία μέχρι την επιστήμη και την παιδεία. Έναν κόσμο που θα φροντίζει ο ίδιος την ασφάλειά του και θα επιλύει τις διαφορές των ανθρώπων με δίκαιο και ορθολογικό τρόπο. Έναν κόσμο που πραγματικά θ’ αξίζει να ζεις.
Στόχος του Ε.Α. ήταν να αναδείξει τις εγγενείς και κυρίως τις σύγχρονες αδυναμίες του καπιταλιστικού συστήματος, κάνοντας μια πολυεπίπεδη ανάλυση στην κοινωνική και οικονομική ζωή του τόπου. Η ανάλυση της οργάνωσης για την εξέλιξη του καπιταλισμού στην ελλάδα ήταν ζωτικής σημασίας πρώτα απ’ όλα για τον ίδιο της τον εαυτό, για την κατανόηση του ίδιου του ταξικού πολέμου. Η ανάλυση ήταν για τον Ε.Α. το α και το ω της κίνησής του, η αφετηρία και το πέρας κάθε δραστηριότητάς του. Μέσα από την ανάλυση η οργάνωση επιζητούσε να ανακαλύψει και να αναδείξει εκείνα τα ρήγματα που υπάρχουν στο σύστημα μέσα απ’ τις στρεβλώσεις και τις ανωμαλίες του. Είναι αυτά τα ρήγματα που επιζητούσε η οργάνωση να εκμεταλλευτεί, να τα διευρύνει όσο το δυνατόν περισσότερο. Να πατήσει πάνω σ’ αυτές τις αδυναμίες του συστήματος για να το κάνει πιο ευάλωτο, να προσπαθήσει να το αποσταθεροποιήσει. Γιατί μέσα σ’ αυτά τα ρήγματα, κατακτιέται ένας χώρος όπου το κράτος και η προπαγάνδα του απουσιάζει, όπου οι συνειδήσεις των ανθρώπων δύναται να ξυπνήσουν, όπου όλο το ψέμα της εξουσίας αποκαλύπτεται. Η ανάλυση της οργάνωσης καθόριζε και τη στρατηγική της. Στρατηγική, λοιπόν, της οργάνωσης ήταν η κεντρική πολιτική παρέμβαση, με υψηλής συμβολικότητας στόχους, που θα προωθεί άμεσα την συγκρότηση ενός λαϊκού κινήματος που θα επιχειρήσει την κοινωνική επανάσταση στην ελλάδα. Στρατηγική του Ε.Α. ήταν να συμβάλει στην αποσταθεροποιήση του καθεστώτος, στην όξυνση των αντιθέσεων εκείνων που θα ριζοσπαστικοποιούσαν τις δυνάμεις της κοινωνίας ώστε να επιτευχθεί η ταξική αντεπίθεση.
Ενέργειες
Για να δούμε, λοιπόν, τι έκανε ο Ε.Α. Το Σεπτέμβρη του 2003 ο Ε.Α. προχωρά σε διπλή βομβιστική επίθεση στα δικαστήρια της πρώην σχολής Ευελπίδων. Η οργάνωση επιλέγει να ξεκινήσει έναν κύκλο χτυπημάτων ενάντια στην εισαγωγή του νέου αντιτρομοκρατικού δόγματος στην ελλάδα, που επισφραγίζεται με τη δίκη των κατηγορουμένων για τη 17Ν και την ιδεολογική διαμάχη που διεξάγεται σ’ αυτήν. Η δράση της οργάνωσης συνεχίζεται με την απόπειρα έκρηξης κατά υποκαταστήματος της citibank το Μάρτη του ’04 ξαι την τριπλή βομβιστική επίθεση στο αστυνομικό τμήμα Καλλιθέας 100 μέρες πριν την έναρξη της Ολυμπιάδας. Η τελευταία, με υψηλή συμβολικότητα, επιχειρεί να γελιοποιήσει το καθεστώς έκτακτης ανάγκης που έχει επιβληθεί πριν τους αγώνες. Ως ενέργεια εντάσσεται στον ίδιο σχεδιασμό, στα πλαίσια ενός κύκλου δράσεων ενάντια στα κατασταλτικά εργαλεία του πολέμου κατά της τρομοκρατίας. Τον Οκτώβρη του ’04 ο Ε.Α. ενεργοποιεί ενσύρματη βόμβα κατά διερχόμενου κονβόι αστυνομικών των ΜΑΤ στην περιοχή του Ρουφ. Οι αστυνομικές κλούβες προορίζονταν για τις φυλακές Κορυδαλλού. Και αυτή η ενέργεια πραγματοποιείται σε μια περίοδο όπου η αντιτρομοκρατική εκστρατεία του κράτους εντείνεται και ως συμβολική απάντηση στις άθλιες συνθήκες απομόνωσης που βρίσκονταν οι πολιτικοί κρατούμενοι στον Κορυδαλλό. Τον Ιούνη και το Δεκέμβρη του 2005 η οργάνωση χτυπάει τα υπουργεία Εργασίας και Οικονομίας αντίστοιχα με εκρηκτικούς μηχανισμούς. Οι δυο αυτές ενέργειες αποτελούν ένα μίνι κύκλο δράσεων ενάντια στις νεοφιλελέυθερες πολιτικές του ελληνικού κράτους που είχαν ως στόχο τότε να αλλάξουν τις εργασιακές σχέσεις προς όφελος των επιχειρηματιών. Οι πολιτικές που εφάρμοσαν τα υπουργεία αυτά είναι υπεύθυνες για την εξαθλίωση χιλιάδων εργαζομένων. Είναι υπεύθυνες για τη δημιουργία πολλών ανέργων και το κόψιμο των μισθών πολλών εργαζόμενων στα πλαίσια της αναδιάρθρωσης της ελληνικής οικονομίας. Το Μάιο του 2006 η οργάνωση αποπειράται να χτυπήσει την αυτοκινητοπομπή του πρώην υπουργού Δημόσιας Τάξης Γ. Βουλγαράκη με τηλεχειρηζόμενη βόμβα. Η ενέργεια αυτή είναι σαφώς από τις κορυφαίες πολιτικά και σε συμβολισμό στην ιστορία της οργάνωσης. Ο Βουλγαράκης είναι σαφώς υπεύθυνος για την καταπάτηση των λαϊκών ελευθεριών με τις τηλεφωνικές υποκλοπές και το όργιο παρακολούθησης που πραγματοποιήθηκε κατά τη διάρκεια και μετά τους ολυμπιακούς αγώνες. Είναι επίσης υπεύθυνος για την ελεύθερη δραστηριοποίηση ξένων πρακτόρων σε ελληνικό έδαφος και τις απαγωγές πακιστανών μετά τις επιθέσεις στο μετρό του Λονδίνου. Ένα γεγονός που η οργάνωση είχε προειδοποιήσει ότι θα μπορούσε να στοχοποιήσει τη χώρα σε κύκλους τζιχαντιστών. Ένα γεγονός που θα μπορούσε να έχει απρόβλεπτες συνέπειες, καθώς θα έβαζε τη χώρα στο στενό πυρήνα των χωρών αυτών που συμμαχούν με τις ΗΠΑ στον πόλεμο κατά της τρομοκρατίας. Το Γενάρη του ’07 πραγματοποιείται ίσως η πιο σημαντική ενέργεια του Ε.Α. Μια ενέργεια που αποδεικνύει περίτρανα πώς μια επιχείρηση με πολύ μικρής εμβέλειας καταστροφές μπορεί να αναχθεί σε μέγιστο πολιτικό γεγονός. Η επίθεση στην αμερικάνικη πρεσβεία ήταν μια ενέργεια με υψηλό συμβολικό χαρακτήρα και έστελνε το σαφές μήνυμα ότι η παντοδυναμία του καθεστώτος μια φενάκη. Ήταν μια μικρή μόνο απάντηση στους πολέμους που διεξήγαγε η φονική μηχανή των ΗΠΑ την τελευταία δεκαετία, μια ελάχιστη απάντηση για τον χαμό χιλιάδων στο Ιράκ, την Παλαιστήνη, το Λίβανο. Ήταν μια μικρή συνεισφορά της οργάνωσης στον πόλεμο κατά του πραγματικού κράτους τρομοκράτη, τις ΗΠΑ. Τον Απρίλη του ίδιου χρόνου η οργάνωση χτυπά το αστυνομικό τμήμα στον Περισσό ως απάντηση στην άγρια καταστολή των φοιτητικών κινητοποιήσεων που λαβαίνει χώρα την άνοιξη του ’07. Στην προκήρυξη που δημοσιεύεται η οργάνωση προειδοποιεί πως θα απαντήσει ανάλογα στην διαφαινόμενη τότε ένταση της αστυνομικής βίας. Τον Οκτώβρη του ’08 ο Ε.Α. τοποθετεί βόμβα στα γραφεία της shell, η οποία δεν εκρύγνειται. Η ενέργεια αυτή γίνεται ενάντια στην περιβαλλοντική καταστροφή που προκαλεί η συγκεκριμένη πολυεθνική στον πλανήτη και ειδικά στο δέλτα του Νίγηρα όπου οι άνθρωποι που ζουν εκεί αντιστέκονται ακόμη και ένοπλα στην καταστροφή της ζωής τους. Στις 6 Δεκέμβρη του 2008 δολοφονείται ο 15χρονος Αλέξανδρος Γρηγορόπουλος από τους μπάτσους Κορκονέα και Σαραλιώτη στα Εξάρχεια. Η φρικτή αυτή εν ψυχρώ δολοφονία στέκεται ως αφορμή για μια γενικευμένη εξέγερση της ελληνικής κοινωνίας και ειδικά της νεολαίας. Χιλιάδες νεολαίοι βρίσκονται καθημερινά έξω από αστυνομικά τμήματα και συγκρούονται στους δρόμους με τις δυνάμεις καταστολής. Ο χλευασμός ως προς τους αστυνομικούς έχει πάρει διαστάσεις επιδημίας. Η ελληνική κοινωνία που εδώ και μία τουλάχιστον δεκαετία ασφυκτιά από την οικονομική ανέχεια, την έλλειψη κοινωνικής δικαιοσύνης και τα σκάνδαλα που συγκλονίζουν την πολιτική ζωή, βρίσκει ένα απ’ αυτά τα ρήγματα, που έλεγα πιο πριν, για να ξεσπάσει την οργή της για το οικονομικό και πολιτικό σύστημα. Η εξέγερση του Δεκέμβρη θα σημαδέψει για πάντα τη νεότερη ελληνική ιστορία και θα αιωρείται για πάντα ως απειλή για τα αφεντικά. Είναι μέσα σ’ αυτές τις συνθήκες που ο Ε.Α. υλοποιεί την προειδοποίησή του για ένταση της δράσης του και πραγματοποιεί δύο επιθέσεις κατά ανδρών των ΜΑΤ στα τέλη Δεκέμβρη του ’08 και στις αρχές Γενάρη του ’09. Οι επιθέσεις αυτές έρχονται ως απάντηση μπροστά στο ίδιο το γεγονός της δολοφονίας του Γρηγορόπουλου. Το 2009 είναι η χρονιά όπου η Ελλάδα υπεισέρχεται επισήμως στη δίνη της παγκόσμιας οικονομικής κρίσης. Η κρίση που ξεκινά από τις ΗΠΑ με την έκρηξη της φούσκας των subprimes και αργότερα της χρεωκοπίας της Lehman Brothers συμπαρασύρει ολόκληρο το χρηματοπιστωτικό οικοδόμημα, κατά συνέπεια και πολλές εθνικές οικονομίες. Το 2008, η κυβέρνηση Καραμανλή διαβεβαίωνε ότι η κρίση δε θ’ αγγίξει την Ελλάδα. Από το πρώτο τρίμηνο του 2009 οι συνέπειες της κρίσης στο ελληνικό τραπεζικό σύστημα και την οικονομία αρχίζουν να γίνονται ορατές. Ο Ε.Α. βασιζόμενος σε μιαν ανάλυση ότι αυτή η κρίση είναι πολύ βαθύτερη απ’ ότι φαίνεται και τείνει όλο και περισσότερο να γίνεται συστημική, ν’ αγγίζει δηλαδή δομικά το οικοδόμημα του καπιταλισμού, πραγματοποιεί μια καμπάνια δράσεων με στόχο να αναδείξει τους υπαίτιους αυτής της κρίσης. Το Φλεβάρη του ’09 πραγματοποιεί ανεπιτυχή προσπάθεια να τινάξει τα κεντρικά γραφεία της citibank στην Ελλάδα. Τον επόμενο μήνα τοποθετεί εκρηκτικό μηχανισμό σε υποκατάστημα της ίδιας τράπεζας στη Ν.Ιωνία. Το Μάιο του ίδιου χρόνου πραγματοποιείται ισχυρή έκρηξη σε υποκατάστημα της eurobank στην Αργυρούπολη και το Σεπτέμβρη, τη μέρα που προκηρύσσονται εκλογές, το ελληνικό Χρηματιστήριο πλήττεται από αυτοκινητο-βόμβα μεγάλης ισχύος. Είναι το τέλος, δυστυχώς, μιας απόλυτα επιτυχούς καμπάνιας της οργάνωσης που δείχνει να παράγει πραγματικό πολιτικό κόστος για το καθεστώς. Είναι επίσης γεγονός ότι ο κύκλος αυτών των ενεργειών χαίρει μεγάλης εκτίμησης από τα χαμηλά κοινωνικά στρώματα. Αποτελεί την αληθινή και μόνη, ίσως, ανακούφιση χιλιάδων ανθρώπων που αρχίζουν να βλέπουν την πόρτα της εξαθλίωσης όλο και πιο κοντά τους.
Πολιτική αντιβία και κοινωνική νομιμοποίηση
Να πάμε να δούμε τώρα, λοιπόν, ποιοί τρομοκρατήθηκαν από τη δραστηριότητα του Ε.Α. Αλήθεια, ποιος μπορεί να με πείσει σήμερα την εποχή των μνημονίων, την εποχή όπου, χωρίς καμία υπερβολή, θα μπορούσαμε να πούμε ότι ζούμε σε ένα τυραννικό καθεστώς, πως η δράση του Ε.Α. είναι μια εγκληματική και αντικοινωνική δράση. Για όσα πραγματικά μας κατηγορούν οι διώκτες μας, όλους τους χαρακτηρισμούς που εκστομίζουν για την οργάνωση, είναι πλέον πολύ εύκολο να τους το γυρίσουμε πίσω. Αυτό άλλωστε το κάνει καθημερινά ο ελληνικός λαός που γνωρίζει ποιοι είναι οι τρομοκράτες, οι ληστές, οι εγκληματίες, τα αληθινά αποβράσματα της κοινωνίας. Η δράση του Ε.Α. είναι απολύτως κοινωνικά νομιμοποιημένη. Προτού αναλύσω περαιτέρω αυτή τη θέση μου, θέλω να σας παραθέσω μερικές εικόνες από την ιδιωτική μου ζωή και αφορούν την απήχηση της οργάνωσης. Να διευκρινίσω ότι δεν κάνω καμιά διάκριση ή επιλογή στις ενέργειες. Τα συγκεκριμένα γεγονότα τα αναφέρω απλώς ενδεικτικά…………..
…………………..Είναι σχεδόν αδιανόητο να ισχυρίζεται κάποιος, ειδικά τη σημερινή εποχή, ότι η ένοπλη πολιτική αντιβία τρομοκρατεί το λαό ή υπηρετεί συμφέροντα ξένα απ’ τα δικά του. Είναι αληθινά εξωφρενικό να το ισχυρίζονται αυτό άνθρωποι που έχουν υπογράψει τα τρία μνημόνια και τις δανειακές συμβάσεις υποτέλειας. Είναι αληθινά εξωφρενικό να κατηγορούμαι εγώ που είμαι μέλος της οργάνωσης για τρομοκρατική και αντικοινωνική δράση και όχι αυτοί που έχουν βάλει τις υπογραφές τους στην καταστροφή του τόπου που ζούμε, στην καταστροφή όχι μόνο της ζωής της δικιάς μας, αλλά και των παιδιών μας. Η πολιτική αντιβία στην Ελλάδα είναι εδώ και δεκαετίες συνυφασμένη με τον αγώνα για κοινωνική δικαιοσύνη κι ελευθερία. Η κοινωνική αποδοχή που υπήρχε σε ενέργειες ένοπλων οργανώσεων τη δεκαετία του ’70, του ’80, ακόμη και σ’ αυτή του ’90, ήταν τέτοια σε έκταση που η ιδεολογική προπαγάνδα του κράτους δεν μπορούσε καν να σταθεί. Αν κατηγορούσε κάποιος τη 17Ν ή τον ΕΛΑ για τρομοκρατική ή εγκληματική δράση τότε ο κόσμος θα γελούσε. Η δύσκολη δεκαετία του ’90 όπου η ελληνική κοινωνία έμπαινε σε έναν νέο ιστορικό κύκλο και ειδικά οι αρχές της δεκαετίας του ’00, ήταν οι εποχές που επέτρεψαν σ’ ένα κομμάτι της κοινωνίας να ενστερνιστεί την λυσσώδη προπαγάνδα του κράτους για τους επικίνδυνους τρομοκράτες. Ακόμα και τότε όμως, για την πλειοψηφία των καταπιεσμένων η ένοπλη πολιτική αντιβία αποτέλεσε μια αυθεντική ταξική δυναμική που βρίσκονταν δίπλα της. Μέσα στις πραγματικά αντίξοες κοινωνικά συνθήκες των αρχών της δεκαετίας του 2000 όπου πραγματικά οποιοσδήποτε αγωνιστής θα ήταν επιφυλακτικός, θεωρώντας πως οι αντικειμενικές συνθήκες είναι απαγορευτικές για ένοπλη δράση, ο Ε.Α. έκανε μια τολμηρή κίνηση όπου τελικά θα έλεγα πως τον δικαίωσε. Ακόμα και σ’ αυτές τις συνθήκες οι ενέργειες και οι θέσεις της οργάνωσης είχαν τεράστια απήχηση. Κι αυτό είναι κάτι που δεν το βλέπεις σε δημοσκοπήσεις, αλλά στις καθημερινές συναναστροφές με τους γονείς, τους φίλους, τους συναδέλφους, τους συντρόφους σου. Το διαπιστώνεις στις συζητήσεις των καφενείων, στις κυκλοφορίες των εφημερίδων όπου σε κάθε προκήρυξη το τιράζ τους τριπλασιαζόταν. Ακόμα και δημοσιογράφοι που κερδίζουν το ψωμί τους θάβοντας κάθε αγωνιστικό εγχείρημα, που η δουλειά τους είναι να υπερασπίζονται με πάθος το καθεστώς, δυσκολεύονταν να θάψουν τις ενέργειες του Ε.Α., πολύ περισσότερο τις προκηρύξεις όπου σε συγκεκριμένες περιπτώσεις ήταν και θετικοί ως προς τις αναλύσεις της οργάνωσης. Βέβαια, οι επικριτές της οργάνωσης και εν γένει της ένοπλης αντιβίας προέρχονταν απ’ όλο το φάσμα της πολιτικής καθεστωτικής σκηνής. Βασιλικότεροι του βασιλέως και πιο πρόθυμοι απ’ όλους ήταν πάντα η καθεστωτική αριστερά που έσπευδε να καταγγείλει τις ενέργειες ως «περίεργες» που βρίσκονται στον αντίποδα του κινήματος βάζοντας νερό στο μύλο της καταστολής. Μία θεωρία που σήμερα δεν χρειάζεται ιδιαίτερη επιχειρηματολογία για να αποκρουστεί όταν έχουμε μέσα στα δυο τελευταία χρόνια απίστευτη ένταση της κρατικής καταστολής τόσο στον δρόμο και τις κινητοποιήσεις όλων των κοινωνικών κομματιών όσο και συμβάντα μαζικών βασανιστηρίων στη ΓΑΔΑ με την πλήρη κάλυψη της πολιτικής ηγεσίας. Είναι φανερό σε όλους πλέον ότι ακριβώς το αντίθετο συμβαίνει. Είναι ο ένοπλος αγώνας αυτό το εργαλείο που ανακόπτει τις ακραίες κατασταλτικές επιθέσεις του κράτους, είναι αυτός που θέτει τους ισχυρούς και τούς λακέδες τους προ των ευθυνών τους, κάνοντάς τους να σκέφτονται και να ξανασκέφτονται τις επόμενες κινήσεις τους. Θα ήθελα να πω σε όλους αυτούς που έχουν αυτή τη θέση πως θα ήταν πολύ διαφορετικά τα πράγματα σήμερα αν υπήρχε ισχυρή αντίσταση από ένοπλες ομάδες που θα δρούσαν στη διάρκεια των δυο τελευταίων ετών. Ενέργειες ένοπλης αντιβίας θα μπορούσαν με βεβαιότητα να αποτελέσουν τουλάχιστον ένα ανάχωμα μπροστά στην βίαια επέλαση των νεοφιλελεύθερων μέτρων και της καταστολής που τα συνοδεύει. Οι πολέμιοι του ένοπλου αγώνα θα ήταν αστείο τώρα να ισχυριστούν πως οι ένοπλες ενέργειες έφεραν την κρατική καταστολή στα υψηλότερα επίπεδα των τελευταίων τριάντα χρόνων.
Θέλω τώρα να πάρουμε ένα παράδειγμα από τη δράση του Ε.Α. που έχει πολυσυζητηθεί και θα “λεγα ότι ήταν ένα σημείο οξείας κριτικής στην οργάνωση ένθεν κακείθεν. Όπως είναι σε όλους γνωστό ο Ε.Α. τραυμάτισε σοβαρά έναν άνδρα των ΜΑΤ μετά τη δολοφονία του 15χρονου Γρηγορόπουλου. Πώς θα χαρακτηρίζατε εσείς αυτό το γεγονός; Είμαι σίγουρος πως θα απαντούσατε ως μία τυφλή, εγκληματική και δολοφονική ενέργεια, που έχει ως κίνητρό της το τυφλό μίσος για τους αστυνομικούς. Όπως προείπα η ενέργεια αυτή ήταν μια απάντηση στην πραγματικά τυφλή, εγκληματική και δολοφονική πράξη ενός αστυνομικού, του Κορκονέα. Η δολοφονία Γρηγορόπουλου, είναι αλήθεια μια μεμονωμένη πράξη ενός τρελού αστυνομικού που απλώς αυθαδίασε ένα βράδυ του Δεκέμβρη; Είναι μια πράξη που δεν έχει συμβεί ποτέ στο παρελθόν, ούτε θα συμβεί ποτέ στο μέλλον; Δε χρειάζεται εδώ να αναφέρω τον κατάλογο με τους πολίτες ή αγωνιστές που έχουν εκτελεστεί από αστυνομικούς τα τελευταία τριάντα χρόνια. Η δολοφονία Γρηγορόπουλου είναι άσχετη με την έμμεση κάλυψη που παρείχε ο τότε υπουργός Βύρων Πολύδωρας σε ένα τέτοιο ενδεχόμενο; Αλήθεια, ποιος μπορεί να ξεχάσει τις αναφορές του στο «ευαίσθητο νευρικό σύστημα» των πραιτοριανών του καθεστώτος; Νομιμοποίησε ή όχι απ ́την πλευρά του καθεστώτος ο Πολύδωρας την, διαφαινόμενη εκείνη την εποχή, εν ψυχρώ εκτέλεση του Αλέξανδρου. Εγώ λέω πως ο Πολύδωρας ήταν αυτός που όπλισε το χέρι του Κορκονέα. Εγώ λέω πως κάθε φορά που κάποιος μπάτσος δολοφονεί έναν πολίτη, είναι τα ίδια τ’ αφεντικά τα οποία νομιμοποιούν αυτές τις δολοφονίες με τις δίκες παρωδίες όπου οι δολοφόνοι την γλυτώνουν με ελάχιστες ή με καθόλου ποινές. Όταν το καθεστώς διατηρεί ένα στρατό από εκπαιδευμένους δολοφόνους για να το φυλάνε και υπερασπίζεται τις ωμές δολοφονίες που κάνουν, είναι σα να ενθαρρύνει τους επόμενους να το ξανακάνουν. Η αστυνομία είναι όπως προείπα σήμερα ένας εκπαιδευμένος στρατός φτιαγμένος να προστατεύει τα συμφέροντα των πλουσίων. Είναι ένας στρατός που αρέσκεται να ξυλοκοπεί, να βρίζει, να βασανίζει, να εξεφτελίζει, ενίοτε και να σκοτώνει. Είναι οι κοινωνικοί και οι πολιτικοί συσχετισμοί κάθε φορά που τους επιτρέπουν να το κάνουν ή όχι. Θα δώσω ένα παράδειγμα. Το 1991 συλλαμβάνονται 33 αγωνιστές κάνοντας αφισοκόλληση, ενώ έχει προηγηθεί επίθεση της 17Ν σε κλούβα των ΜΑΤ. Οι 33 αφισοκολλητές βασανίζονται άγρια στο κτίριο της ΓΑΔΑ. Τα κοινωνικά αντανακλαστικά που υπήρχαν τότε δεν επέτρεψαν στο κράτος να αποσιωπήσει ή να καλύψει το γεγονός. Αντίθετα σήμερα, οι βασανισμοί των συλληφθέντων της αντιφασιστικής μοτοπορείας που συνέβησαν μέσα στο κτίριο της ΓΑΔΑ, είχαν την απόλυτη πολιτική κάλυψη του υπουργού Δένδια. Το μόνο που δεν έκανε ο ακροδεξιός υπουργός ήταν να συγχαρεί τους βασανιστές και να τους απονείμει βραβείο. Αυτό το παράδειγμα δείχνει σαφώς πρώτον πως αυτά δεν είναι μεμονωμένα περιστατικά ακραίας βίας και δεύτερον πως στη σημερινή εποχή η στρατηγική του σοκ είναι επίσημη πολιτική του ελληνικού κράτους. Μ’ άλλα λόγια το κράτος ενθαρρύνει ανοιχτά τους νεοναζί πραιτοριανούς του να προβαίνουν σε πράξεις ακραίας βίας. Ο βασικός λόγος που εφαρμόζεται αυτή η πολιτική της ακραίας αστυνομικής βίας και της ακραιφνούς καταστολής στην Ελλάδα σήμερα είναι η επιβολή των νεοφιλελεύθερων μέτρων. Μέτρων που δε θα μπορούσαν να περάσουν αλλιώς παρά σε καθεστώς απόλυτης τρομοκρατίας. Ένας δεύτερος λόγος έχει ως στόχο να πλειοδοτεί η κυβέρνηση στα ποσοστά της βίας έναντι της χρυσής αυγής που αυξάνει τα ποσοστά της αντλώντας από τους παραδοσιακούς δεξιούς ψηφοφόρους. Ας γυρίσω όμως στο καθ’ εαυτό ζητούμενο της επίθεσης του Ε.Α. στους άνδρες των ΜΑΤ. Το ερώτημα είναι το εξής. Έχει μια ένοπλη επαναστατική οργάνωση την κοινωνική νομιμοποίηση να προβαίνει σε τέτοιες ενέργειες; Η απάντηση που δίνω εγώ, για τη συγκεκριμένη περίπτωση, είναι πως ΝΑΙ. Μέσα στις υποχρεώσεις μιας οργάνωσης είναι να δίνει απαντήσεις στις δολοφονικές επιθέσεις του κράτους. Είναι στις υποχρεώσεις της να γίνεται το ανάχωμα στην επέλαση του φασισμού. Είναι στις υποχρεώσεις της να ανατρέπει τους συσχετισμούς του ταξικού πολέμου προς όφελος των καταπιεσμένων. Είναι στις υποχρεώσεις της να επιστρέφει ένα ελάχιστο ποσοστό βίας πίσω σ’ αυτούς που καταστρέφουν κάθε πτυχή της ζωής επιβάλλοντας ένα τσουνάμι βίας καθημερινά σε χιλιάδες ανθρώπους. Ναι, ο Ε.Α. ήταν αναγκασμένος να απαντήσει μ’ αυτό τον τρόπο στη δολοφονία Γρηγορόπουλου. Όπως δεν ήταν αναγκασμένος να πυροβολήσει τους τρεις αστυνομικούς στην eurobank στην Αργυρούπολη και γι’ αυτό δεν το κανε. Ο Ε.Α. δεν ήταν μια συμμορία ανθρώπων για να εμπλέκεται σε βεντέτες. Το γεγονός ότι πολλοί από τους στόχους της οργάνωσης ήταν αστυνομικοί στόχοι δεν σημαίνει καθόλου ότι υπήρξε καμία εμμονή με αυτούς. Επαναλαμβάνω ότι αν συνέβαινε αυτό και η οργάνωση ήθελε οπωσδήποτε αίμα αστυνομικών, όπως πολλοί μας έχουν κατηγορήσει, στην Αργυρούπολη, όπως το σύνολο του Τύπου υποστήριξε, θα μπορούσε να υπάρξει αίμα. Πιστεύω ακράδαντα σήμερα πως παρά την μεγάλη προσπάθεια σπίλωσης ή συμψηφισμού που επιχειρήθηκε σε αυτή την ενέργεια, ένα μεγάλο κομμάτι της κοινωνίας που πληγώθηκε τον Δεκέμβρη του ’08 από το όπλο του Κορκονέα, νομιμοποίησε την δράση του Ε.Α. και αυτό είναι το πιο σημαντικό. Και αν υπήρξε αποδοχή σ’ αυτή την ενέργεια, τότε τι θα μπορούσαμε να πούμε π.χ. για τις επιθέσεις στην πρεσβεία ή στο χρηματιστήριο. Νομίζω ότι είναι περιττό να μιλήσω για την αποδοχή αυτών των ενεργειών. Άλλωστε, νομίζω πως είναι κάτι που γνωρίζετε κι εσείς προσωπικά.
Ο ένοπλος αγώνας
Να δούμε τώρα τι είναι ο ένοπλος αγώνας ως ιστορικό φαινόμενο, γιατί επιλέγετε διαχρονικά απ’ τους αγωνιστές και τι επιδιώκει ως μέσο. Η μεγάλη διαφωνία αναρχικών και μαρξιστών για την επιλογή του ένοπλου αγώνα ως μορφή πάλης είναι τόσο παλιά όσο και ο καπιταλισμός. Οι μαρξιστές υποστήριζαν ότι ο ένοπλος αγώνας μπορεί να διεξαχθεί μόνο όταν οι μάζες είναι έτοιμες να το πράξουν, όταν δηλαδή οι αντικειμενικές συνθήκες για την επανάσταση είναι ώριμες. Στον αντίποδα οι αναρχικοί, οπαδοί της άμεσης δράσης, θεωρούσαν ότι δεν πρέπει οι αγωνιστές να περιμένουν πότε θα διαμορφωθούν οι κατάλληλες συνθήκες, αλλά θα πρέπει να προετοιμάζουν αυτές τις συνθήκες με την ένοπλη προπαγάνδα. Παρά αυτή τη βασική διαφορά μεταξύ αναρχικών, κομμουνιστών, σοσιαλιστών και άλλων επαναστατικών ρευμάτων ο ένοπλος αγώνας χρησιμοποιήθηκε από όλους κατά το πέρας της ιστορίας του 19ου και του 20ου αιώνα. Από τη δράση των αναρχοατομικιστών, των εσέρων και των μπολσεβίκων στη Ρωσία, των αναρχικών στην Ισπανία του ’36, τη δράση των αντάρτικων κινημάτων στη Λατινική Αμερική, τα κεντροευρωπαϊκά αντάρτικα πόλης της δεκαετίας του ́70 και του ́80 ως τον αναρχο- πριμιτιβιστή βομβιστή Ted Kaczynski στις ΗΠΑ, η επιλογή του ένοπλου αγώνα φέρει τη διαχρονική πάλη του ανθρώπου για ελευθερία και κοινωνική δικαιοσύνη. Ο ένοπλος αγώνας εξελίχθηκε ιστορικά μέσα απ’ αυτή τη διαπάλη και δημιούργησε θα λέγαμε μία παράδοση στο επαναστατικό κίνημα. Η πλούσια ιστορία των διαφόρων εγχειρημάτων που υπήρξαν δίδαξαν το κίνημα και προσέφεραν μία πολύτιμη εμπειρία για τη διεξαγωγή του αγώνα. Θα ήταν υποτιμητικό αλλά και γελοίο κάποιοι να ισχυρίζονται ακόμα ότι ο ένοπλος αγώνας είναι μία απολίτικη επιλογή . Να ισχυρίζονται δηλαδή ότι όλοι αυτοί οι χιλιάδες άνθρωποι που επέλεξαν αυτή τη μορφή αγώνα είναι ιδιοτελείς εγκληματίες ή ότι απλά τους συνεπαίρνει η ιδέα της βίας. Εκτός από το γεγονός ότι οι κατηγορίες αυτές εξαπολύονται πάντα από την πλευρά των ισχυρών, η «θεωρία» αυτή δεν έχει επιβεβαιωθεί ποτέ ιστορικά. Ποτέ δεν αποδείχθηκε ιστορικά πως κάποιος ένοπλος αγωνιστής είχε άλλα κίνητρα εκτός της ειλικρινούς συμβολής στον ταξικό πόλεμο, στην προώθηση της κοινωνικής επανάστασης. Πέρα όμως από την ιστορική πλευρά του ένοπλου αγώνα, εδώ μας ενδιαφέρει η συγκεκριμένη οργάνωση του Ε.Α. και η συγκεκριμένη επιλογή της μέσα στην ιστορική συγκυρία. Όπως έχω αναφέρει προηγουμένως δεν μπορούμε να δούμε τη δράση της οργάνωσης έξω από το ιστορικό πλαίσιο μέσα στο οποίο έδρασε. Αν μελετήσουμε λοιπόν τις κοινωνικές και πολιτικές συνθήκες της αρχής της δεκαετίας του 2000 και τις αναλύσουμε ακολουθώντας τη μαρξιστική σχολή σκέψης, θα λέγαμε ότι δεν υπήρχαν χειρότερες αντικειμενικές συνθήκες για την ανάπτυξη της ένοπλης πάλης στην Ελλάδα. Κι αυτό γιατί η νεοφιλελεύθερη επίθεση σε συνδυασμό με την κορύφωση του πολέμου κατά της τρομοκρατίας δημιούργησαν ένα ασφυκτικό περιβάλλον για τους αντιστεκόμενους. Η επίπλαστη κοινωνική ειρήνη και συναίνεση που διαμορφώθηκε με οδηγό την ολυμπιάδα του ’04 έδειχνε τότε ως πανίσχυρη, με αποτέλεσμα κάθε απόπειρα ένοπλης αμφισβήτησης του καθεστώτος να θεωρείται ως τουλάχιστον ως ανεδαφική. Η βασική θεώρηση του Ε.Α. ήταν ότι οι αντικειμενικές συνθήκες, δηλ. οι κοινωνικές, πολιτικές, οικονομικές συνθήκες και ο ταξικός συσχετισμός μεταξύ αφεντικών και προλεταριάτου, είναι μία εξίσωση που διαρκώς αλλάζει μεταβλητές. Αν ο 20ος αιώνας έχει χαρακτηριστεί ως η εποχή των άκρων, τότε ο 21ος, από τα λίγα χρόνια που έχουμε διανύσει, θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ως ο αιώνας της επιτάχυνσης. Κανείς πριν λίγα χρόνια δε θα πίστευε ότι τους καλοκαιρινούς μήνες θα εξαφανίζονταν οι πάγοι απ’ το βόρειο πόλο, κανείς δε θα πίστευε πως θα γίνονταν πειράματα κλωνοποίησης σε ανθρώπινα δείγματα, κανείς δε θα πίστευε πως η χρεωκοπία μιας μικρομεσαίας τράπεζας στις ΗΠΑ θα συμπαρέσυρε την παγκόσμια οικονομία στην πιο σοβαρή κρίση από το 1930, σε τόσο σύντομο χρόνο. Στην παγκοσμιοποιημένη οικονομία των αγορών έχει αποδειχθεί πως ισχύει ο εξής κανόνας: Αν χρεοκοπήσει μία τράπεζα στην Ιαπωνία, αν συμβεί ένας σεισμός στην Καλιφόρνια, αν πραγματοποιηθεί ένα θερμό επεισόδιο στη χερσόνησο της Κορέας, αν αυξηθεί απότομα η τιμή του πετρελαίου, τότε είναι πολύ πιθανό να κλονιστεί σοβαρά το παγκόσμιο οικονομικό οικοδόμημα του σύγχρονου καπιταλισμού. Η σύγχρονη ιστορία της παγκόσμιας οικονομίας στηρίζεται πάνω στην ευαίσθητη ψυχολογία των αγορών. Οι κοσμοϊστορικές αλλαγές που ζούμε την τελευταία δεκαετία είναι τόσο κατακλυσμιαίες που αδυνατούμε πολλές φορές να τις αφομοιώσουμε. Σε μια εποχή λοιπόν που δεν υπάρχει γραμμικότητα στην εξέλιξη των κοινωνικών συνθηκών, ο Ε.Α. πίστευε ότι η δράση μιας ένοπλης οργάνωσης θα μπορούσε να παίξει το ρόλο του καταλύτη ως προς την αποσταθεροποίηση του καθεστώτος. Ο Ε.Α. δεν θεώρησε ποτέ την ύπαρξή του ως αυτοσκοπό.
Ο ένοπλος αγώνας ήταν για την οργάνωση ένα εργαλείο πολιτικής προπαγάνδας.
Ο Ε.Α. δεν ταυτίστηκε ποτέ με τα μέσα που επέλεξε για τη διεξαγωγή του αγώνα. Ποτέ δεν προέτρεψε κάποιον να αγωνιστεί γιατί είναι όμορφη η κλαγγή των όπλων, γιατί είναι ωραία τα συντρίμμια ενός κτιρίου ή γιατί είναι σαγηνευτικό να παίζεις παιχνίδια με το θάνατο. Η βία δεν ήταν για τον Ε.Α., αλλά και για καμία γνήσια επαναστατική δύναμη, ούτε φετίχ ούτε παιχνίδι. Ο Ε.Α. έφερε τον ένοπλο αγώνα στην πραγματική του πολιτική διάσταση, στη μόνη δηλαδή διάσταση στην οποία αξίζει να υπάρχει. Ο ένοπλος αγώνας θα συνοδεύεται πάντα από την έκφραση «για την κοινωνική επανάσταση» ,αλλιώς δε θα έχει κανένα πολιτικό νόημα. Δεν υπάρχει δηλαδή κανένα νόημα να διεξάγεις έναν αγώνα που δε θα “χει καμία κοινωνική και ταξική αναφορά, δεν υπάρχει κανένα νόημα στο να χτυπάς το καθεστώς χωρίς να απευθύνεσαι στην κοινωνία, δεν υπάρχει κανένα νόημα να πολεμάς αν όχι για να προωθείς την κοινωνική επανάσταση. Ακόμα κι αν υποθέσουμε ότι μια ένοπλη οργάνωση σαν τον Ε.Α. είχε την επιχειρησιακή ικανότητα να καταστρέψει το καθεστώς από μόνη της χωρίς ο λαός να επαναστατήσει και να θέσει τα θεμέλια της αυριανής κοινωνίας ισότητας κι ελευθερίας, πραγματικά τι νόημα θα είχε να κάνει κάτι τέτοιο. Ο Ε.Α. και οι οργανώσεις ένοπλης αντιβίας είναι μόνο τα οχήματα που φέρουν μέσα τους τα θεωρητικά και τα πρακτικά εφόδια που θα ενισχύσουν την ταξική αντεπίθεση του λαού. Τις επαναστάσεις τις κάνει ο λαός και όχι φυσικά οι οργανώσεις και όποιος πιστεύει το αντίθετο είναι απλά αφελής. Επαναλαμβάνω ότι δε θα είχε κανένα νόημα να αγωνίζεσαι έχοντας την αυταπάτη ότι μία οργάνωση μπορεί να καταλύσει το κράτος.
Η επιλογή του ένοπλου αγώνα εμπεριέχει ένα πολύ μεγάλο φορτίο ευθύνης. Μπορεί να είναι ισότιμη με όλες τις μορφές αγώνα που διαθέτει ένα επαναστατικό κίνημα, αλλά η διαφορά του είναι πως μπορεί με ενέργειες όπως π.χ. η επίθεση στην αμερικάνικη πρεσβεία να διεισδύει στην κεντρική πολιτική σκηνή και να προκαλεί συζητήσεις για πολύ καιρό. Είναι η δυνατότητα της κοινωνικής απεύθυνσης που υπάρχει που τον κάνει να είναι τόσο ιδιαίτερο μέσο. Είναι η δυναμική που μπορεί να αναπτύσσει στην πολιτική συγκυρία που μπορεί να ριζοσπαστικοποιεί συνειδήσεις χιλιάδων ανθρώπων μέσα σε ελάχιστο καιρό. Ο ένοπλος αγώνας είναι τρομερά αποτελεσματικός όταν ακολουθεί μία στρατηγική ευδιάκριτη στην κοινωνία, συνεπή στο χρόνο και πολιτικά εύστοχη κι επίκαιρη. Όταν μία οργάνωση καλύπτει αυτά τα χαρακτηριστικά σίγουρα έχει σοβαρές προοπτικές επιτυχίας. Ο ένοπλος αγώνας διαθέτει δύο σοβαρά πλεονεκτήματα που τον κάνουν απαραίτητο για ένα κίνημα που θέλει να είναι σοβαρό. Μπορεί να εκφοβίζει τους πολιτικούς του αντιπάλους και να ανατρέπει τους συσχετισμούς δύναμης μεταξύ καταπιεστών και καταπιεσμένων, αποδεικνύοντας εμπράκτως ότι η παντοκρατορία του κράτους είναι επίπλαστη και μπορεί να απευθύνει την πολιτική που παράγει σε πολύ μεγάλη κλίμακα. Επαναλαμβάνω όμως πως οι ένοπλοι αγωνιστές φέρουν μια τεράστια ευθύνη ακριβώς γιατί η δράση τους μπορεί να είναι τόσο αποτελεσματική.
Η καπιταλιστική κρίση και η μόνη ρεαλιστική πρόταση για το ξεπέρασμά της
Το 1988 ο Ντέιβισον Μπαντού αποστέλει μια ανοιχτή επιστολή παραίτησης στον εκτελεστικό διευθυντή του ΔΝΤ Μισέλ Καμντεσί λέγοντας τα εξής: «Σήμερα παραιτούμαι από το προσωπικό του ΔΝΤ ύστερα από 12 χρόνια κι έπειτα από χίλιες μέρες εργασίας στο εξωτερικό ως αξιωματούχος του Ταμείου, κατά τη διάρκεια των οποίων, με όπλα τα φάρμακα και τα κόλπα σας, εφορμούσα σα γεράκι εναντίον των κυβερνήσεων και των λαών της Λατινικής Αμερικής, της Καραϊβικής και της Αφρικής. Για μένα, η παραίτησή μου είναι μια ανεκτίμητη απελευθέρωση, επειδή με αυτόν τον τρόπο κάνω το πρώτο βήμα που θα μου επιτρέψει να ελπίζω ότι θα μπορέσω να ξεπλύνω τα χέρια μου από αυτό που στα μάτια μου είναι το αίμα εκατομμυρίων φτωχών και πεινασμένων ανθρώπων. […] Μερικές φορές αισθάνομαι πως δεν υπάρχει αρκετό σαπούνι σ’ ολόκληρο τον κόσμο για να καθαριστώ από όλα όσα έκανα εν ονόματί σας». Σε μια μοναδική στιγμή ειλικρίνειας ο συγκεκριμένος πρώην αξιωματούχος του ΔΝΤ καταγγέλλει το Ταμείο ως μία διεθνή εγκληματική σπείρα που η λειτουργία του είναι να απομυζά τον πλούτο των λαών καταστρέφοντάς τους. Το ΔΝΤ συστήνεται μετά το πέρας του β ́ παγκοσμίου πολέμου με στόχο να παίξει το ρόλο του ρυθμιστή της παγκόσμιας οικονομίας για την αποφυγή μεγάλων κρίσεων όπως της μεγάλης κρίσης του ’29. Διαθέτει στο ενεργητικό του μία μεγάλη επάρκεια κεφαλαίων από εκατοντάδες αναπτυγμένες και αναπτυσσόμενες χώρες, κεφάλαια που χρησιμοποιούνται ως δημοσιονομικά προγράμματα σε χώρες που οι οικονομίες τους «αρρωσταίνουν». Το Ταμείο κυρίως από το ’70 και μετά έχει ως στρατηγική του να εξαπλώσει το νεοφιλελεύθερο οικονομικό μοντέλο σε όσες χώρες επεμβαίνει. Είναι γνωστές σε όλους οι εμπλοκές του Ταμείου με χώρες όπως η Χιλή, η Βολιβία, η Αργεντινή, η Νότια Αφρική, η Ινδονησία, η Ρωσία και η Κίνα. Αν δούμε τι έγινε σε αυτές τις χώρες κατά την περίοδο που εφαρμόζονταν τα προγράμματα του Ταμείου σ’ αυτές, θα δούμε πολλά κοινά σημεία με το τι συμβαίνει στην Ελλάδα σήμερα. Η πολιτική του Ταμείου για τις «άρρωστες» οικονομίες ήταν και παραμένει η δημοσιονομική προσαρμογή με βάση το τρίπτυχο «ιδιωτικοποιήσεις, περικοπή δαπανών του κράτους και αυτορύθμιση της αγοράς». Αυτή η πολιτική εφαρμόζεται σε κάθε ασθενή οικονομία με τα αποτελέσματα να είναι παντού τα ίδια. Φτώχεια, εξαθλίωση, διάλυση των παραγωγικών δομών, κοινωνική αποδόμηση και θάνατος. Η επιβολή νεοφιλελεύθερων μέτρων σε όσες χώρες μετέβει το ΔΝΤ ήταν η απόλυτη καταστροφή για τους λαούς. Η στρατηγική του Ταμείου δεν είναι φυσικά αυτό που οι νεοφιλελεύθεροι ευαγγελίζονταν «το trickle down effect», η διάχυση των οικονομικών οφελών από την οικονομική μεγέθυνση προς τα κάτω, αλλά μόνο η οικονομική μεγέθυνση και τα υπερκέρδη μιας ελάχιστης μειοψηφίας που επωφελούνται από την οικονομική απορρύθμιση. Άλλωστε, έχει αποδειχθεί πως ποτέ δεν έχει συμβεί το φαινόμενο του «trickle down effect», ποτέ δηλαδή δεν επωφελήθηκαν οι φτωχοί από την οικονομική μεγέθυνση που παρατηρήθηκε τις δεκαετίες του ’90 και ’00. Μάλιστα, το αντίθετο ακριβώς συνέβη με την ψαλίδα να ανοίγει μεταξύ φτωχών και πλούσιων, με τις ταξικές ανισότητες να αυξάνονται ραγδαίως. Να “ρθούμε και λίγο τώρα στην Ελλάδα και στο τι συμβαίνει τώρα σ’ αυτήν. Υπάρχουν ορισμένες ημερομηνίες που δεν ξεχνάς ποτέ. Στις 23 Απρίλη του 2010 βρίσκομαι στα Τρίκαλα στη φυλακή και παρακολουθώ το Γιώργο Παπανδρέου, από τους πιο μισητούς ανθρώπους για τον ελληνικό λαό, να εξαγγέλλει την υπαγωγή της χώρας στον ευρωπαϊκό μηχανισμό στήριξης. Πέρα από τη σημειολογία της εικόνας ενός πρωθυπουργού να ανακοινώνει την παραχώρηση της διακυβέρνησης της χώρας από το Καστελόριζο, τον πιο μακρινό τόπο στην επικράτεια, η συγκεκριμένη μέρα είναι μέρα προδοσίας για τον ελληνικό λαό. Η συγκεκριμένη επιλογή του Καστελόριζου είναι βέβαια μνημείο γελοιότητας και πραγματικά άξια του ποιόντος του Γιωργάκη. Ο Παπανδρέου και το ΠΑΣΟΚ παρέδωσαν το Μάιο του ’10 τη διακυβέρνηση της χώρας στην τρόικα της Ε.Ε, της Ε.Κ.Τ. και του Δ.Ν.Τ. Όταν το ΠΑΣΟΚ παρέλαβε την εξουσία το Σεπτέμβρη του ’09 από τον συνταξιούχο Καραμανλή, η Ελλάδα βρισκόταν στην καρδιά της παγκόσμιας οικονομικής κρίσης. Μία κρίση που δεν επηρέασε την Ελλάδα φαινομενικά κατά τη διάρκεια του ’08, όταν το τραπεζικό σύστημα φλέγονταν διεθνώς. Αντίθετα, καθ’ όλο το ’09 η διόγκωση του δημοσιονομικού ελλείμματος που τελικά κατέληξε στο 16%, με την παράλληλη εκτίναξη του δημόσιου χρέους στα ύψη, έφεραν την Ελλάδα πραγματικά στην καρδιά της παγκόσμιας οικονομικής κρίσης. Η Ελλάδα έγινε η βόμβα που απειλούσε να τινάξει στον αέρα την παγκόσμια οικονομία. Όταν μία μικρομεσαία τράπεζα στις ΗΠΑ η Lehman Brothers προκάλεσε με την κατάρρευσή της το τσουνάμι που παρέσυρε το παγκόσμιο χρηματοπιστωτικό σύστημα, μας κάνει να σκεφτόμαστε τι θα σήμαινε η χρεωκοπία της Ελλάδας, μιας χώρας μέλους της Ευρωζώνης, μέσα στο 2010.
Η καταστροφική διαχείριση της δημοσιονομικής κατάστασης της χώρας από την κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ, όσο και το επικοινωνιακό της βατερλό τους πρώτους μόλις μήνες του 2010, ήταν οι καταλυτικοί παράγοντες που έσπρωξαν την Ελλάδα εκτός αγορών να εκλιπαρεί για χρήματα άνευ όρων από τους εκβιαστικούς μηχανισμούς της Ε.Ε. και του ΔΝΤ. Επειδή όμως δε θέλω να κουράσω με ιστορίες, η συνέχεια είναι γνωστή σε όλους κι ακόμη πιο γνωστές είναι οι συνέπειες της οικονομικής πολιτικής που ακολουθείται τα δυόμιση τελευταία χρόνια στον τόπο μας. Μετά την επιβολή και ψήφιση τριών μνημονίων κι δύο μεσοπρόθεσμων προγραμμάτων προσαρμογής, το PSI και το κούρεμα του εξωτερικού χρέους κατά μόλις 21%, η ελληνική κοινωνία έχει βρεθεί πραγματικά να ζει σε καταστάσεις πολέμου. Ένας λαός που έχει σχεδόν καθολικά απορρίψει αυτήν την πολιτική της άκρατης λιτότητας, ένας λαός που μάχεται σε κάθε ευκαιρία να ανατρέψει αυτήν την πολιτική, υφίσταται την εξαθλίωση, την πείνα, τη δυστυχία, την αναξιοπρέπεια. Όλα αυτά ενώ έχει ψηφιστεί και τρίτο μνημόνιο που θα αλλάξει για πάντα το χάρτη των εργασιακών σχέσεων, θα καταργήσει εργατικές κατακτήσεις δεκαετιών και θα εφορμήσει σα ληστής στις συντάξεις και τους μισθούς. Όπως έχει γίνει κατανοητό σε όλους, τόσο ο EFSF(προσωρινός μηχανισμός χρηματοπιστωτικής σταθερότητας) που έχει συστήσει η Ε.Ε. για τη χρηματοδότηση του χρέους χωρών εντός ευρωζώνης όπως η Ελλάδα, όσο και το ΔΝΤ δεν αποτελούν κοινά πιστωτικά ιδρύματα που δανείζουν κάποιον με το τάδε επιτόκιο χωρίς οποιονδήποτε άλλο όρο. Πρόκειται για τον μεν EFSF και κατόπιν τον ESM οι οποίοι αποτελούν μηχανισμούς που εξυπηρετούν την επιβολή της πολιτικής της Γερμανίας ως κυρίαρχης δύναμης στην Ε.Ε. Μιας πολιτικής που υπαγορεύει ουσιαστικά στα μέλη κράτη της ένωσης τι προϋπολογισμούς θα καταρτούν, τοποθετεί τοποτηρητές όπως ο Ράιχενμπαχ και γενικά εφαρμόζει μια πολιτική ασφυκτικής λιτότητας με στόχο να καταστήσει τις χώρες πιο ανταγωνιστικές. Παρά τις επιμέρους τους διαφωνίες, για παράδειγμα για το θέμα της δεύτερης αναδιάρθρωσης του ελληνικού χρέους, το ΔΝΤ χρηματοδοτεί τα χρέη διαφόρων χωρών επιβάλλοντας σκληρά προγράμματα λιτότητας με στόχο να βγουν απ’ την κρίση πιο ανταγωνιστικές. Στην ουσία το πρόγραμμα της εσωτερικής υποτίμησης που ακολουθείται στην Ελλάδα με προοπτική να υπάρξει ανάπτυξη σε λίγα μόλις χρόνια όχι μόνο έχει αποτύχει, αλλά οδηγεί μαθηματικά στην καταστροφή ενός ολόκληρου λαού και των γενιών που έρχονται. Η ελληνική κοινωνία είναι καταδικασμένη για δεκαετίες, πράγμα που παραδέχονται πλέον και οι φορείς της καταστροφής. Σε περιπτώσεις όπως στη Ρωσία που επί Γέλτσιν εφαρμόστηκε ένα αντίστοιχο πρόγραμμα εσωτερικής υποτίμησης από το Ταμείο, οι παραγωγικές δομές της χώρας ξεπουλήθηκαν σε εξευτελιστικές τιμές σε ξένους επενδυτές. Η λογική της εσωτερικής υποτίμησης σε μια χώρα όπως η Ελλάδα που δεν μπορεί να υποτιμήσει το νόμισμά της, εδράζεται στο γεγονός ότι ελαττώνοντας το μοναδιαίο κόστος παραγωγής (δηλ. κόβοντας τους μισθούς και τις θέσεις εργασίας, μειώνοντας τις εργοδοτικές εισφορές κ.α.) θα καταστεί η οικονομία ελκυστικότερη σε ξένες επενδύσεις οπότε θα κλείσει ο κύκλος της ανάκαμψης της οικονομίας υποτίθεται προς όφελος όλων. Μόνο που στην Ελλάδα αυτός ο κύκλος δεν κλείνει ποτέ καθώς κανένας σοβαρός επενδυτής δε θα έβαζε τα ευρώ του με την προοπτική να πάρει πίσω δραχμές. Έτσι, οι προβλέψεις για την αποχώρηση της Ελλάδας από τη ζώνη του ευρώ από τα περισσότερα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα εμμένουν με αποτέλεσμα την καθίζηση της ελληνικής οικονομίας και την για 5η πλέον συνεχιζόμενη χρονιά ύφεσης. Τα δύο μνημόνια κατ’ ομολογίαν όλων έχουν αποτύχει όπως και όλη αυτή η πολιτική της εσωτερικής υποτίμησης οδηγεί μαθηματικά στη χρεωκοπία Και αυτό το γεγονός το έχουν αντιληφθεί στην τρόικα κι έχουν προετοιμαστεί για μια ενδεχόμενη έξοδο της Ελλάδας από την ευρωζώνη. Μάλιστα, είναι γεγονός ότι στο Ταμείο έχουν γίνει συζητήσεις για απεμπλοκή του απ’ το ελληνικό πρόγραμμα.
Να δούμε λίγο τώρα την κατάσταση με αριθμούς. 8 στους 10 έλληνες έχουν υποστεί μείωση εισοδήματος (σύμφωνα με έρευνα της focus bari) Τα πραγματικά εισοδήματα των ελλήνων το 2011 υπέστησαν μείωση κατά 25,3% (σύμφωνα με έκθεση του οοσα) Η εγχώρια ζήτηση έπεσε -25% στα επίπεδα του 2000 (ετήσια έκθεση 2012 ινε-γσεε) Η ανεργία έφτασε το 17,7% το ’11 και 24% το ’12, αριθμός που ενδέχεται να αναθεωρηθεί προς τα πάνω (ετήσια έκθεση 2012 ινε-γσεε) Η πρόβλεψη για τη σχέση εργαζομένων προς ανέργους τείνει να γίνει 1:1 Το ΑΕΠ μειώθηκε κατά 4,7% το ’12 και 6,9% το ’11 (ετήσια έκθεση 2012 ινε-γσεε) Οι ιδιωτικές επενδύσεις μειώθηκαν στα 10 δις από τα 26 που ήταν το ’08 (ετήσια έκθεση 2012 ινε-γσεε) Στο 38ο πανελλήνιο ιατρικό συνέδριο διαπιστώθηκε η κατακόρυφη άνοδος ψυχοσωματικών νοσημάτων σε παιδιά και εφήβους όπως έντονο κι απροσδιόριστο άγχος, νεύρα, επιθετικότητα, πονοκεφάλους, διάρροια, πόνους στο σώμα. Νοσήματα που αποδίδονται στην οικονομική κρίση και τις οικογενειακές συνθήκες. Ενώ δεν υπάρχει επίσημη καταγραφή των αυτοκτονιών, η κατακόρυφη αύξησή τους τα τελευταία δύο χρόνια είναι εμφανέστατη, αν κάποιος διαβάζει καθημερινά τις ειδήσεις (3124 τα τελευταία τρία χρόνια, αύξηση 37%). Να δούμε τώρα κάποια πράγματα για το πρόγραμμα ανταλλαγής ομολόγων και αναδιάρθρωσης του ελληνικού χρέους, το PSI. Ένα πρόγραμμα που ο πρώην αξιωματούχος του Ταμείου Π.Ρουμελιώτης έχει χαρακτηρίσει ως μεταφορά των ζημιών από τις τράπεζες στις κυβερνήσεις (δηλαδή στο λαό). Οι απώλειες των ασφαλιστικών ταμείων λόγω του PSI είναι 53%, ενώ σε πραγματικές αξίες υπολογίζονται σε 70%). Στις 31 Δεκεμβρίου του 2009 οι ξένες τράπεζες κατείχαν ομόλογα ελληνικού δημοσίου αξίας 141,5 δις. Το 2010 αντίστοιχα 95,9 δις και το 2011 μόλις 35 δις. Είναι ολοφάνερο πως αυτά τα προγράμματα δεν ανακουφίζουν το λαό, αλλά ξεφορτώνουν το βάρος από τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα και τους ιδιώτες επενδυτές και το μετακυλύουν στους φτωχούς. Όπως και τα χρήματα των δανειστών που παίρνει η Ελλάδα σε κάθε δόση του προγράμματος, πηγαίνουν στη σωτηρία των ελληνικών τραπεζών και όχι φυσικά στις πραγματικές ανάγκες της κοινωνίας. Με τη σειρά του το ελληνικό τραπεζικό σύστημα “βουλώνει τις τρύπες’ του, καλύπτει τις ζημιές του από την αγορά τοξικών προϊόντων και cdo ή ενισχύει τις θυγατρικές του και την έκθεσή τους στην αγορά των Βαλκανίων. Η αλήθεια είναι ότι οι ελληνικές τράπεζες δεν έχουν καταφέρει να ξεφορτωθούν σε μεγάλο βαθμό ομόλογα του ελληνικού δημοσίου, πράγμα που κατάφεραν οι ευρωπαϊκές και οι υπερατλαντικές τράπεζες και ασφαλιστικά ταμεία με το PSI. Η πιστωτική ασφυξία που υπάρχει σήμερα στο ελληνικό τραπεζικό σύστημα ενισχύεται από την κεφαλαιακή ανεπάρκεια λόγω της μαζικής απόσυρσης καταθέσεων και το κλείσιμο της στρόφιγγας της ρευστότητας από την ΕΚΤ. Η ασφυξία αυτή έχει μεταφερθεί και στην πραγματική οικονομία όπου κατά βάση οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις έχουν χάσει το βασικό πυλώνα χρηματοδότησής τους με συνέπεια τα λουκέτα, τις απολύσεις ή την εκ περιτροπής εργασία. Καταστάσεις που πρέπει να αναγνωρίσουμε στην Τρόικα ότι ήταν οι μόνες που προέβλεψε, γι’ αυτό και κατέθεσε τους νόμους που διευκολύνουν τους εργοδότες να απολύουν με χαμηλές ή και καθόλου αποζημιώσεις.
Η ελληνική κοινωνία ζει απ’ το 2008 και μετά μια πολυεπίπεδη κρίση. Αφού αφέθηκε στο κράτος πρόνοιας του ΠΑΣΟΚ τη δεκαετία του ’80, βιώνει το τέλος της μεταπολίτευσης στα μέσα του ’90 αποσύροντας μια και καλή την συλλογική μνήμη μιας ολόκληρης εποχής που βάφτηκε από το αίμα αγωνιστών. Το τελευταίο μισό της δεκαετίας του ’90 και η δεκαετία του ’00 έρχονται να ισοπεδώσουν όλες τις αξίες που διακρίθηκαν στην ελληνική κοινωνία κατά το παρελθόν όπως η αλληλεγγύη και η αλληλοβοήθεια, ο σεβασμός και η συμπόνοια για τους φτωχούς απ’ όποια χώρα κι αν προέρχονται και βυθίζουν την πλειοψηφία στην ιδιωτικότητα και την ψευδαίσθηση της αιώνιας ευημερίας και του νεοπλουτισμού. Παράλληλα με τις cayene, τις πιστωτικές και τα διακοποδάνεια που προσέφεραν αφειδώς οι τράπεζες πλάθοντας το ελληνικό «αμερικάνικο όνειρο», οι νεοφιλελεύθερες πολιτικές σχημάτιζαν ένα στρατό νεόπτωχων, υπερδανεισμένων και χρεοκοπημένων, ένα στρατό από εργαζόμενους και ανέργους που ζούσαν κάτω απ’ το όριο της φτώχειας. Έναν κόσμο που ασφυκτιούσε κάτω από τις συνθήκες φτώχειας σε ένα περιβάλλον όπου οι αριθμοί έδειχναν ότι η Ελλάδα είναι ένας υπέροχος τόπος να ζεις. Η ελληνική οικονομία είναι μια κλειστή οικονομία που στηρίζεται σχεδόν αποκλειστικά στην ιδιωτική ζήτηση. Η τεράστια φούσκα του υπερδανεισμού με τα στεγαστικά και καταναλωτικά δάνεια και κυρίως τις πιστωτικές κάρτες καλλιέργησαν την ευφορία σε αρκετούς τομείς της οικονομίας από τον κατασκευαστικό κλάδο μέχρι τον εσωτερικό τουρισμό, φέρνοντας τους δείκτες της ανάπτυξης να τρέχουν στο πάλαι ποτέ ιστορικό 4%. Ένα ποσοστό που κατέτασσε την Ελλάδα τότε σε αναπτυσσόμενη χώρα. Έναν όρο που για να μην ξεχνιόμαστε χρησιμοποιούνταν από τα όργανα της Ε.Ε. και όλα τα διεθνή ιδρύματα. Αναρωτιέται κανείς αν η ΕΚΤ που χρηματοδοτούσε αφειδώς τις ελληνικές τράπεζες δεν παρακολουθούσε την αναπτυσσόμενη φούσκα π.χ. στις οικοδομές; Να γυρίσουμε όμως πίσω στην ελληνική κοινωνία. Τέσσερα είναι τα καθοριστικά γεγονότα που συνέβαλαν στη σημερινή πλήρη απαξίωση του πολιτικού συστήματος. Το σκάνδαλο των δομημένων ομολόγων όπου αποκαλύφτηκε η ληστρική διαχείριση των ασφαλιστικών ταμείων, οι καταστροφικές πυρκαγιές του 2007, το σκάνδαλο της siemens και αυτό του Βατοπεδίου Όλη αυτή η σειρά των σκανδάλων κατέδειξε σε όλους το πόσο διεφθαρμένο είναι το πολιτικό προσωπικό της χώρας, το βαθμό της διαπλοκής που υπάρχει μεταξύ της εκτελεστικής εξουσίας και των διάφορων οικονομικών κέντρων. Σκάνδαλα που ώθησαν ένα μεγάλο κομμάτι του λαού να μην έχει πια εμπιστοσύνη σ’ αυτό το σάπιο κομματικό σύστημα και ένα άλλο να στρέψει τις ελπίδες του στο ΠΑΣΟΚ. Το ΠΑΣΟΚ που με την ωμή πλάνη του κορόιδεψε το λαό φέρνοντας την απόλυτη καταστροφή στον τόπο. Έτσι, ο ερχομός της τρόικας, των μνημονίων, των δανειακών συμβάσεων, των ωμών εκβιασμών, της ληστρικής επιδρομής κατά των μισθών και των συντάξεων, έφεραν την κατάρρευση του υπάρχοντος διπολικού συστήματος διακυβέρνησης και την πλήρη ηθική και πολιτική απονομιμοποίησή του. Καμία κυβέρνηση και καμία κοινοβουλευτική πλειοψηφία δεν είχε την κοινωνική νομιμοποίηση να φέρει και να ψηφίσει κανένα από τα τρία μνημόνια. Το μόνο που μπόρεσε να κρατήσει αυτό το καθεστώς στα πόδια του και να νομιμοποιήσει την εγκληματική του δράση είναι η σφοδρή κρατική καταστολή. Στην πραγματικότητα τόσο η κυβέρνηση Παπανδρέου, όσο αυτή του Παπαδήμου, όσο και η τρικομματική κυβέρνηση Σαμαρά, έπαιξαν το ρόλο υπηρεσιακών κυβερνήσεων με στόχο να περάσουν αντίστοιχα τα μνημόνια. Κυβερνήσεις και κοινοβουλευτικές ομάδες που για τα πατριωτικά τους στάνταρ και γι’ αυτούς που πιστεύουν σ’ αυτά θα πρέπει να συγκριθούν μονάχα με τις αντίστοιχες δοσίλογες κυβερνήσεις στις ευρωπαϊκές κτήσεις των ναζί. Πραγματικά πιστεύω πως θα καταγραφούν στην ιστορία ως προδότες του λαού. Όσο πιο σοκαριστικά είναι τα μέτρα που ψηφίζονται, ίδιου μεγέθους σοκαριστική και απεχθής θα πρέπει να είναι και η καταστολή που χρησιμοποιείται απέναντι σε όσους αντιστέκονται. Η αρχή αυτή που έχει εφαρμοστεί από πλειάδα κρατών ως μέθοδος επιβολής της νεοφιλελεύθερης πολιτικής είναι ο συνεκτικός κρίκος του καθεστώτος και ο μόνος λόγος που δεν έχει καταλειφθεί ακόμα το κοινοβούλιο. Το δραστήριο κίνημα των αγανακτισμένων που εμφανίστηκε το 2010 και ξεδίπλωσε την βεντάλια της νέας πολιτικής γεωγραφίας της ελληνικής κοινωνίας αντιμετώπισε τη σφοδρή καταστολή και εξαφανίστηκε. Τι εξέλιξη είχε αυτό το συνονθύλευμα ανθρώπων που είχε ως επιδίωξή του να μπει στη βουλή, είναι το ζητούμενο για να κατανοήσουμε τις σημερινές εξελίξεις. Όπως προείπα οι κύριοι πυλώνες της κοινοβουλευτικής δημοκρατίας που στήριζαν το πολιτικό σύστημα για 30 χρόνια έχουν καταρρεύσει. Στο κενό που δημιουργήθηκε από αυτήν την εκκωφαντική κατάρρευση εμφανίστηκαν νέες πολιτικές δυνάμεις. Στην πολιτική το φαινόμενο αυτό ισχύει νομοτελειακά θα λέγαμε. Στην πολιτική το κενό εξουσίας πάντα καλύπτεται. Αφού αυτό το κενό δεν μπόρεσαν να το καλύψουν οι ταξικές δυνάμεις που ζητούσαν αυτοδιαχείρηση και ανατροπή του υπάρχοντος πολιτικο-οικονομικού συστήματος, έτσι όπως διαμορφώθηκαν στις συνελεύσεις της πλατείας Συντάγματος, στις λαϊκές συνελεύσεις γειτονιών και γενικά στο δρόμο του αγώνα από το ’10 και μετά, δύο είναι οι πολιτικές δυνάμεις που έχουν ενισχυθεί θεαματικά διεκδικώντας θέση στο πολιτικό σκηνικό. Ο ΣΥΡΙΖΑ εμφάνισε μια εντυπωσιακή αύξηση του ποσοστού του στις δύο εκλογικές αναμετρήσεις του ’12 λέγοντας απλά και μόνο δυο λέξεις «θα κυβερνήσω». Αυτές και μόνο οι δυο λέξεις χρειάστηκαν για να μετακινηθεί ένα πολύ μεγάλο μέρος της κεντροαριστεράς από το θνησιγενές ΠΑΣΟΚ στο ΣΥΡΙΖΑ, καθώς κι ένα κομμάτι της εργατικής τάξης, κυρίως νέοι, που δίνουν στην καθεστωτική αριστερά μια τελευταία ελπίδα για καλυτέρευση της ζωής τους. Όλα αυτά με την απαραίτητη προϋπόθεση ο ΣΥΡΙΖΑ να καταγγείλει τα μνημόνια όπως είχε διακυρήξει προεκλογικά. Ο προεκλογικός αυτοσχεδιασμός του Τσίπρα που εκτίναξε τα ποσοστά του ΣΥΡΙΖΑ, δημιουργεί παράλληλα αρκετά προβλήματα σε έναν σχηματισμό που προφανώς δεν ξέρει πως να κυβερνήσει, ούτε βεβαίως και πως να εκπληρώσει τις προεκλογικές του δεσμεύσεις. Είναι σαφές πως ένας σχηματισμός που δεν έχει σταθερή κοινωνική βάση, δεν έχει τοπικές δομές με απήχηση στην κοινωνία και ουσιαστικά δεν ευαγγελίζεται τίποτα παρά την κατάργηση των μνημονίων, πράγμα που ποτέ δεν πρόκειται να κάνει, αποτελεί μοναχά άλλη μια φούσκα που θα σκάσει μερικούς μήνες μετά την ανάληψη της διακυβέρνησης στις επόμενες εκλογές. Ο ΣΥΡΙΖΑ είναι βέβαιο πως δε θ’ αντέξει σε ένα διεθνές περιβάλλον όπου μέχρι πρότινος αρνούνταν καν να συνομιλήσει μαζί του και σ’ ένα εσωτερικό περιβάλλον όπου δεν υπάρχει πια καμία περίοδος χάριτος, η αυξανόμενη ανεργία και φτώχεια θα απαιτούν λύσεις εδώ και τώρα. Είναι σίγουρο πως η πολιτική φούσκα του ΣΥΡΙΖΑ όταν σκάσει θα απελευθερώσει πολιτικές και κοινωνικές δυνάμεις που θα είναι απρόβλεπτες κι ανεξέλεγκτες. Η άλλη πολιτική δύναμη που έχει μπει στο προσκήνιο της πολιτικής ζωής είναι η ακροδεξιά και νεοναζιστική Χρυσή Αυγή. Εκμεταλλευόμενη αφενός την διαφαινόμενη κατάρρευση της παραδοσιακής και λαϊκής δεξιάς με τη συμμετοχή της στην κυβέρνηση Παπαδήμου και την ψήφιση του 2ου μνημονίου και αφετέρου την αύξηση της μετανάστευσης, της εγκληματικότητας και της ανασφάλειας στις γειτονιές των πόλεων, κατάφερε να μεταλλαχθεί από περιορισμένης απήχησης (στους νοσταλγούς του Χίτλερ) παρακρατική και εγκληματική οργάνωση σε κοινωνικό κίνημα. Η Χρυσή Αυγή εισέπραξε στα ποσοστά της τη θεαματική μετακίνηση παραδοσιακών δεξιών και ακροδεξιών ψηφοφόρων που πάντα ενυπήρχαν στη μεγάλη οικογένεια της Ν.Δ. και μετά το βατερλό του Καρατζαφέρη, αυτού του “δεξιοτέχνη της πολιτικής’, αναζήτησαν μια καθαρά λαϊκή αντιμνημονιακή αγκαλιά. Εισέπραξε, επίσης, την εμπιστοσύνη ενός κόσμου χωρίς ιδεολογική ταυτότητα, χωρίς μνήμες και βιώματα, που ενστερνίζεται την άποψη ότι η Χ.Α. είναι μια αντισυστημική δύναμη. Το αντισυστημικό κοστούμι της Χ.Α. ενισχύεται εντέχνως κι από την ίδια αφού η δεύτερη μεγάλη δεξαμενή άντλησης υποστήριξης είναι άνθρωποι όπως προείπα χωρίς ιδεολογική ταυτότητα που έχουν απαξιώσει το πολιτικό σύστημα. Η άνοδος της Χ.Α. αποτελεί πραγματικά ένα αξιοπρόσεκτο πολιτικό φαινόμενο. Ποιος θα πίστευε δηλαδή πως θα μπορούσε στην Ελλάδα που υπέφερε τόσο απ’ τη ναζιστική κατοχή, να ευδοκιμήσει ένας καθαρά νεοναζιστικός χώρος με θεαματική κοινωνική απήχηση. Η απάντηση που δίνω εγώ είναι η εξής. Η ιστορία μας έχει διδάξει ότι σε περιόδους μεγάλων οικονομικών και κατά συνέπεια συστημικών κρίσεων εμφανίζεται άνοδος της ακροδεξιάς ως πολιτικό αντίβαρο στην άνοδο των ακροαριστερών ή αντιεξουσιαστικών δυνάμεων. Η μεγάλη άνοδος του αναρχικού-αντιεξουσιαστικού πόλου που πρωταγωνίστησε το Δεκέμβρη του ’08 στην κοινωνική εξέγερση, εγείρει ερωτήματα στην πολιτική και οικονομική ελίτ του τόπου κατά πόσο μπορεί να επαναληφθεί κάτι παρόμοιο μέσα στην εποχή των μνημονίων. Η πλήρης κατάρρευση των παραδοσιακών καθεστωτικών δυνάμεων και ο χώρος που αυτές αφήνουν θα μπορούσαν να γίνουν ένα προνομιακό πεδίο για της ανατρεπτικές- επαναστατικές δυνάμεις για να προωθήσουν στην κοινωνία το επαναστατικό τους πρόγραμμα. Πάνω σ’ αυτό το σενάριο πιστεύω ότι χτίστηκε σταδιακά το φαινόμενο Χ.Α. Στόχος ήταν να δημιουργηθεί ένα κοινωνικό ρεύμα που θ’ αποτελεί το αντίπαλο δέος στην ευρύτερη αντικαθεστωτική αριστερά και την αντιεξουσία και ένας παράλληλος μηχανισμός που θα τρομοκρατεί τους αγωνιστές με παρακρατικές μεθόδους. Η Χ.Α. είναι παιδί ενός καταρρέοντος συστήματος και αποτελεί δεκανίκι του για την επιβίωσή του μέχρι να ξανασταθεί στα πόδια του.
Η έκρηξη του Δεκέμβρη του ’08 ήταν ένα καθαρό σημάδι πως κάτι δεν πάει καλά στην ελληνική κοινωνία. Υπήρξε προφανώς και ένα γεγονός που προσφερόταν για την εξαγωγή πολιτικών συμπερασμάτων απ’ όλες τις πολιτικές δυνάμεις φίλιες ή εχθρικές. Ο συνδυασμός μιας κοινωνικής κρίσης που σηματοδοτούσε το οριστικό τέλος μιας εποχής με τον ερχομό μιας οικονομικής κρίσης διεθνούς εμβέλειας που με τη σειρά της κατέληξε σε πολιτική κρίση, είναι από μόνο του ένα εκρηκτικό μείγμα εξαιρετικά ασταθές. Μέσα σ’ αυτό το εξαιρετικά ρευστό περιβάλλον, το κυρίαρχο ερώτημα που όλοι θέτουν είναι ποια είναι η πρόταση για το ξεπέρασμα αυτής της κρίσης. Αυτοί που κατάφεραν να απαντήσουν σ’ αυτό το ερώτημα, έστω και μη συνολικά, ήταν οι κερδισμένοι αυτής της περιόδου. Όσοι τάχθηκαν υπέρ των μνημονίων, υπέρ της πολιτικής της Γερμανίας και των δημοσιονομικών προγραμμάτων του ΔΝΤ, είναι είδη προς εξαφάνιση και θα αναγκαστούν να σχηματίσουν κάτι νέο για να επιβιώσουν. Ο Συριζα όπως προείπα, χωρίς ούτε καν να ευαγγελίζεται την επιστροφή του κράτους πρόνοιας, κέρδισε μόνο με την καταγγελία των μνημονίων στην προοπτική διακυβέρνησης του. Ο Σύριζα κέρδισε με μισή πρόταση. Ενδεικτικό είναι επίσης ότι το ΚΚΕ έχασε σημαντικό έδαφος ακριβώς για τον λόγο ότι δεν παρουσίασε καμία πρόταση. Η Χ.Α. κέρδισε γιατί εκτός από την καταγγελία των μνημονίων απάντησε σε ένα αληθινό πρόβλημα, την αύξηση της εγκληματικότητας, με μια πραγματική καθημερινή απάντηση, την τρομοκράτηση και τις εκκαθαριστικές επιχειρήσεις κατά των μεταναστών. Όπως προείπα στην πολιτική όποιο κενό δημιουργείται, πάντα υπάρχει κάποιος να το καλύψει. Η αδυναμία τόσο ενός φασιστικού κράτους, όπως το ελληνικό, να δώσει λύσεις και διεξόδους στην θεαματική προσέλευση και εγκατάσταση χιλιάδων απελπισμένων μεταναστών με φυσική συνέπεια την κατακόρυφη αύξηση της μικροεγκληματικότητας, όσο και η αδυναμία του ευρύτερου αντικαπιταλιστικού κινήματος να δώσει απαντήσεις στο ζήτημα της ασφάλειας στις γειτονιές ξεπερνόντας το στερεότυπο “αλληλεγγύη στους μετανάστες’, έδωσαν άπλετο χώρο στους ακροδεξιούς να χύσουν το φρικτό ρατσιστικό τους δηλητήριο.
Ας πάμε στο δια ταύτα λοιπόν, στη διερεύνηση μιας απάντησης στα σύγχρονα ερωτήματα που γεννά η συστημική κρίση από τη μεριά ενός πραγματικά επαναστατικού κινήματος με αντιεξουσιαστικές και αντικαπιταλιστικές καταβολές. Καταρχήν να σημειώσω σύμφωνα και με τα λεγόμενα των υποστηρικτών της πολιτικής της τρόικας πως «η οικονομία είναι μαθηματικά», ότι η συγκεκριμένη πολιτική και το δημοσιονομικό πρόγραμμα λιτότητας που έχει εκπονηθεί είναι καταδικασμένο να αποτύχει ακόμα και με βάση τα αυστηρά οικονομικά μεγέθη. Η προσπάθεια η Ελλάδα να γίνει ανταγωνιστική οικονομία αποκτώντας ένα κόστος παραγωγής αντίστοιχο της Κίνας ή της γειτονικής Βουλγαρίας θα χρειαστεί τόσα χρόνια όπου η δυναμική της ύφεσης θα συντρίψει κάθε απόπειρα ανάκαμψης με την μορφή ιδιωτικών επενδύσεων. Η πολιτική της εσωτερικής υποτίμησης εντός ή εκτός ευρωζώνης θα είναι η καταδίκη στην φτώχεια και την εξαθλίωση του λαού. Είτε παραμένοντας στην ευρωζώνη και δεχόμενοι δόσεις που απλά παρατείνουν την κατάσταση κώματος της ελληνικής οικονομίας για να μην διαλυθεί απότομα η ευρωζώνη είτε βγαίνοντας απ’ αυτήν ακολουθώντας την υποτίμηση της δραχμής, το αποτέλεσμα θα είναι ουσιαστικά το ίδιο. Κατακόρυφη μείωση του ΑΕΠ, βαθύτερη ύφεση, κατακόρυφη μείωση της ιδιωτικής ζήτησης, αδυναμία εξυπηρέτησης των βασικών αναγκών μας. Μία ρεαλιστική διέξοδος από τη σημερινή οικονομική κρίση είναι ένας ριζοσπαστικός επανασχεδιασμός της οικονομίας με βάση την εξυπηρέτηση των πραγματικών αναγκών και των συμφερόντων του προλεταριάτου. Μία κοινωνική επανάσταση που θα διώξει την οικονομική και πολιτική ελίτ του τόπου και θα θέσει τον άνθρωπο στη βάση ενός συστήματος οριζόντιας αυτοδιαχείρησης, είναι σήμερα το μόνο εφικτό και βιώσιμο σενάριο για να υπάρξει κοινωνική ευημερία. Μία κοινωνική επανάσταση που θα επανασχεδιάσει σύμφωνα με την εμπειρία των εργατών, των δασκάλων, των επιστημόνων, των γιατρών, των αγροτών, ολόκληρη την παραγωγική διαδικασία και κάθε πτυχή της οικονομικής ζωής. Θα καταργήσει κάθε ταξικό, φυλετικό, θρησκευτικό ή άλλον τεχνητό διαχωρισμό και θα βάλει στο επίκεντρο της κοινωνίας τις αξίες της αλληλεγγύης, της αλληλοβοήθειας και της δικαιοσύνης ως θεμελιώδης λίθους στην οικοδόμηση μιας νέας εποχής για την ανθρωπότητα. Μία κοινωνική επανάσταση που θα πρέπει να απεμπλέξει το λαό από τους ευρωπαϊκούς και τους διεθνείς μηχανισμούς του κεφαλαίου όπως η ΕΕ και το ΝΑΤΟ, να πάψει την αποπληρωμή του δημόσιου χρέους τόσο στον ιδιωτικό όσο και στον επίσημο τομέα, να απαλλοτροιώσει τον πλούτο της εγχώριας ελίτ των πλουσίων όσο και των ξένων επενδυτών, να απαλλοτροιώσει τον πλούτο της Εκκλησίας και των τραπεζών για να καλύψει τις άμεσες ανάγκες του λαού. Ο λαός θα πρέπει να πάρει τον έλεγχο όλων των στρατηγικών σημείων της επικράτειας και να καταλάβει τον εξοπλισμό του εχθρού, να καταλάβει τις συγκοινωνίες, τις τηλεπικοινωνίες και να καταρτίσει άμεσα ένα σχέδιο για την άμυνα και την ασφάλειά του. Η εκποίηση ενός σχεδίου για την ανασυγκρότηση της οικονομίας θα πρέπει να είναι η πρώτη προτεραιότητα ενός ένοπλου λαού που θα λάβει τη ζωή στα χέρια του. Μία οικονομία που θα βασιστεί στις αρχές της αυτάρκειας και της παραγωγής για την κάλυψη των φυσικών αναγκών των ανθρώπων, σχεδιασμένη και προσαρμοσμένη πάνω στις ιδιαίτερες συνθήκες κάθε περιοχής. Μια οικονομική δραστηριότητα που θα βασίζεται τόσο στις ανάγκες όσο και στις επιθυμίες των ανθρώπων και ο πλούτος που παράγεται θα διαχέεται οριζόντια και ισότιμα ανάλογα με τις πραγματικές ανάγκες της κοινωνίας. Μία τέτοια οικονομική οργάνωση της κοινωνίας είναι σίγουρο πως μπορεί όχι μόνο να επιβιώσει, αλλά και να φέρει ευημερία στο λαό, να δώσει ελπίδα σε μας και τα παιδιά μας.
Πολιτική ευθύνη
Η ανάληψη πολιτικής ευθύνης για συμμετοχή στον Επαναστατικό Αγώνα συνίσταται σε τρεις βασικούς λόγους. Ο ένας είναι πολιτικός, ο άλλος ηθικός και ο τρίτος συγκερασμός και των δύο. Σπεύδω σ’ αυτό το σημείο να πω πως και οι τρεις έχουν την ίδια αξία για μένα. Ο πρώτος λόγος λοιπόν για να αναλάβω την ευθύνη για τη συμμετοχή μου στην οργάνωση είναι η απαραίτητη ελευθερία που μου δίνει η ενέργεια αυτή για να υπερασπιστώ τη δράση και το λόγο της απέναντι σε ένα ολόκληρο στρατό μισθοφόρων είτε δημοσιογράφων είτε αξιωματούχων που μοναδικό τους στόχος είναι να τη συκοφαντήσουν και να τη σπιλώσουν. Η ανάληψη ευθύνης είναι μια στρατηγική τοποθέτηση που από μια θέση κολλημένου στον τοίχο κάνεις το άλμα και βρίσκεσαι πίσω από τον εχθρό. Πρακτικά, δεν αποδέχεσαι την ήττα που επέρχεται με τη σύλληψη και συνεχίζεις τον αγώνα. Συνεχίζεις να απευθύνεις το πολιτικό σου πρόγραμμα από τη θέση του φυλακισμένου ή του ομήρου σήμερα. Πολιτική ευθύνη για συμμετοχή στον Ε.Α. δε σημαίνει πως παίρνω μια θέση απέναντι στις κατηγορίες, όπως πολλές φορές ο κ.εισαγγελέας έχει αναφέρει είτε πως έχω «αποδεχτεί» είτε πως έχω «ομολογήσει» τη συμμετοχή μου στην οργάνωση. Σας υπενθυμίζω λοιπόν πως αν ήθελα να ομολογήσω τη συμμετοχή μου στην οργάνωση θα το είχα κάνει και δε θα χρειαζόταν να με βασανίζουν επί πολλές ώρες στη ΓΑΔΑ. Η επιλογή του να αναλάβουμε συλλογικά τα μέλη του Ε.Α. την ευθύνη με δημόσιο κείμενο μας μετά τη σύλληψή μας είναι μια πολιτική ενέργεια που σε καμία περίπτωση δεν σημαίνει αποδοχή οποιασδήποτε κατηγορίας. Και για να γίνω πιο σαφής θα πω πως δεν αποδέχομαι καμία από τις κατηγορίες ούτε και αυτή της συμμετοχής σε τρομοκρατική οργάνωση. Η ανάληψη πολιτικής ευθύνης σου δίνει το πλεονέκτημα να διατυπώνεις τις θέσεις του Ε.Α. καθαρά και προς κάθε κατεύθυνση, από όποιο βήμα κι αν σου δίνεται. Σου δίνει τη δυνατότητα να αντιπαρέλθεις την άθλια προπαγάνδα του κράτους και διαφόρων συνοδοιπόρων του που μιλούν για εγκληματικά στοιχεία ή για πράκτορες μυστικών υπηρεσιών. Με την ανάληψη ευθύνης έχεις την πολιτική ελευθερία να μιλάς για την επιλογή αγώνα που έκανες, να την υπερασπίζεσαι και να την προτείνεις σε άλλους. Με λίγα λόγια έχεις την ευχέρεια να συνεχίζεις την πολιτική σου καμπάνια χωρίς να κάνεις οποιαδήποτε έκπτωση στο λόγο σου. Ο δεύτερος λόγος για να αναλάβω την ευθύνη είναι ηθικός λόγος. Στην πραγματικότητα δε θα μπορούσα να κάνω κάτι διαφορετικό από αυτό, λόγω χαρακτήρα και ανατροφής. Το ότι ήμουν σε μια ένοπλη οργάνωση που έκανε αυτά που όλοι γνωρίζετε και το ότι βρίσκομαι εδώ σήμερα σ’ αυτή τη θέση απέναντί σας είναι μια δύσκολη κατάσταση, για την οποία όμως δεν ντρέπομαι. Αυτοί που θα πρέπει να ντρέπονται για όσα έχουν κάνει στο λαό είναι αυτοί που με κατηγορούν και τολμούν να αποκαλούν εμένα τρομοκράτη. Εγώ δε θεωρώ, ούτε και θα πάψω, ότι έχω κάνει κάτι κακό για τα συμφέροντα του λαού στον οποίο ανήκω. Όπως ήδη θα γνωρίζετε, έχω δυο παιδιά και μια γυναίκα που στερήθηκα για ενάμιση χρόνο και θα στερηθώ για αρκετό καιρό ακόμη. Η επιλογή του να είμαι στον Ε.Α. γνωρίζοντας ότι αυτή η συνθήκη της σύλληψης, με το κόστος που έχει, θα μπορούσε να έλθει ανά πάσα στιγμή, σίγουρα δεν είναι μια απερισκεψία ή μια τυχαία εξέλιξη. Ο Ε.Α. είναι για μένα μια επιλογή ζωής, απ’ αυτές που συμβαίνουν μια φορά στη ζωή κάποιου, απ’αυτές που αξίζει να πεθάνει κανείς γι’ αυτήν. Μια τέτοια επιλογή, λοιπόν, είναι αυτή που υπερασπίζομαι εδώ και είναι αυτή που αύριο θα υπερασπιστώ μπροστά στα παιδιά μου όταν με ρωτήσουν γιατί έμεινα τόσο καιρό μακριά τους. Πραγματικά πιστεύω πως δε θα μπορούσα να έχω τη συνείδησή μου ήσυχη αν έκανα κάποια άλλη επιλογή. Όπως είπα και προηγουμένως η επιλογή του ένοπλου αγώνα είναι μια πράξη μεγάλης ευθύνης. Μιας ευθύνης πρώτα απ’ όλα στον εαυτό σου, μετά στους συντρόφους σου και ύστερα στην κοινωνία. Για εμάς τα μέλη του Ε.Α. η ανάληψη ευθύνης ήταν και είναι μια πράξη αυτονόητη, αντίστοιχη του πήχη που έβαλε η οργάνωση σε όλα τα επίπεδα. Εγώ προσωπικά στα 32 μου χρόνια έχω να αντιμετωπίσω ένα κυκεώνα προβλημάτων, όμως νιώθω καλά με τον εαυτό μου, νιώθω καλά και προπαντός έχω ήσυχο το κεφάλι μου με την ανάληψη της πολιτικής ευθύνης για συμμετοχή στον Ε.Α. και πιστεύω ότι αυτό είναι το πιο σημαντικό στα χρόνια που έρχονται.
Ο τρίτος λόγος όπως είπα είναι ένας συνδυασμός του πολιτικού με το ηθικό στοιχείο. Είναι παράλληλα όμως και το πιο δύσκολο σημείο αυτής της τοποθέτησης μου. Στις 10 Μάρτη του 2010 ο Λάμπρος Φούντας χάνει τη ζωή του στην συμπλοκή της Δάφνης. Αυτή και μόνο αυτή θα ήταν η πρόταση που θα έμενε ως καταγραφή της ιστορίας για το συμβάν της Δάφνης αν τα τρία μέλη του Ε.Α. δεν αναλάμβαναν την ευθύνη για τη συμμετοχή τους στην οργάνωση. Αυτός και μόνο θα μπορούσε να είναι ο λόγος, όπως έχουμε ξαναπεί, για να προβούμε σ’ αυτή την ενέργεια, να μην αφήσουμε δηλαδή το νεκρό σώμα του συντρόφου μας βορά στις συκοφαντίες ή στις παρερμηνείες του καθενός. Με την ανάληψη ευθύνης αποκαταστήσουμε τη μνήμη του και κάναμε σε όλους γνωστό για ποιόν λόγο έχασε τη ζωή του ο Λάμπρος. Κάποιες στιγμές στο παρελθόν θυμάμαι τον εαυτό μου να αναρωτιέται αν για κάποιο λόγο έχανα τη ζωή μου, τι θα ήθελα να κάνουν οι σύντροφοι μου. Αυτό που απαντούσα τότε ήταν πως θα ήθελα με κάθε δυνατό τρόπο να έλεγαν την ιστορία μου στον κόσμο, να μην πήγαινε όλος αυτός ο κόπος χαμένος. Η ανάληψη ευθύνης από μέρους μου και η διήγηση σ’ ολόκληρο τον κόσμο της κοινής μας πολιτικής ιστορίας, είναι το ελάχιστο χρέος απέναντι στο σύντροφό μου το Λάμπρο. Ο Λάμπρος ο Φούντας πέθανε με το όπλο στο χέρι προσπαθώντας να απαλλοτριώσει ένα αυτοκίνητο που θα χρησιμοποιούνταν σε ενέργεια της οργάνωσης. Πέθανε ως μέλος του Επαναστατικού Αγώνα, ως αγωνιστής που τάχθηκε ολόψυχα στο σκοπό της κοινωνικής επανάστασης και όσο ζω θα φροντίσω να μην ξεχαστεί ποτέ αυτό. Ο Λάμπρος θα πρέπει να μείνει στη συλλογική μνήμη αυτής της κοινωνίας, του κινήματος, αλλά και στις γενιές που έπονται, στα παιδιά μας, ως ύμνος στον ίδιο τον αγώνα, όχι για το γεγονός ότι πέθανε, αλλά ακριβώς γιατί επέλεξε ένα μονοπάτι που τον έφερε σε αναμέτρηση με το θάνατο. Το γεγονός του θανάτου ενός ανθρώπου όπως ο Λάμπρος σίγουρα δεν προσφέρεται για μεγάλα λόγια, για εκτενείς πολιτικές αναλύσεις και σίγουρα θα ήταν καλύτερα να προσέχουν όσοι μιλούν γι’ αυτόν κι ακόμη καλύτερα κάποιοι να μη μιλούν καθόλου. Παρόλα αυτά θέλω να πω δυο λόγια για το σύντροφο Λάμπρο σ’ αυτό το δικαστήριο γιατί το δικαιούται πραγματικά. Γιατί κάποιοι φρόντισαν στο να μην είναι εδώ ανάμεσά μας. Ο Λάμπρος ήταν απ’ αυτή την πάστα των ανθρώπων όπου λες ότι είσαι τυχερός να γνωρίζεις. Ήταν απ’ τους ανθρώπους που έχουν κάτι πολύ σημαντικό, το μέτρο των πραγμάτων. Συνδύαζε άψογα την πολιτική αντίληψη των πραγμάτων με την αντικαθεστωτική δράση. Ο Λάμπρος ήταν ένας κατεξοχήν άνθρωπος της δράσης. Τον γνώρισα το 1998 μέσα στις κινηματικές διαδικασίες του αντιεξουσιαστικού χώρου. Αν και ποτέ δε γίναμε φίλοι, ποτέ δεν ήπιαμε ένα κρασί μαζί, ήταν απ’ τους ανθρώπους που, ως νεαρός τότε στα πράγματα, μου έκανε μεγάλη εντύπωση. Ο Λάμπρος ήταν απ’ τους ανθρώπους που ήξερες πως αν τον συναντήσεις θα έχεις μαζί του μια σοβαρή συζήτηση για τα τεκταινόμενα Ήταν άνθρωπος με άποψη για τα πράγματα, άποψη που πάντα έψαχνες για ν’ ακούσεις. Ο Λάμπρος ενέπνεε μια σιγουριά, είχε εκείνο το βλέμμα του ανθρώπου που ξέρει να κουλαντρίζει το φόβο. Δε θα ξεχάσω τη νύχτα που ήρθε ο Κλίντον στην Αθήνα όπου, περνώντας από αμέτρητα αστυνομικά μπλόκα, κατάφερε να φτάσει με το σακίδιο στην πλάτη στην συγκέντρωση. Έφτασε μ’ ένα χαμόγελο στα χείλη σα να σου λέει «και τώρα να στρωθούμε στη δουλειά, περνάει η ώρα». Ένα χαμόγελο γεμάτο σεμνότητα. Αυτός ήταν ο Λάμπρος, ένας σεμνός αγωνιστής, ένας άνθρωπος με βαθιά πίστη στον αγώνα. Ο Λάμπρος ήταν η ζωντανή απόδειξη, όπως και όλα τα μέλη της οργάνωσης βέβαια, ότι το κίνημα είναι ένας και ενιαίος πολύμορφος οργανισμός. Δε νομίζω να υπάρχει κάτι από την πλούσια γκάμα των δράσεων αυτού του κινήματος που δεν έχει κάνει ο Λάμπρος. Από αφισοκολλήσεις και εκδόσεις μέχρι οδομαχίες και ένοπλες ενέργειες. Για τον Λάμπρο ο ΕΑ ήταν μια πολύ σοβαρή υπόθεση. Είχε αυτό το αίσθημα ευθύνης για το οποίο μίλησα νωρίτερα. Ποτέ δεν τον είδα να πανηγυρίζει σε επιτυχία μας ούτε και να θλίβεται από κάποια αποτυχία. Ήταν όπως είπα άνθρωπος με μέτρο. Για μένα ο Λάμπρος δεν είναι τίποτε άλλο από σύντροφός μου στον ΕΑ κι έτσι θα τον θυμάμαι, όχι γιατί έχασε τη ζωή του , αλλά γιατί ακριβώς έζησε δίπλα μου κοστολογώντας τον αγώνα περισσότερο από τη ζωή του. Γι’ αυτό θα πρέπει να θυμόμαστε το σύντροφο, γι’ αυτό θα πρέπει να κάνουμε τη μορφή του σημαία που θα στολίζει τον αγώνα μας, γι’ αυτό θα πρέπει να γίνει παράδειγμα για τις γενιές που έρχονται.
Οι διώξεις των 8 κατηγορουμένων για την υπόθεση του ΕΑ
Έχοντας περάσει τρία σχεδόν χρόνια από τις συλλήψεις μπορώ να πω με βεβαιότητα πλέον ότι ο θάνατος του Λάμπρου και η μετέπειτα συλλήψεις των τριών μελών του ΕΑ, θα καταγραφούν ως ένα πολύ σημαντικό πολιτικό γεγονός. Κι αυτό το λέω όχι φυσικά ορμώμενος από κάποια έπαρση για τη θέση μου στη νεοελληνική ιστορία, αλλά ερμηνεύοντας ρεαλιστικά τη συμβολή της οργάνωσης στο πολιτικό και κοινωνικό γίγνεσθαι της αρχής του 21ου αιώνα και φυσικά εικάζοντας την πιθανή συνεισφορά της οργάνωσης στην εξέλιξη της κρίσης αν δεν είχαμε συλληφθεί. Όπως έχω ξαναπεί το 2010 ήταν μια χρονιά ορόσημο για την εξέλιξη της κρίσης διεθνώς και πολύ περισσότερο για την Ελλάδα. Οι πιθανότητες μιας πλήρους πολιτικής αποσταθεροποίησης του ελληνικού καθεστώτος μέσα σ’ αυτή τη χρονιά, θα μπορούσε να συμπαρασύρει ολόκληρο το οικοδόμημα της ΕΕ, καθώς μια άτακτη χρεοκοπία θα προκαλούσε ανεπανόρθωτη ζημιά στις ευρωπαϊκές οικονομίες και στις διεθνείς αγορές αφενός και η κοινωνική αναταραχή που θα επακολουθούσε αυτής θα πυροδοτούσε την κοινωνική ανάφλεξη ολόκληρου του ευρωπαϊκού νότου αφετέρου. Ολόκληρο το 2010 χαρακτηρίστηκε από τις ογκώδεις και δυναμικές κινητοποιήσεις του λαού που ζητούσε κοινωνική δικαιοσύνη. Κινητοποιήσεις που μετά τις 12 Φλεβάρη του ’11, με χαρακτηριστικό παράδειγμα αυτές ενάντια στην ψήφιση του 3ου μνημονίου, τείνουν εμφανώς να απομαζικοποιούνται κατά παράδοξο τρόπο. Ενώ δηλαδή η απάτη του πολιτικού προσωπικού είναι τώρα πιο εμφανής από ποτέ, ενώ η οργή του κόσμου είναι τόσο έκδηλη, ενώ η οικονομική κατάσταση έχει πιάσει πάτο, η κοινωνία δεν εκφράζει αυτήν την οργή και αυτοί που διαδηλώνουν κάθε φορά μειώνονται. Η δικιά μου ερμηνεία γι’ αυτό το παράδοξο στην ελληνική κοινωνία είναι η εξής. Πριν κάποια χρόνια η ερμηνεία που έδιναν διάφορες πολιτικές δυνάμεις για τη μη συμμετοχή πολύ κόσμου σε κινητοποιήσεις ήταν ο φόβος των επεισοδίων. Μία ερμηνεία που θα μπορούσαμε να αναγνωρίσουμε ως ορθή όσον αφορά ένα κομμάτι της κοινωνίας μη εξοικειωμένο με τις συγκρούσεις και τα δακρυγόνα, που ίσως είχε την αυταπάτη ότι μπορεί να βρεθεί πολιτική λύση για την κρίση μέσα στο καθεστώς. Αυτή τη στιγμή είμαι πεπεισμένος πως η πλειοψηφία του κόσμου δε συμμετέχει στις διαδηλώσεις γιατί δεν του αρκούν αυτές οι συγκρούσεις που γίνονται, έχοντας ως δεδομένη την καταστολή των ματατζήδων με την ωμή βία και τα χημικά. Καθημερινά αυξάνεται το ποσοστό των ανθρώπων που πιστεύουν ότι μόνο μια κοινωνική επανάσταση μπορεί να δώσει λύση στα προβλήματά τους. Η αδυναμία του κόσμου που αγωνίζεται εδώ και τρία χρόνια να αντισταθεί δυναμικά στην κρατική καταστολή φέρνει ως συνέπεια μια αίσθηση ματαιότητας κι αυτό είναι κάτι φυσικό για την πλειοψηφία της κοινωνίας. Όπως ξαναείπα, σκοπός του ΕΑ ήταν εκτός των άλλων να δίνει με τις ενέργειές του την απαραίτητη ψυχολογία τόσο στο κίνημα όσο και στην κοινωνία, να εμψυχώνει με αποφασιστικότητα όλους τους καταπιεσμένους, να δείχνει μια χαραμάδα ελπίδας σε έναν κόσμο ότι αυτό το καθεστώς δεν είναι πανίσχυρο και άτρωτο. Ξαναγυρνώντας λοιπόν, στο 2010 θα τολμούσα να πω πως η απουσία του ΕΑ σε επιχειρησιακό επίπεδο ήταν παραπάνω από μεγάλη. Η απουσία ένοπλων ενεργειών που θα κλόνιζαν το καθεστώς αφενός και θα έδιναν αυτή τη θετική ψυχολογία στο λαό που τόσο επιζητούσε αφετέρου, ήταν ένας σημαντικός παράγοντας στην εξέλιξη της κρίσης. Το γεγονός ότι ο ΕΑ θα μπορούσε να τινάξει στον αέρα τα οικονομικά μέτρα της κυβέρνησης Παπανδρέου, είναι κάτι που έχουν παραδεχτεί και οι τότε κρατικοί αξιωματούχοι. Υπό αυτό το πρίσμα θα πρέπει να παραδεχτώ ότι οι συλλήψεις των τριών μελών του ΕΑ ήταν μια μεγάλη επιτυχία του καθεστώτος.
Μέσα σ’ αυτή τη λυσσαλέα επίθεση που εξαπέλυσε το κράτος κατά του ΕΑ με τις συλλήψεις των τριών μελών της οργάνωσης και την προσπάθεια να αποπολιτικοποιηθεί με κάθε τρόπο η δράση της, εντάσσεται και η σύλληψη αφενός των τριών συγκατηγορουμένων και αφετέρου η έκδοση εντάλματος για έναν ακόμη που παραδόθηκε πριν τη δίκη. Η εμπλοκή τους στην υπόθεση είναι καθαρά μια προσπάθεια πίεσης προς την οργάνωση και τα τρία μέλη της. Θα μπορούσα να πω, όσο σκληρό κι αν ακούγεται, πως οι σύντροφοι υπήρξαν παράπλευρες απώλειες της κατασταλτικής επιχείρησης κατά του Επαναστατικού Αγώνα. Οι τέσσερις συγκατηγορούμενοι μου, όλοι τους έχουν την δική τους αξιόλογη ιστορία στο κίνημα και προέρχονται όπως κι εμείς τα τρία μέλη του ΕΑ και ο Λάμπρος Φούντας από τον αντιεξουσιαστικό χώρο, ένα χώρο για τον οποίο προσωπικά είμαι περήφανος που αφιέρωσα σ’ αυτόν τα καλύτερά μου χρόνια, καθώς και περήφανος για τους σπουδαίους ανθρώπους που γνώρισα. Για τους τέσσερις πραγματικά έχω να πω πως λυπάμαι γιατί δε θα έπρεπε να κατηγορούνται για τον ΕΑ και τους εύχομαι ειλικρινά κάθε τύχη στην έκβαση της δίκης.
Μαρί Μπεραχά
Να δούμε τώρα την δίωξη της Μαρί της Μπεραχά, που «παρεμπιπτόντως» είναι και γυναίκα μου. Θυμάμαι ένα πρωί που ήμουν στον Κορυδαλλό να την παίρνω τηλέφωνο, όπως κάθε πρωί και να μου λέει ότι ήρθε κάποιος να της παραδώσει μια κλήτευση για ανάκριση στο εφετείο. Το χαρτί έγραφε να παρουσιαστεί στον κ. Μόκκα ως κατηγορούμενη για τον Επαναστατικό Αγώνα. Δε θυμάμαι ακριβώς σε ποια ημέρα της απεργίας πείνας βρισκόμουν, αλλά θυμάμαι ότι η πρώτη αντίδρασή μου ήταν να της πω πως θα έχουν κάνει λάθος και ότι πρόκειται μάλλον για κλήση μάρτυρα, όπως συνέβαινε εκείνο τον καιρό. Θυμάμαι την έκπληξη στα λόγια της στο τηλέφωνο, την ίδια έκπληξη που είχα κι εγώ εκείνη τη στιγμή. Μπορώ να ομολογήσω τώρα ότι το γεγονός αυτό, το να κάθεται δηλαδή η γυναίκα μου δίπλα μου σ’ αυτές τις καρέκλες ήταν ειλικρινά το μόνο που δε μπορούσα να φανταστώ σ’ αυτή την υπόθεση. Ήταν και εξακολουθεί να είναι πολύ χειρότερο κι από τα βασανιστήρια και τον εξευτελισμό που υπέστη όταν ήμουν στα χέρια της αντιτρομοκρατικής στη ΓΑΔΑ. Υπάρχουν δυο τουλάχιστον περιστατικά που θα σας βοηθήσουν να καταλάβετε γιατί κάθεται η κα Μπεραχά εδώ μπροστά σ’ αυτές τις καρέκλες και όχι σ’ εκείνες πίσω εκεί που κανονικά θα έπρεπε να κάθεται. Όταν σταμάτησα τη νικηφόρα απεργία πείνα το Νοέμβρη του ’10, κλήθηκα από τον κ. Μπαλντά για τη συμπληρωματική κατηγορία της συλλογής και διαχείρισης κεφαλαίων. Ο μόνος λόγος που πήγα τότε κατάκοπος στο νοσοκομείο των φυλακών που βρισκόμουν δεν ήταν για να απαντήσω στην επιπλέον κατηγορία, αλλά για να τον ρωτήσω γιατί κατηγορούνε τη γυναίκα μου, όπως και έκανα. Μάλιστα, ομολογώ πως ήμουν τόσο εκνευρισμένος, αλλά σεβάστηκα τα χρόνια του. Η πρώτη απάντηση που πήρα ήταν ότι τη Μπεραχά τη χειρίζεται ο κ. Μόκκας. Μία πραγματικά θρασύδειλη απάντηση που δείχνει πολλά και για την ίδια τη δίωξη, αλλά και για το ποιόν του ανθρώπου. Όταν τον πίεσα να μου απαντήσει, μου έδωσε την εξής εξαιρετική απάντηση. «Αφού βρέθηκε αποτύπωμα κάπου σ’ ένα όπλο». Όταν του υπενθύμισα ότι δεν ήταν αποτύπωμα αλλά dna, τότε, με τα πολλά, μου είπε πως «η αντιτρομοκρατική μας είπε να την κατηγορήσουμε». Το επόμενο περιστατικό είναι τη βδομάδα των συλλήψεων στη ΓΑΔΑ στο 12ο όροφο. Εκεί είχα πραγματικά την τιμή να γνωρίσω το διοικητή της αντιτρομοκρατικής, τον κ. Τζοίτη. Ο κ. Τζοίτης, λοιπόν, αφού διέταξε να με βασανίσουν και να απειλήσουν τη γυναίκα μου και τα παιδιά μου για να αποσπάσουν πληροφορίες, μετά θέλησε να διαπραγματευτεί μαζί μου. Μετά από μια βδομάδα που κρατούμουν εκεί και λίγα μόλις λεπτά πριν μεταχθώ στις φυλακές Τρικάλων μου έκανε την εξής πρόταση. «Θα σου δώσω 50 χιλιάρικα να τα δώσεις στη γυναίκα σου να τη βγάλουν μερικά χρόνια, δε θα το μάθει κανείς». Να πω εδώ ότι καθ’ όλη τη διάρκεια της ανάκρισης αυτή την εβδομάδα δε ρωτήθηκα το παραμικρό για δήθεν εμπλοκή της Μπεραχά στην υπόθεση. Ρωτάω λοιπόν, ήταν τόσο σίγουρος ο κ. Τζοίτης για το που θα έδινε 50 χιλιάρικα; Άσε μετά που θα είχε και πρόβλημα γιατί η Μπεραχά είναι στη λίστα του ΣΔΟΕ για την τρομοκρατία και ελέγχονται όλοι οι λογαριασμοί της. Θα δημιουργούνταν τεράστιο σκάνδαλο!
Τέλοσπαντων, για να κόψουμε την πλάκα. Εγώ έχω αυτή την άχαρη θέση αυτή τη στιγμή εκτός από κατηγορούμενος να είμαι και μάρτυρας υπεράσπισης της Μαρί της Μπεραχά. Θα μπορούσα πολύ άνετα να σας πω για ποιούς λόγους μπορώ να εικάσω ότι βρίσκεται κατηγορούμενη η γυναίκα μου. Άλλωστε, είμαι απόλυτα σίγουρος ότι κι εσείς είστε αρκετά έξυπνοι για να τους φανταστείτε Δε θα αναφέρω όμως κανέναν. Το κύριο μέλημα κάθε άντρα είναι να προστατεύει τη γυναίκα του. Έτσι κι εγώ δεν έκανα τίποτε λιγότερο από αυτό. Η αλήθεια είναι ότι δε με ενδιαφέρει να μάθω αν τελικά αυτό το υποτιθέμενο dna σ’ εκείνο το όπλο είναι της Μαρί. Η αλήθεια είναι ότι ποτέ δεν ανησύχησα αν θα μεταφέρω dna της γυναίκας μου ή των παιδιών μου πάνω σε κάτι «επιλήψιμο». Κι αυτό γιατί ποτέ δε φαντάστηκα ειλικρινά ότι η γυναίκα μου θα κατηγορούνταν για συμμετοχή στον Επαναστατικό Αγώνα. Γιατί πολύ απλά η Μαρί Μπεραχά δε γνώριζε ότι ο σύζυγός της ήταν μέλος του ΕΑ, όσο σκληρό κι αν ακούγεται αυτό και όσο σκληρό κι αν είναι και για την ίδια. Το μόνο που έκανα ήταν να προσπαθώ να την προστατεύσω, όπως κάθε άντρας τη γυναίκα του.
Συμπεράσματα-κλείσιμο
Στο άρθρο του Παύλου Τσίμα στα ΝΕΑ στις 6/10/12 δημοσιεύονται στοιχεία της έρευνας που διεξήγαγε μια σοβαρή ομάδα οικονομολόγων (υπό τη διεύθυνση του πρώην επικεφαλής οικονομολόγου της McKinsey) και με πρόσβαση σε στοιχεία της Διεθνούς Τράπεζας Διακανονισμών, του ΔΝΤ και εθνικών λογαριασμών, που επιχειρούσε να αποτιμήσει το μέγεθος της λεγόμενης «σκιώδους οικονομίας». «13 τρισεκατομμύρια λίρες! Αυτός είναι ο κρυμμένος θησαυρός της παγκόσμιας ελίτ». Ο πλούτος, δηλαδή, που βρίσκεται μεταξύ Ελβετίας, Νήσων Καϊμάν και Σιγκαπούρης και διαφεύγει των εθνικών φορολογικών Αρχών. Το συμπέρασμα -που ανακοινώθηκε από τον διεθνή οργανισμό Tax Justice Network -ήταν πως οι σούπερ πλούσιοι της Γης είχαν, στα τέλη του 2010, αποθηκευμένα σε κάποιον φορολογικό παράδεισο, απαλλαγμένα φόρου, κεφάλαια ύψους από 16 έως 25 τρισεκατομμύρια ευρώ! Δηλαδή όσο το συνολικό μέγεθος της οικονομίας των ΗΠΑ και της Ιαπωνίας, μαζί! Μια δεύτερη παρατήρηση της έρευνας ήταν πως η εξάπλωση των φορολογικών παραδείσων συμβάλλει σε μια τερατώδη και επικίνδυνη αύξηση των ανισοτήτων στον κόσμο. Τα 21 τρισ. δολάρια αντιστοιχούσαν σε καταθέσεις δέκα εκατομμυρίων ανθρώπων, όλων και όλων, από ολόκληρο τον πλανήτη Γη. Και σε λιγότερους από 100.000 ανθρώπους (ανάμεσά τους και Ελληνες, προφανώς) αντιστοιχούσαν offshore καταθέσεις ύψους 10 τρισεκατομμυρίων δολαρίων! Ένα τρίτο συμπέρασμα της μελέτης ήταν πως οι 140 φτωχότερες χώρες του πλανήτη, εκείνες που είναι βυθισμένες στα χρέη, ζητιανεύουν την ελεημοσύνη των δανείων του ΔΝΤ και υφίστανται αιματηρά προγράμματα λιτότητας, δεν είναι στ’ αλήθεια οφειλέτες, μα πιστωτές του υπόλοιπου κόσμου. Οι χώρες αυτές, με συνολικό δημόσιο χρέος 4 τρισ. δολάρια, έχουν (σε αφορολόγητους offshore λογαριασμούς πλουσίων πολιτών τους) καταθέσεις ύψους 10-13 τρισ. δολαρίων.
Έχω συνηθίσει να ακούω αρκετούς υπουργούς και υφυπουργούς σ’ αυτή τη χώρα, που κοκορεύονται για τις γνώσεις τους στα δημόσια οικονομικά, ότι η οικονομική πολιτική χαράσσεται σύμφωνα με τα μεγέθη και τους αριθμούς. Όλοι αυτοί που έχουν βγάλει μια σχολή οικονομικών στην Μ.Βρετανία ή στις ΗΠΑ, συνήθως δουλεύουν πρώτα σε κάποιο πιστωτικό ίδρυμα του εξωτερικού και μετά γίνονται υπουργοί στις ελληνικές κυβερνήσεις. Πώς μπορούν, λοιπόν, όλοι αυτοί να δικαιολογήσουν αυτά τα μεγέθη, αυτούς τους αριθμούς που εξάγονται από αυτή την έρευνα; Θα μπορούσε, λοιπόν, αυτή η έρευνα να αποτελέσει την ταφόπλακα του παγκοσμιοποιημένου καπιταλισμού; Η απάντηση με αυστηρά μαθηματικούς όρους είναι πως ναι. Η έρευνα αυτή είναι είναι η ομολογία, καταρχήν, της αποτυχίας αυτού του συστήματος και έπειτα η ομολογία της αδικίας που υπάρχει σ’ αυτόν τον κόσμο. Θα μπορούσαμε να πούμε πως και μόνο αυτή η ομολογία επιβεβαιώνει τον μόχθο χιλιάδων αγωνιστών που παλεύουν για την καταστροφή αυτού του άδικου συστήματος. Ενός συστήματος που έχει ως μοναδικό στόχο τη συσσώρευση πλούτου στα χέρια μιας μικρής ελίτ πλουσίων που εκμεταλλεύονται το μόχθο των λαών. Ο παγκοσμιοποιημένος καπιταλισμός δεν είναι τίποτε άλλο από μια κρεατομηχανή ανθρώπων. Μπορεί εδώ σ’ αυτό το δικαστήριο εσείς που με δικάζετε να νομίζετε ότι εγγυάστε τη «νομιμότητα», την τάξη,δηλαδή,σε μια κοινωνία που απειλείται από εμένα. Στην πραγματικότητα το μόνο που εγγυάστε είναι ότι αυτός ο πλούτος θα εξακολουθήσει να παραμένει σ’ αυτά τα ολίγα και βρώμικα χέρια. Είναι βολικό και ευχάριστο να βλέπουμε το δέντρο και όχι το δάσος, να μην εντάσσουμε τον εαυτό μας σε μια παγκόσμια ολότητα αγνοώντας τις ιστορικές μας ευθύνες, αλλά η επερχόμενη καταδίκη μου, δυστυχώς για εσάς, σας εντάσσει ακριβώς στους ανθρώπους που διαιωνίζουν αυτή την αδικία, που υπερασπίζονται ένα διαρκές έγκλημα. Μιας και η σημερινή μέρα είναι από τις πιο σημαντικές της ζωής μου, θα ήθελα να πω λίγα πράγματα για τον εαυτό μου, για το ποιος είναι ο Κώστας ο Γουρνάς. Κατάγομαι, όπως ανέφερε εδώ κι ο Δημήτρης ο Κουφοντίνας, από το Μαντούδι Ευβοίας. Μπαίνοντας στην εφηβεία παθιάστηκα με το όραμα της κοινωνικής επανάστασης κι έγινε σκοπός της ζωής μου να ενταχτώ στο αντιεξουσιαστικό κίνημα. Εδώ και σχεδόν 15 χρόνια που βρίσκομαι στην Αθήνα έχω ασχοληθεί με κάθε αναρχική δραστηριότητα, σχεδόν με κάθε πτυχή αυτού του κινήματος. Ως άνθρωπος που έμαθε από νωρίς να κερδίζει το ψωμί μόνος του, που έμαθε δηλαδή τι σημαίνει καπιταλισμός στην πράξη και όχι στη θεωρία, γνωρίζω ότι η ζωή είναι μια διαρκής διαπάλη. Μια διαπάλη που στην πραγματική ζωή παίρνει βίαιες διαστάσεις. Η βία είναι μέσα στη φύση του ανθρώπου. Ο άνθρωπος είναι ικανός για το καλύτερο, αλλά και για το χειρότερο. Αυτό που εγώ έχω ζήσει, αλλά και αυτό που έχει αποδειχτεί ιστορικά είναι ότι οι καπιταλιστές και όσοι τους υπηρετούν είναι μόνο ικανοί για το χειρότερο. Είναι αυτοί που έχουν διαχύσει τη βία σε κάθε πτυχή της ζωής μας, μεταμορφώνοντάς την σε προϊόν που αναπαράγεται συνεχώς. Ο καπιταλισμός έχει δυο εφαρμογές της βίας, η μία ως μέσο τρομοκράτησης του πληθυσμού για να μην αντιστέκεται και η δεύτερη ως πολιτισμική συνεισφορά στην ανθρώπινη εξέλιξη. Αν ψάχνετε για βίαιους ανθρώπους που δε τους καίγεται καρφί στη θέα ή στην είδηση της πιο ακραίας μορφής που μπορεί να πάρει η βία, το χαμό ενός ανθρώπου, τότε μην κοιτάζετε προς τα εμένα, μην κοιτάζετε προς τους ένοπλους αγωνιστές. Κοιτάξτε προς τη μεριά αυτών που καταθέτουν ή ψηφίζουν νομοσχέδια, αυτών που μια τους απόφαση επηρεάζει την τύχη και πολλές φορές τις ίδιες τις ζωές πολλών ανθρώπων. Μπροστά σας, λοιπόν, δεν έχετε έναν άνθρωπο που αγαπάει τη βία. Μάλιστα, θα έλεγα ότι σε ολόκληρη τη ζωή μου προσπάθησα να την αποφύγω όπως ο διάολος το λιβάνι. Τώρα, θα με ρωτήσετε πως συμβαδίζει η επιλογή του ένοπλου αγώνα με αυτό που μας λέτε για τη βία. Η απάντησή μου είναι πως η θέση μου για τον ένοπλο αγώνα είναι πως δεν πρόκειται για ένα πιο βίαιο μέσο αγώνα από τα υπόλοιπα. Αυτό που χαρακτηρίζει μια ένοπλη οργάνωση δεν είναι κατ’ εμέ η βίαια μορφή που έχουν οι ενέργειές της, αλλά η διεισδυτικότητα που έχει ο πολιτικός της λόγος στην κοινωνία. Η βία έρχεται απλά να υπογραμμίσει μια πολιτική διαμάχη.
Να ξαναγυρίσω πίσω σε μένα. Όπως σας είπα και προηγουμένως η επιλογή του ΕΑ ήταν μια πολύ σοβαρή υπόθεση για μένα. Μια υπόθεση ζωής. Θα μπορούσα πολύ εύκολα απ’ τη θέση που είμαι και από την εξέλιξη που έχει πάρει η δίκη να πω ίσως λιγότερα πράγματα στην τοποθέτησή μου, να φτιάξω ίσως μια «απολογία» που θα σας ήταν πιο «αρεστή», που θα προσπαθούσα ίσως να αποκρούσω κάποια στοιχεία της δικογραφίας που με βαραίνουν. Δε θα το κάνω όμως. Όχι γιατί δε με νοιάζει πόσα χρόνια θ’ ακούσω στην απόφαση του δικαστηρίου, μιας και είμαι ο μοναδικός κατηγορούμενος με τις πιο πολλές κατηγορίες, αλλά γιατί αυτό που με νοιάζει πρωτίστως είναι να μιλήσω για τη ζωή μου, να μιλήσω για τον Επαναστατικό Αγώνα. Θα ήταν νομίζω εύκολο έτσι όπως ήρθαν τα πράγματα ίσως και να ελαφρύνω τη θέση μου. Όμως δε θα το κάνω και είμαι περήφανος γι’ αυτό. Όχι γιατί έχω την άποψη ότι στο δικαστήριο δεν πρέπει να παλεύουμε τις κατηγορίες του εχθρού και να δεχόμαστε αμαχητί πολύχρονες καταδίκες, αλλά γιατί για μένα πρώτο μου μέλημα είναι η διαφύλαξη της ιστορίας της οργάνωσης. Πολλοί θα σπεύσουν να πουν ότι τι νόημα έχει να αντιπαλεύσει ο Γουρνάς τις κατηγορίες σε μια τέτοια υπόθεση όπου κάθε μια τους κοστολογείται πάνω από 5 και 10 χρόνια και κάνοντας έναν πολύ πρόχειρο υπολογισμό μαζεύονται εκατοντάδες. Πόλλοί θα σπεύσουν να πουν ότι ο Γουρνάς είναι ένας «καμμένος» ή ξοφλημένος αγωνιστής. Εγώ σε όλους αυτούς αλλά και σε καθέναν από σας έχω να πω πως ούτε κάηκα ούτε ξόφλησα είτε σαν αγωνιστής πολύ περισσότερο ως άνθρωπος. Πράγματι, βρίσκομαι εδώ όχι απολογούμενος ενώπιόν σας, αλλά ως αγωνιζόμενος και λέω αυτά που λέω όχι φυσικά γιατί περιμένω να καταλάβετε τους λόγους που ωθούν έναν άνθρωπο να ακολουθήσει την ένοπλη πάλη, αλλά γιατί απαιτώ από σας το σεβασμό που πρέπει να έχετε σε έναν πολιτικό αντίπαλό σας πριν ακριβώς τον οδηγήσετε με την απόφασή σας σε μακρόχρονη στέρηση της ελευθερίας του. Και πραγματικά θα ήθελα να δείξετε αυτό το σεβασμό όταν θα ανακοινώνετε την απόφαση επί των ποινών και θα βρίσκομαι απέναντί σας σκεφτόμενοι ότι καταδικάζετε πολιτικά ένα μέλος του Επαναστατικού Αγώνα, με όλη την ιστορία που κουβαλάει αυτή η οργάνωση. Εδώ σ’ αυτό το δικαστήριο βρισκόμαστε απέναντι για παραπάνω από έναν χρόνο. Ήταν ικανός χρόνος για να σκιαγραφήσουμε και τα προφίλ μας, εγώ το δικό σας κι εσείς το δικό μου πέρα από τις εξελίξεις της δίκης. Θα σας προέτρεπα, λοιπόν, να αναλάβετε τις ευθύνες σας, τις πολιτικές σας ευθύνες. Γιατί όσο κι αν θέλετε να το αποφύγετε, η απόφαση που θα πάρετε θα είναι πολιτική. Εαν συμπλεύσετε με τα κελεύσματα της αντιτρομοκρατικής θα πρέπει να υπερβείτε το νόμο τον οποίο εσείς λέτε ότι υπηρετείτε και να καταδικάσετε ουσιαστικά χωρίς στοιχεία. Εαν έχετε το θάρρος να υπερβείτε αυτά τα κελεύσματα τότε οι λοιποί συγκατηγορούμενοί μου θα πρέπει να πάνε σπίτια τους, όπως και κανονικά θα πρέπει δηλαδή. Επιτέλους θα έχουμε την ευκαιρία να ακούσουμε κι εσάς τώρα.
Θα ήθελα να κλείσω με τα συμπεράσματά μου απ’ αυτό το ταξίδι ζωής, τον Επαναστατικό Αγώνα. Σε μια συνάντηση που είχα με τους μάρτυρες υπεράσπισής μου, ένας σύντροφος μού έκανε την εξής ερώτηση αφήνοντάς με και λίγο αμήχανο. Με ρώτησε τι είναι αυτό που άφησε ο ΕΑ, τι παρακαταθήκη αφήνει, τι είναι αυτό που σου μένει μετά από όλη αυτή την περιπέτεια. Του είπα πως αυτό που καταρχήν άφησε η οργάνωση είναι μια πλούσια πολιτική σκέψη, μια ανάλυση για το καθεστώς που μπορεί να προσφέρει πολλά εφόδια στους νεότερους αλλά και στους παλιότερους αγωνιστές. Η παρακαταθήκη που άφησε είναι η στρατηγική, η συνέπεια, η αγωνιστικότητα, η ιστορία των μελών της, η σοβαρότητά της. Αυτό που επεσήμανα όμως είναι ότι ίσως το πιο σημαντικό απ’ όλα είναι πως σε μια πραγματικά δύσκολη εποχή, σε μια εποχή όπου πραγματικά οι συνθήκες για αντίσταση ήταν σχεδόν απαγορευτικές, κάθε ενέργεια του ΕΑ αποτελούσε μια χαραμάδα φωτός, μια χαραμάδα από το μέλλον, μια αδρή γραμμή που στο βάθος οδηγεί στο δρόμο της κονωνικής επανάστασης. Μία αχνή ελπίδα που σε κρατά ζωντανό. Μια σφιχτή γροθιά στον ουρανό που σκούζει ότι το καθεστώς δεν είναι παντοδύναμο. Κυρίως αυτό, ότι το καθεστώς δεν είναι παντοδύναμο. Ότι ο δρόμος είναι ανοιχτός, ότι υπάρχει ελπίδα. Υπάρχει μια αξίωση από την πλευρά του κράτους και ειδικά των ανθρώπων που ασχολούνται με την αντιμετώπιση της ένοπλης δράσης, ότι η πορεία των ομάδων αυτών ακολουθούν ένα γραμμικό μοντέλο. Δρουν άλλοι περισσότερο άλλοι λιγότερο και τελικά σταματούν ή συλλαμβάνονται ή τραυματίζονται ή πεθαίνουν. Σε πολλές περιπτώσεις πάντως το τέλος δεν είναι ευχάριστο όπως στις ταινίες. Χαρακτηριστικό αυτής της άποψης είναι αυτό που μου είπε ο Παπαγεωργίου της ΕΥΠ στη ΓΑΔΑ ότι όταν παίζει ο Παναθηναϊκός με τη Μπαρτσελόνα, ποιός θα κερδίσει; Παρόλο που θα έλεγα τώρα ότι με ποδοσφαιρικούς όρους μιλώντας έφαγαν πολλά και όμορφα γκολ, σ’ αυτή την διαπάλη κανείς δεν νικάει και κανείς δεν ηττάται. Το κράτος συνέλαβε τρία μέλη της οργάνωσης και σκότωσε ένα. Αλήθεια, νίκησε τον Επαναστατικό Αγώνα; Νίκησε ολόκληρη την αντίσταση των ανθρώπων που θέλουν μια καλύτερη ζωή; Μπορεί να μου πει κανένας από αυτούς τώρα ότι ο καπιταλισμός δεν φοβάται τίποτα και είναι πανίσχυρος; Όχι, ο Επαναστατικός Αγώνας ως κομμάτι του κινήματος δεν ηττήθηκε όσο οι άνθρωποί του ζωντανοί ή νεκροί θα απολαμβάνουν το σεβασμό και την εκτίμηση της κοινωνίας και του κινήματος. Όχι λοιπόν, δεν είναι μάταιο να σηκώνεις τα όπλα, δεν είναι μάταιο να αγωνίζεσαι ακόμα κι αν χάσεις τη ζωή σου ή την ελευθερία σου. Δεν υπάρχει κάτι πιο ευγενές στη ζωή απ’ το να μάχεσαι για την ελευθερία, για ένα καλύτερο μέλλον για όλους. Ο πόνος που νιώθω καμιά φορά για όσα έχουν συμβεί δεν μπορεί να ειπωθεί καν. Παρόλα αυτά νιώθω τυχερός άνθρωπος και αυτό το λέω τώρα εδώ σ’ αυτή την αίθουσα που σε λίγο καιρό θα με πάρουν δεμένο. Νιώθω τυχερός που πάλεψα μέσα απ’ αυτές τις γραμμές, τυχερός που πάλεψα μ’ αυτούς τους ανθρώπους στα εύκολα, αλλά κυρίως στα δύσκολα και πιστέψτε με ήταν πολλά. Ένα από αυτά και το πιο σημαντικό στον αγώνα μου και στη ζωή μου είναι ο χαμός του Λάμπρου. Όπως μου είπε όμως και ένας άνθρωπος που τον αγαπούσε πολύ αν μπορούσε να αλλάξει τα πράγματα δε θα το κανε κι αυτή η φράση με σημάδεψε. Επίσης, μια πολύ καλή μου φίλη μου είπε μια μέρα ότι ελευθερία είναι να επιλέγουμε το κόστος μας. Σ’ αυτούς, λοιπόν, που ταλαντεύονται ανάμεσα σε μια ζωή ήσυχη χωρίς ρίσκα και κόστη και σε μια ζωή με σκληρή δουλειά, πόνο, κόστος, ρίσκο θα τους πω να αναλάβουν το κόστος τους, να επιλέξουν την ελευθερία.
«Δημήτρη αδελφέ μου, δε μας μπορούν εμάς. Οι αναπόδραστες συνέπειες του καπιταλισμού κάνουν την επαναστατική πίστη να ριζώσει, δε μπορούν να την ξεριζώσουν όσο συνεχίζεται η αδικία και η φτώχεια. Δεν μπορούν να εμποδίσουν τις γυναίκες και τους άνδρες να δίνουν τη ζωή τους στον αγώνα για να πάψει η αδικία. Μπορούν να μας κλείσουν όλη τη ζωή μας στη φυλακή, μπορούν να μας βασανίσουν μέχρι θανάτου, όμως τα χτυπήματά τους πέφτουν στο κενό, είναι πραγματικότητα η ανάγκη να γίνει επανάσταση, και όσο υπάρχει αυτή η αναγκαιότητα θα γεννά επαναστάτες που προσπαθούν να την πραγματοποιήσουν. Αδελφέ μου, η καρδιά μου ξέρει τι περνάς, ξέρει για τις αγρύπνιες σου, όλη τη νύχτα να κοιτάς το τίποτα. Είναι η μάχη να κρατηθούμε ακέραιοι, να μείνουμε άνθρωποι που σκέφτονται και δρουν. Περιμένοντας την αγκαλιά που χρωστάμε… ζήτω αυτοί που δε σταματούν τον αγώνα!»