Σε σχέση με την ένσταση για την αναρμοδιότητα του δικαστηρίου καταρχήν, θέλω να επισημάνω κάτι. Αρχικά εμείς δεν θέλαμε να κάνουμε αυτή την ένσταση για τον εξής λόγο: δεν πιστεύαμε και δεν πιστεύουμε ότι θα έπρεπε εμείς να δικαζόμαστε. Δεν πιστεύουμε ότι υπάρχει ουσιαστικά κανένα δικαστήριο για να μας δικάσει, γιατί πολύ απλά δεν θα έπρεπε να είμαστε εμείς κατηγορούμενοι.
Η άποψή μας ήτανε και είναι -το έχουμε γράψει σε κείμενα που έχουμε στείλει σε δικαστικές αρχές οι οποίες μας ζητούσαν με κλητεύσεις να παραστούμε είτε για συμβούλια είτε για ανακριτικές διαδικασίες κ.λ.π.- ότι κανονικά εμείς θα έπρεπε να είμαστε έξω από την φυλακή, θα έπρεπε να είμαστε ελεύθεροι να δρούμε για την κοινωνική απελευθέρωση, να δρούμε για την επανάσταση, να δρούμε ενάντια στην κρίση και ενάντια σε όλα αυτά τα καθάρματα που υπάρχουν εκεί έξω και δημιουργούν αυτή την ζοφερή κατάσταση για την κοινωνία. Κανονικά εμείς θα έπρεπε να είμαστε ελεύθεροι, γιατί συνεισφέρουμε στο κοινό συμφέρον, γιατί μπορούμε να συμβάλλουμε στην ταξική και κοινωνική απελευθέρωση. Αυτοί που θα έπρεπε να τιμωρηθούν είναι οι διάφοροι Μπάφετ και Σόρρος οι οποίοι κερδοσκοπούν και δημιουργούν αυτές τις κρίσεις που ζούμε σήμερα. Θα έπρεπε να τιμωρούνται όλα αυτά τα καθάρματα που κερδοσκοπούν επενδύοντας στα χρηματιστήρια, βάζοντας σε κίνδυνο τη ζωή, θανατώνοντας στην πραγματικότητα μεγάλους πληθυσμούς. Θα έπρεπε να τιμωρηθεί όλη αυτή η πολιτική ελίτ που απαρτίζει σήμερα τους διεθνείς οργανισμούς, οικονομικούς και πολιτικούς, οι διάφοροι Τρισέ και Μπαρόζο, οι Λαγκάρντ, όλοι αυτοί που αποτελούν την υπερεθνική οικονομική και πολιτική ελίτ, η οποίοι έχουν φέρει την ανθρωπότητα σε αυτό το αδιέξοδο. Θα έπρεπε να τιμωρηθεί η ελληνική πολιτική ελίτ, οι Έλληνες εγκληματίες της οικονομικής ελίτ, οι Βαρδινογιάννηδες και οι Λάτσηδες. Όλοι αυτοί θα έπρεπε να τιμωρηθούν. Και αν υποθέσουμε ότι κάποια στιγμή καταφέρναμε ένα μεγάλο λαϊκό δικαστήριο με όλους αυτούς κατηγορούμενους, τότε να ξέρετε ότι η τιμωρία τους θα ήταν παρά πολύ σκληρή.Πιστεύαμε και πιστεύουμε ότι δεν είμαστε εμείς αυτοί που θα έπρεπε να δικαζόμαστε. Δεν είμαστε εμείς αυτοί που τους αρμόζει το εδώλιο του κατηγορούμενου, αλλά αυτοί που προανέφερα.
Όσον αφορά το ζήτημα του μικτού ορκωτού που ζητάνε με την ένστασή τους οι συνήγοροί μας, υπάρχει μια πολιτική συνάφεια μεταξύ της κατάργησής του και της ευρύτερης πολιτικής συνθήκης μέσα στην οποία αυτή έγινε. Πρόκειται για την γενικότερη επίθεση του συστήματος σε κοινωνικό, πολιτικό και οικονομικό επίπεδο απέναντι σε κάθε κοινωνικό έλεγχο, όπου κι αν αυτός εκφράζεται, είτε αφορά εργασιακά ζητήματα είτε αφορά οικονομικά είτε αφορά την οικονομική λειτουργία μιας χώρας είτε αφορά και την ίδια την λειτουργία της αστικής δικαιοσύνης. Πρόκειται για την ανασφάλεια που έχει το κράτος απέναντι σε οποιονδήποτε πολίτη καλείται ως ένορκος να παρέμβει σε μια δικαστική απόφαση.
Η κατάργηση των μικτών ορκωτών δικαστηρίων έρχεται παράλληλα με την νεοφιλελεύθερη επίθεση του κράτους και του κεφαλαίου μέσα στην δεκαετία του 2000 όπου οι αντιτρομοκρατικοί νόμοι διαδέχονται ο ένας μετά τον άλλον, σκληραίνει το νομικό πλαίσιο και μπαίνει μια διαδικασία σκληρής αντιμετώπισης των πολιτικών αντιπάλων του καθεστώτος. Όσον αφορά το ζήτημα των πολιτικών διώξεων πιστεύω ότι υπάρχει -όπως ειπώθηκε από τους συνηγόρους και από τον σύντροφό μου Νίκο Μαζιώτη- διάχυτος ο φόβος από μεριάς του καθεστώτος να αφεθεί στα χέρια ανθρώπων οι οποίοι δεν είναι δικαστικοί και δεν ελέγχονται. Στην πραγματικότητα ούτε η ίδια η συνείδηση των πολιτών και ούτε οι αποφάσεις τους ελέγχονται σ΄ αυτό το βαθμό που ελέγχεται ένας υπάλληλος της κρατικής μηχανής, όπως είναι ο καθένας σας που συμμετέχει σε αυτό το δικαστήριο.
Από κει και πέρα η απόφαση η δική μας να προχωρήσουμε σε αυτή την ένσταση σχετικά με την αναρμοδιότητα του δικαστηρίου βασίστηκε στο γεγονός ότι ήταν για μας μια ακόμη καλή ευκαιρία, μια καλή αφορμή για να κάνουμε τις τοποθετήσεις μας σε σχέση με την πολιτική φύση της οργάνωσης, να πούμε την άποψή μας, να εκφραστούνε και οι ίδιοι οι συνήγοροί μας γι΄ αυτό το ζήτημα και να προσφέρουμε στην διαλεκτική της πολιτικής σύγκρουσης που διεξάγεται μέσα σ΄ αυτή την αίθουσα.
Θέλω να αναφέρω ένα ζήτημα που έχει προκύψει και σε δικές σας αποφάσεις, αποφάσεις δικαστηρίων, σε σχέση με το κίνητρο μιας ενέργειας και με βάση το οποίο κίνητρο βγαίνει είτε έμμεσα είτε άμεσα το συμπέρασμα για το αν πρόκειται για πολιτική δίωξη. Αυτό έχει συμβεί σε παλιότερη δικαστική υπόθεση -αναφέρομαι στην υπόθεση του συντρόφου Νίκου Μαζιώτη το ΄98- όπου το δικαστήριο αποφάνθηκε ότι «τα ελατήρια της δράσης του δεν ήταν ταπεινά», δηλαδή ότι έχει κίνητρα που δεν ήταν ιδιοτελή.
Αυτό το στοιχείο μπαίνει ανά καιρούς σε διάφορες υποθέσεις. Δεν μπορώ να τις θυμηθώ γιατί δεν είναι και της αρμοδιότητάς μου να θυμάμαι δικαστικές αποφάσεις. Η απόφαση εκείνη στο δικαστήριο του συντρόφου ήταν μια ομολογία του δικαστηρίου ότι η δράση του ήταν πολιτική, ότι η φύση εκείνης της ενέργειας που ήταν η τοποθέτηση βόμβας στο υπουργείο Ανάπτυξης σε ένδειξη αλληλεγγύης στους κατοίκους του Στρυμονικού Κόλπου οι οποίοι είχαν εξεγερθεί ενάντια στην εγκατάσταση εργοστασίου χρυσού από την πολυεθνική TVX GOLD, ήταν πολιτική.
Άμα αναφερθούμε στο κίνητρο ως προϋπόθεση για να κρίνουμε αν είναι πολιτική η φύση μιας ενέργειας, μιας δράσης, τότε δεν πιστεύω ότι υπάρχει τίποτε πιο πολιτικό από την δράση του Επαναστατικού Αγώνα. Αν ο Επαναστατικός Αγώνας δεν είναι πολιτική οργάνωση, αν η δράση του Επαναστατικού Αγώνα δεν είναι πολιτική, τότε δεν είναι πολιτικό τίποτα. Και θα γίνω πιο συγκεκριμένη.
Τα κίνητρα των ανθρώπων οι οποίοι κυβερνούν όχι μόνο δεν είναι ταπεινά, είναι παντελώς ιδιοτελή. Είναι παντελώς υστερόβουλοι. Βασικά αυτοί φτιάχνουν, στήνουν συντηρούν και επιβάλλουν στην κοινωνία με την βία ένα σύστημα οικονομικό και πολιτικό το οποίο εξυπηρετεί τα δικά τους συμφέροντα, την αύξηση της περιουσίας τους. Κλέβουν τον κοινωνικό πλούτο, αρπάζουν το ψωμί του κόσμου από το στόμα του, πίνουν το αίμα των ανθρώπων στην κυριολεξία. Και όλα αυτά γίνονται για το δικό τους όφελος, για να φτιάξουν μια περιουσία, για να αυξήσουν την ήδη υπάρχουσα, για να αποκτήσουν ισχύ κοινωνική. Γιατί είναι και αυτό ένα μεγάλο ζητούμενο: η απόκτηση κοινωνικής και πολιτικής δύναμης. Αυτό είναι το ζητούμενο των ανθρώπων που απαρτίζουν το σύστημα.
Εμείς από την μεριά μας, όχι μόνο δεν έχουμε τέτοιο κίνητρο, αντιθέτως, τα δικά μας τα συμφέροντα είναι στην πραγματικότητα μόνο τα ευρύτερα κοινωνικά συμφέροντα. Το δικό μας συμφέρον ταυτίζεται με το κοινωνικό συμφέρον, ταυτίζεται με το συμφέρον της τάξης μας γιατί όλοι προερχόμαστε από τους λεγόμενους προλετάριους της κοινωνίας. Τα δικά μας τα συμφέροντα δεν έχουν καμιά σχέση με αυτό που λέμε προσωπικό κέρδος, με αυτό που λέμε ατομικό συμφέρον. Ίσα-ίσα διακυβευόταν και διακυβεύεται συνέχεια η ζωή μας και η ελευθερία μας. Έχουμε χάσει έναν σύντροφο σ΄ αυτό τον αγώνα. Έχει πεθάνει ένας πολύτιμος σύντροφος σε μια προπαρασκευαστική ενέργεια του Επαναστατικού Αγώνα, σε μια πολιτική ενέργεια και αυτό καθόρισε, καθορίζει και θα καθορίζει για πάντα τη ζωή μας.
Εμείς μπήκαμε στη φυλακή για τις πολιτικές μας επιλογές. Δεν βάλαμε μπροστά κανένα ατομικό συμφέρον για να απεγκλωβιστούμε απ΄ αυτή την διαδικασία. Αναφέρομαι σε εμάς τους τρεις. Αναλάβαμε την πολιτική ευθύνη, βάζοντας πίσω κάθε προσωπικό μας συμφέρον. Δεν μπορούσαμε να ξεχάσουμε τον σύντροφο Λάμπρο Φούντα και έπρεπε να μιλήσουμε γι΄ αυτόν. Η ανάληψη της πολιτικής ευθύνης από εμάς, θα είναι για εσάς ένα ενοχοποιητικό στοιχείο. Θα το χρησιμοποιήσετε εσείς σαν ενοχοποιητικό στοιχείο για να μας καταδικάσετε. Είπα σε μία προηγούμενη τοποθέτησή μου για τον σύντροφο Γουρνά που εκ των υστέρων μπήκε στη «διεύθυνση» επειδή ανέλαβε την πολιτική ευθύνη. Είναι φανερό ότι η κατηγορία της αρχηγίας βασίζεται σε ένα πολιτικό σκεπτικό.
Τα δικά μας κίνητρα είναι όχι μόνο μη ταπεινά, είναι τα πλέον κοινωνικά κίνητρα, τα πλέον ταξικά κίνητρα. Εμείς εκεί αναφερόμαστε. Έχουμε ταυτίσει τη ζωή μας με την Επανάσταση και γνωρίζουμε πως διακυβεύεται η ζωή και η ελευθερία μας κάθε στιγμή.
Από κει ύστερα αυτοί οι οποίοι μας κατηγορούν εμάς ως τρομοκράτες, που βάζουν τα νομικά πλαίσια, στήνουν ειδικά δικαστήρια για να δικάσουν εμάς ως «τρομοκράτες» προσπαθώντας να μας αποπολιτικοποιήσουν, να αφαιρέσουν το πολιτικό νόημα από τη δράση μας, από την οργάνωσή μας και από μας τους ίδιους ως πολιτικά όντα, ποιοι είναι στην πραγματικότητα; Να πάρουμε όλους τους επαγγελματίες πολιτικούς. Να πάρουμε για παράδειγμα από την Ν.Δ. την οικογένεια Καραμανλή που έχει μακρά ιστορία στο καθεστωτικό πολιτικό γίγνεσθαι και που συστηματικά επί δεκαετίες αφαιρεί τον κοινωνικό πλούτο, φτιάχνει περιουσίες και επιβάλλει με βάση το δικό της το συμφέρον, για τη διατήρηση των προνομίων της την κρατική βία πάνω στην ελληνική κοινωνία. Και το ατομικό τους συμφέρον προβάλλουν ως συμφέρον της ίδιας της κοινωνίας.
Σε ποιόν να πρωτοαναφερθούμε; Στην οικογένεια Μητσοτάκη μια άλλη δυναστεία όπου έγινε το ίδιο; Να αναφερθούμε στην οικογένεια Παπανδρέου, που από τον παππού του και τον πατέρα του μέχρι σήμερα έχει κάνει αμύθητη περιουσία και η οποία δεν δικαιολογείται με τίποτα; Να αναφερθούμε σε αυτούς τους επαγγελματίες πολιτικούς οι οποίοι ο ένας μετά τον άλλον έχουν «πνιγεί» μέσα στα σκάνδαλα; Να αναφερθούμε στον Ρουσόπουλο, να αναφερθούμε στον Δούκα όπου μόνο με την υπόθεση του Βατοπεδίου έχουν εξασφαλίσει πλούτο για τη ζωή όχι μόνο των παιδιών αλλά και των εγγονών τους; Και αν τελικά αποπέμπονται από την πολιτική σκηνή δεν τους ενδιαφέρει, γιατί στην πραγματικότητα έχουν «πιαστεί» όλοι. Ποιόν να πρωτοθυμηθούμε;
Όλοι αυτοί οι άνθρωποι τους οποίους τους κυνηγάει ο κόσμος έξω, κρύβονται, δεν μπορούν να εμφανιστούν δημόσια, τους προπηλακίζουν καθημερινά, όλοι αυτοί θα πούνε ότι αυτοί είναι πολιτικά όντα και εμείς είμαστε τρομοκράτες; Εμείς είμαστε εγκληματικά στοιχεία; Ότι εμείς δεν έχουμε πολιτικά κίνητρα και ότι δεν είναι πολιτική η υπόσταση και η δράση μας; Θα έπρεπε να ντρέπονται γι΄ αυτό. Και αυτό το δικαστήριο πραγματικά, θα έπρεπε να ντρέπεται που συστήθηκε. Επαναλαμβάνω πως ειδικά υπό τις σημερινές συνθήκες αν πούμε ότι ο Επαναστατικός Αγώνας δεν είναι πολιτική οργάνωση, αν πούμε ότι εμείς δεν είμαστε πολιτικά όντα, αν πούμε ότι η δράση του Επαναστατικού Αγώνα δεν είναι πολιτική, τότε δεν υπάρχει πολιτική. Τότε πολιτικό δεν είναι τίποτα.
Υπήρξε βέβαια, στο παρελθόν -τη δεκαετία του ʼ70- μια δικαστική απόφαση που αξίζει να την αναφέρουμε και η οποία βγήκε από ένα πενταμελές συμβούλιο εφετών που είχε κληθεί να αποφασίσει για την έκδοση του Ρόλφ Πόλε. Τον Πόλε τον κατηγορούσαν για συμμετοχή στη RAF. Συνελήφθη το ΄76 και έπρεπε να εκδοθεί στην Δ. Γερμανία. Το συμβούλιο που έπρεπε να βγάλει αυτή την απόφαση αποφάνθηκε ότι η δράση του είχε πολιτικό χαρακτήρα και είπε ότι για το λόγο αυτό δεν έπρεπε να εκδοθεί ο Πόλε. Έλεγε τότε η απόφαση ότι ο Πόλε «ήτο κατά το 1971 μέλος μιας επαναστατικής εξτρεμιστικής οργάνωσης, ήτις είχε πολιτικούς σκοπούς και απέβλεπεν εις ενεργόν δράσιν προς ανατροπήν του κρατούντος εις την Δυτικήν Γερμανίαν πολιτικού καθεστώτος και εις αγώνα από κοινού μετά των καταπιεζομένων εις όλον τον κόσμον κατά του Ιμπεριαλισμού και του μονοπωλιακού Καπιταλισμού και εστρέφετο εν γένει κατά του πολιτικού κατεστημένου της Δυτικής Κοινωνίας». Τότε η πλειοψηφία του δικαστηρίου, τρεις στους πέντε, έκρινε ότι τα «εγκλήματα» για τα οποία είχε καταδικαστεί ο Πόλε στην Γερμανία συνάπτονται ευθέως με τους πολιτικούς σκοπούς της οργάνωσης. Κατά συνέπεια η έκδοση δεν έπρεπε να γίνει. Ήταν πολιτικός κρατούμενος.
Στελέχη του ΠΑΣΟΚ τότε όπως ο Χαραλαμπόπουλος και ο Παπανδρέου, καθώς και ο Μαγκάκης που τότε ήταν βουλευτής της ΕΔΗΚ είχανε πει «μπράβο στο γενναίο συμβούλιο των εφετών το οποίο πήρε αυτή την απόφαση και σήκωσε ανάστημα απέναντι στις απαιτήσεις της Δ. Γερμανίας» η οποία ως ισχυρή ευρωπαϊκή δύναμη ήθελε να επιβάλει την άποψή της στο ελληνικό κράτος. Όποιος θυμάται, μέρος του ελληνικού πολιτικού κατεστημένου τότε, και πολύ περισσότερο αργότερα με το ΠΑΣΟΚ στην κυβέρνηση, προσπαθούσε να κρατήσει κάποιες πολιτικές και στρατηγικές ισορροπίες μεταξύ ανατολικού και δυτικού μπλοκ. Είχε πει συγκεκριμένα ο Μαγκάκης: «Tο θέμα είναι καθαρά νομικό. Οι πράξεις για τις οποίες καταδικάστηκε στη Γερμανία έγκυρα έχουν αποδοθεί από την απόφαση του γερμανικού δικαστηρίου. Η απόφαση αυτή διαπίστωσε πολιτικό κίνητρο στον Πόλε. Αυτό σημαίνει ότι οι πράξεις του συνιστούσαν μεικτό πολιτικό αδίκημα. Τα μεικτά πολιτικά αδικήματα υπάγονται στην απαγόρευση εκδόσεως. Πρέπει να κατανοηθεί ότι η απόφαση περί μη εκδόσεως του Πόλε δεν σημαίνει πολιτική ταύτιση μαζί του, αλλά σεβασμό στις δικονομικές αρχές του κράτους δικαίου».
O Χαραλαμπόπουλος από το ΠΑΣΟΚ ήταν πιο κατηγορηματικός: «Δεν υπάρχει καμιά αμφιβολία ότι τα αδικήματα του Πόλε είναι πολιτικά. Ο Πόλε αγωνίστηκε και αγωνίζεται για την επικράτηση των ιδεών του. H απόφαση του εφετείου δεν επιδέχεται παρερμηνείες ως προς το σημείο αυτό. Kαι ήταν μια απόφαση που τιμά τους Έλληνες δικαστές που την εξέδωσαν. Καμιά σκοπιμότητα δεν δικαιολογεί την έκδοση του Πόλε».
Ο Παπανδρέου προειδοποιούσε: «Aναμένεται από ολόκληρο τον ελληνικό λαό να αποδείξει η ελληνική δικαιοσύνη την ανεξαρτησία της τόσο απέναντι στην εκτελεστική εξουσία όσο και απέναντι στις αφόρητες και απαράδεκτες επεμβάσεις της γερμανικής κυβέρνησης. Ο λαός αναμένει και θα κρίνει».
Ο Άρειος Πάγος στη συνέχεια με τον τότε πρόεδρο Ευστάθιο Μπλέτσα «εξαφάνισε» την απόφαση του συμβουλίου για τη μη έκδοση του Πόλε και αποφάσισε ότι πρέπει να εκδοθεί, ότι τα κίνητρά του δεν είναι πολιτικά, ότι είναι τρομοκράτης. Ο Άρειος Πάγος ήθελε επίσης, να ασκηθεί πειθαρχική δίωξη εις βάρος των τριών εφετών που είχανε ψηφίσει για τη μη έκδοση του Πόλε.
Τελικά ο Πόλε εκδόθηκε. Αναφέρεται τότε ότι υπήρξε μια κινητοποίηση ενάντια στην πειθαρχική δίωξη του δικαστηρίου που είχε βγάλει αυτή την απόφαση και θεωρήθηκε από το μεγαλύτερο μέρος του πολιτικού κατεστημένου τότε ότι αυτή η κίνηση στρεφόταν ευθέως κατά της ανεξαρτησίας της δικαιοσύνης ενώ ο Παπανδρέου είχε συγκρίνει την υπόθεση αυτή με την επέμβαση Κόλλια στην υπόθεση Λαμπράκη. Ήταν μείζονος σημασίας η μη παραπομπή σε πειθαρχικές διώξεις των συγκεκριμένων δικαστών.
Το ζήτημα τώρα ποιο είναι; Γιατί συμβαίνουν αυτά τότε; Τι έγινε μετά; Μεταλλάχτηκε το ΠΑΣΟΚ όταν ήρθε στην εξουσία;
Μετά από ολιγόλεπτη διακοπή που ζήτησε ο εισαγγελέας επαναλήφθηκε η συνεδρίαση και η συντρόφισσα συνέχισε την τοποθέτησή της.
Ήθελα να πω πως, τόσο εγώ σαν Ρούπα όσο και σαν Επαναστατικός Αγώνας, οι προσεγγίσεις που κάνουμε στα γεγονότα είναι πολιτικές. Δηλαδή, κάθε γεγονός θεωρούμε ότι είναι αδιαχώριστο από το ιστορικό πλαίσιο μέσα στο οποίο δημιουργείται και προσπαθούμε να βρούμε πάντα την πολιτική σύνδεση που υπάρχει ανάμεσα σε φαινόμενα και γεγονότα που μπορεί με μια πρώτη ματιά να φαίνονται ασύνδετα με την πολιτική ή πολύ περισσότερο με την οικονομική πραγματικότητα.
Η έκδοση του Πόλε και όλη αυτή ιστορία που προανέφερα, αφορούσε μια συγκεκριμένη ιστορική περίοδο. Ποια ήταν αυτή η περίοδος; Δεν θα ξεκινήσω από εκεί. Θα περάσω όμως δια μέσου αυτής της περιόδου, για να αναφερθώ στην εξέλιξη την πολιτική και οικονομική που υπήρξε και καταλήξαμε σήμερα τέτοια φαινόμενα να αποκλείονται τελείως -δηλαδή να βγαίνουν δικαστικές αποφάσεις για τη μη έκδοση πολιτικών κρατουμένων και να αναγνωρίζεται η πολιτική τους δράση- όχι μόνο από τις αποφάσεις των δικαστηρίων, αλλά και από την σκέψη ακόμα ανθρώπων οι οποίοι καλούνται να δικάσουν σήμερα τέτοιες υποθέσεις.
Την αρχή εγώ την βρίσκω πάλι σε αυτό που λέμε καπιταλιστική κρίση. Αυτή πότε ξεκίνησε; Τα έχουμε καταγράψει σε προκηρύξεις αυτά που θα πω.
Όταν μεταπολεμικά άρχισε η καπιταλιστική συσσώρευση -θα αναφερθώ λίγο σύντομα σε σχέση μ΄ αυτά- μέσα από την απόσπαση της εργατικής υπεραξίας, παράλληλα είχαμε εκείνη την εποχή ισχυρά κινήματα εχθρικά προς το καθεστώς. Είχαμε ταξικούς αγώνες, είχαμε κοινωνικούς αγώνες και πολιτικούς αγώνες. Η μεταπολεμική συσσώρευση κεφαλαίων έφερε την εκρηκτική ανάπτυξη των πολυεθνικών και τη διαμόρφωση μιας νέας υπέρ-τάξης, της υπερεθνικής ελίτ. Εκείνη την περίοδο αναπτύχθηκε μια μεγάλη σύγκρουση ανάμεσα στα χαμηλά ταξικά στρώματα της κοινωνίας και τα στρώματα τα ταξικά τα οποία ηγούνται της κοινωνίας, καταπίεζαν και εκμεταλλεύονταν τους προλετάριους. Αυτή η σύγκρουση έφερε ένα αδιέξοδο. Το αδιέξοδο αυτό αφορούσε τα κέρδη του κεφαλαίου που λόγω των συνδικαλιστικών διεκδικήσεων, οι καπιταλιστές ήταν υποχρεωμένοι να τα μοιράζονται με τους εργαζόμενους. Αυτά συνέβαιναν την δεκαετία του ʽ60. Το κεφάλαιο άρχισε να ερευνά νέους τρόπους συσσώρευσης στην περιφέρεια του καπιταλιστικού κόσμου. Άρχισαν να οργανώνονται από το υπερεθνικό κεφάλαιο και να γίνονται οι πρώτες «επιθέσεις» άντλησης κέρδους με τα δάνεια, η εκμετάλλευση χωρών με τη χρήση των δανείων που είχε σαν αποτέλεσμα να καταστραφούν πολλές χώρες.
Είχαμε το ΔΝΤ τότε να επιβάλλει μέτρα νεοφιλελεύθερης αναδιάρθρωσης των οικονομιών που στην πραγματικότητα ήταν μέτρα καταστροφής των παραγωγικών δομών που υπήρχαν στις χώρες της περιφέρειας. Αρχικά είχαμε χώρες της Αφρικής που είχαν καταστραφεί, είχαμε νεκρούς εκεί, είχαμε αποκλεισμένους, είχαμε ολόκληρους λαούς να πετιούνται στο περιθώριο. Τα ίδια φαινόμενα είχαμε και στη Λατινική Αμερική.
Στο κέντρο τώρα άρχισε να αναπτύσσεται μια έντονη ταξική διαπάλη. Και αυτό αφορούσε τα κέρδη του κεφαλαίου. Αφορούσε το πώς θα διανεμηθούν αυτά τα κέρδη. Οι προλετάριοι της Ευρώπης έχοντας ισχυρά συνδικαλιστικά και πολιτικά κινήματα, κατάφερναν να αποσπούν μέρος των κερδών αυτών, να αυξάνουν τους μισθούς και αυτό άρχισε να μειώνει την κερδοφορία των καπιταλιστών. Αυτή η σύγκρουση έφτασε κάποια στιγμή σε οριακό σημείο. Εκείνη την περίοδο άρχισαν να αναπτύσσονται και τα αντάρτικα στην Ευρώπη, όπως η RAF -που κατηγορήθηκε ο Rolf Pole που προανέφερα ότι συμμετείχε-, όπως οι Ερυθρές Ταξιαρχίες, όπως οι Επαναστατικοί Πυρήνες. Υπήρχαν πολλές οργανώσεις οι οποίες απέβλεπαν σε αυτό που λέμε μετωπική σύγκρουση με πολιτικοστρατιωτικά μέσα με το καθεστώς της Ευρώπης και ανατροπή του καθεστώτος και του συστήματος.
Αυτή η σύγκρουση μεταξύ κοινωνικής βάσης και κεφαλαίου τελικά κατέληξε σε αδιέξοδο και ήρθε η κρίση της δεκαετίας του ʽ70. Εκεί είναι η αφετηρία της σημερινής κρίσης για εμάς, για τον Επαναστατικό Αγώνα. Μια κρίση την οποία στην πραγματικότητα προσπάθησαν οι κυρίαρχοι να την ξεπεράσουν με το νεοφιλελεύθερο μοντέλο. Δηλαδή το νεοφιλελεύθερο οικονομικό μοντέλο ήταν η απόπειρα του συστήματος να επιτεθεί καταρχήν σε όλες τις κατακτήσεις τις κοινωνικές και ταξικές που έκαναν οι προλετάριοι , να χτυπήσει τα συνδικάτα, να χτυπήσει τις οργανώσεις και να ισοπεδώσει οποιαδήποτε κοινωνική και ταξική κατάκτηση, έτσι ώστε να καταφέρει να επανέλθει μετά και να επιβληθεί με άλλους όρους πλέον στο ευρωπαϊκό προλεταριάτο και από κει και πέρα να καταφέρει να διασφαλίσει την συνέχιση της συσσώρευσης με άλλους όρους. Γιατί πλέον η περίοδος της σοσιαλδημοκρατίας που είχαμε μεταπολεμικά δεν το εξυπηρετούσε αφού είχε φέρει ακριβώς αυτό το αδιέξοδο. Το αδιέξοδο που είχε τότε χαρακτηριστεί ως στασιμοπληθωρισμός με όρους οικονομικούς. Όμως στην πραγματικότητα δεν είναι οικονομικοί όροι με τη στενή έννοια, αφού η οικονομική και η πολιτική σφαίρα για εμάς ως Επαναστατικός Αγώνας είναι ταυτισμένη και μέσα από αυτό πρίσμα βλέπουμε όλα τα γεγονότα.
Η Ελλάδα τότε ήταν σε μια ιδιάζουσα θέση. Βασικά το ΠΑΣΟΚ είχε έναν τυχοδιωκτικό χαρακτήρα. Η δράση του και η στάση του καθοριζόταν από το κύριο ζητούμενο που ήταν η κατάκτηση της εξουσίας. Και επειδή στην Ελλάδα υπήρχε ούτως ή άλλως έντονος κοινωνικός αναβρασμός μετά την χούντα των συνταγματαρχών, γίνονταν συγκρούσεις στους δρόμους καθώς εργαζόμενοι και χαμηλά κοινωνικά στρώματα προχωρούσαν δυναμικά σε σειρά πολιτικών και ταξικών διεκδικήσεων. Μέσα σε αυτό το κοινωνικό πλαίσιο ήταν λογικό ένα μέρος του ίδιου του πολιτικού συστήματος να αποσκοπεί στο να βρει ερείσματα σε αυτά τα στρώματα. Αυτό το ρόλο έπαιξε το ΠΑΣΟΚ προσπαθώντας να διεκδικήσει και την ίδια την εξουσία.
Παράλληλα είχαμε και το ανατολικό μπλοκ τότε, έτσι; Δεν υπήρχε η λεγόμενη μονοκρατορία του καπιταλισμού τότε. Και όπως είπα και πριν το ΠΑΣΟΚ αργότερα που πήρε την εξουσία «αλληθώριζε» προς άλλα μοντέλα οικονομικής και πολιτικής οργάνωσης όπως αυτά της Σοβιετικής Ένωσης και αυτά των αραβικών χωρών. Στην πραγματικότητα η στάση του ήταν τυχοδιωκτική. Αλλά αυτό αποδείχτηκε στην συνέχεια. Ένα μέρος του κόσμου τότε το ΠΑΣΟΚ το πήρε μαζί του και ανέβηκε στην εξουσία. Η μεταστροφή βέβαια δεν έγινε μόνο λόγω του ότι πήραν την εξουσία, αλλά μεταστράφηκε συνολικά η πολιτική κατάσταση στην Ελλάδα και άρχισε να βιώνει και η Ελλάδα την ίδια διεθνή κρίση σε πολύ έντονο βαθμό. Φτάσαμε στο σημείο αργότερα -από την δεκαετία του ʽ90 και μετά- με την έντονη και γρήγορη νεοφιλελεύθερη επίθεση που έγινε από την ΝΔ να έχουμε τις μεγάλες κοινωνικές συγκρούσεις εκείνη την περίοδο. Τελικά, η νεοφιλελεύθερη αναδιάρθρωση σε εκείνη τη φάση δεν τους βγήκε. Το ΠΑΣΟΚ ξανανέβηκε στην εξουσία μέσα σε μια προσπάθεια του καθεστώτος να δώσει ένα διέξοδο προς την κατεύθυνση της νεοφιλελεύθερης αναδιάρθρωσης στην Ελλάδα. Μέσα σε αυτό το πλαίσιο είχαμε την μεταστροφή και σε αυτό το πολιτικό επίπεδο που είχε να κάνει με την αντιμετώπιση των ένοπλων οργανώσεων από την ίδια την εξουσία. Αργότερα το ίδιο το ΠΑΣΟΚ στην υπόθεση για παράδειγμα του Χαμντάν, στην οποία ο Μητσοτάκης είχε αρνηθεί την έκδοση του, το ίδιο το ΠΑΣΟΚ, -ήταν ο Σημίτης πρωθυπουργός- τον εξέδωσε. Αργότερα εξέδωσε και τον Οτσαλάν. Το έκανε με τρόπο ώστε να μην μπορεί να πει κάποιος ότι τον εξέδωσε η ελληνική κυβέρνηση. Διεκπεραίωσε ουσιαστικά την έκδοσή του, συνεργάστηκαν ο Πάγκαλος και ο Σημίτης με μυστικές υπηρεσίες του εξωτερικού ώστε να τον προωθήσουν σε μια άλλη χώρα, να τον συλλάβουν οι ντόπιες μυστικές υπηρεσίες και να έχουμε την εξέλιξη που είχαμε.
Αύτη η μεταστροφή του ελληνικού πολιτικού συστήματος συνδέεται με μια επίσης γενικότερη παγκόσμια μεταστροφή που είχε να κάνει με τον ρόλο του ΝΑΤΟ σε σχέση με την καταστολή και τον έλεγχο των λαών παγκοσμίως. Μην έχοντας ανατολικό μπλοκ πλέον, το ΝΑΤΟ λεγόταν πως «έχασε την αποστολή του». Όχι, δεν την έχασε στην πραγματικότητα. Μετεξελίχθηκε σε αυτό που λέμε στρατό ενάντια στους λαούς. Μετεξελίχτηκε σε μια παγκόσμια κατασταλτική δύναμη και πέρασε το δόγμα του «αντιτρομοκρατικού» πολέμου που στην πραγματικότητα ξεκίνησε από την δεκαετία του ʽ90 και κορυφώθηκε αυτή η πολιτική τάση στις αρχές του 2000 με την επίθεση στο Ιράκ το Αφγανιστάν κλπ. Μέσα σε αυτό το πολιτικό, επαναλαμβάνω, πλαίσιο άρχισαν να ψηφίζονται ο ένας μετά τον άλλοι οι αντιτρομοκρατικοί νόμοι που στην πραγματικότητα αφορούσαν το μέλημα του συστήματος να αντιμετωπίσει στην ρίζα του το φαινόμενο της πολιτικής δράσης και αμφισβήτησής του. Γιατί πλέον, δεν άφηνε κανένα περιθώριο όχι μόνο για ριζοσπαστικούς αγώνες που απέβλεπαν σε μια άλλη κοινωνία και σε ένα άλλο πολιτικό σύστημα, αλλά ακόμα και για την αμφισβήτηση του ίδιου του συστήματος.
Οι πρώτοι αντιτρομοκρατικοί νόμοι εμπεριείχαν μια, θα μπορούσαμε να πούμε, ενοχή μέσα τους. Δεν ομολογούσαν ότι ήταν πολιτική η δράση των συγκεκριμένων που διώκονταν. Μιλούσαν για οργανωμένο έγκλημα. Ο νόμος του Σταθόπουλου του 2001 είχε αυτή την αναφορά. Αργότερα άρχισαν να το ξεπερνάνε αυτό. Στην πορεία είχαμε το ζήτημα που ανέφερα και στην προηγούμενη τοποθέτησή μου σε σχέση με τα θεωρήματα περί αντικειμενικής και υποκειμενικής θεωρίας αλλά στην πορεία, όπως είπε και η συνήγορος Δαλιάνη στην προηγούμενη τοποθέτησή της, δεν το είχαν ανάγκη. Το αναίρεσαν. Το διαγράψανε. Πλέον μιλάνε, μιλάτε, μιλάει το ίδιο το σύστημα για τρομοκρατία, αναγνωρίζοντας στην πραγματικότητα χωρίς να ομολογείται, ότι όταν λέμε τρομοκρατία εννοούμε πολιτική δράση. Λέτε δηλαδή, ότι «τα κίνητρά σας είναι πολιτικά, είναι πολιτική η δράση σας αλλά δεν είναι πολιτικές οι πράξεις σας». Αυτό όπως είπε η συνήγορος Δαλιάνη, είναι άτοπο.
Γιατί γίνεται αυτό τώρα; Γιατί στην πραγματικότητα το σύστημα τώρα δεν έχει καμία διάθεση να φτιάξει κάποιο περιτύλιγμα της νομικής φόρμας με την οποία διώκει τους δεδηλωμένους εχθρούς της. Δεν έχει κανένα μέλημα και καμία διάθεση να δικαιολογηθεί για την επίθεση που θα κάνει σε όλους όσους αντιστέκονται. Αλλά οι τρομοκρατικοί νόμοι δεν έχουν σταματήσει εδώ και το ξέρουμε αυτό πάρα πολύ καλά. Έπεται να κατηγορηθεί ως τρομοκρατική δράση, κάθε δράση η οποία θα αμφισβητεί την υπάρχουσα τάξη πραγμάτων ακόμα και αν δεν είναι ένοπλη. Όπως επίσης, έπεται να ψηφιστεί ως νόμος αντιτρομοκρατικός και η δίωξη ακόμα και του φρονήματος. Με ποια έννοια θα γίνει αυτό; Ότι θα μιλάει απλώς κάποιος για ανατροπή και αυτό από μόνο του θα χρησιμοποιείται ως πρόκληση σε «τρομοκρατική δράση». Αυτό που συμβαίνει στην πραγματικότητα στην Αγγλία ήδη, όπου οι αναρχικοί εκεί διώκονται ως τρομοκράτες. Λέει το καθεστώς εκεί, «τι είναι αυτό που πρεσβεύετε;», «η ανατροπή του κράτους;» τρομοκρατία! Τι είναι αυτό που πρεσβεύετε; η ανατροπή του συστήματος; τρομοκρατία!». Αλλά έχουμε περάσει πλέον – και αυτό θέλω να το επισημάνω- στην περίοδο της βαθιάς πολιτικής και οικονομικής κρίσης του συστήματος. Οι κυρίαρχοι είναι ανασφαλείς σε τέτοιο βαθμό που ακόμα και εκφράσεις, ακόμα και λέξεις πιστεύουν ότι μπορούν να τους βλάψουν. Με βάση αυτό το φόβο ερμηνεύεται η σκλήρυνση των αντιτρομοκρατικών νόμων και η αντιμετώπιση και από αυτό το δικαστήριο εμάς με αυτό το νομοθετικό πλαίσιο. Και πιστεύω πως οι αποφάσεις που θα πάρετε, επαναλαμβάνω, θα είναι καταδικαστικές για όλους μας, ασχέτως αν υπάρχουν ή δεν υπάρχουν στοιχεία – που δεν υπάρχουν δηλαδή. Ένα προηγούμενο υπάρχει ήδη. Με βάση τον καινούργιο νόμο έτσι όπως εκφράζεται από τους συνηγόρους καλύτερα γιατί εγώ νομικός δεν είμαι, έχει γίνει ήδη μια δίκη εδώ σε αυτή την αίθουσα, στην οποία καταδικάστηκαν άνθρωποι για ενέργειες ένοπλης οργάνωσης χωρίς να υπάρχει κανένα στοιχείο, μόνο με βάση εκτιμήσεις. Στην πραγματικότητα δηλαδή, ούτε καν σκεπτικό δεν υπήρχε και μιλάω για την πρώτη δίκη που αφορούσε την Συνομωσία Πυρήνων της Φωτιάς και που τέλειωσε πριν λίγο καιρό. Αγωνιστές καταδικάστηκαν όπως η Καρακατσάνη, όπως ο Μασούρας ο Καραγιαννίδης, ο Μητρούσιας για συμμετοχή στην οργάνωση και για συνέργια σε ενέργειες χωρίς κανένα στοιχείο. Αυτή η ίδια φόρμουλα θα μεταφερθεί και εδώ. Γιατί σήμερα τα ειδικά δικαστήρια που στήνετε δεν χρειάζονται στοιχεία για να εκδώσουν καταδικαστικές αποφάσεις. Λέτε εσείς: «Είναι δεδηλωμένοι εχθροί μας, έτσι τους χαρακτηρίζουμε εμείς άσχετα αν αυτοί λένε ότι συμμετείχαν ή δεν συμμετείχαν. Είναι δεδηλωμένοι εχθροί του συστήματος, οπότε πρέπει να καταδικαστούν όπως και να έχει». Αυτό είναι το πλαίσιο που υπάρχει, το πολιτικό και το κοινωνικό, γύρω από αυτά τα ζητήματα. Και πιστεύω ότι αυτή η δίκη θα καταλήξει με ακόμα πιο σκληρές καταδικαστικές αποφάσεις.
Τώρα θέλω να επαναλάβω -για να είναι αυτό το τελευταίο που θα πω- ότι ο Επαναστατικός Αγώνας, όπως είπα και πριν, όχι μόνο είναι μια πολιτική οργάνωση, αλλά αν δεν είναι ο Επαναστατικός Αγώνας πολιτική οργάνωση τότε δεν υπάρχει πολιτική οργάνωση στην πραγματικότητα. Αν δεν είμαστε εμείς πολιτικά όντα, τότε ποια είναι; Αν δεν είναι πολιτική η δράση μας τότε ποια δράση είναι πολιτική; Αν πάρουμε μια προς μια τις ενέργειες του Επαναστατικού Αγώνα, δεν υπάρχει τίποτα που να μην είναι πολιτικό ούτε στην επιλογή, ούτε μέσα στον λόγο, ούτε μέσα στην δράση της οργάνωσης. Ναι, ο Επαναστατικός Αγώνας σήκωσε τα όπλα ενάντια στο σύστημα: αυτό ήταν μια πολιτική επιλογή. Στραφήκαμε ενάντια σε θεσμούς όπως το υπουργείο οικονομικών που χτυπήσαμε και μάλιστα υπό συγκεκριμένες πολιτικές συνθήκες. Η επίθεση ενάντια στο υπουργείο οικονομικών έγινε με αιχμή ένα προϋπολογισμό που ψηφιζόταν εκείνη την περίοδο στην βουλή και που στην πραγματικότητα περνούσε ένα σχέδιο οικονομικό λιτότητας για την επόμενη χρονιά, ένα σχέδιο οικονομικής επίθεσης στα χαμηλότερα κοινωνικά στρώματα Κάναμε την πολιτική επιλογή για το υπουργείο απασχόλησης έχοντας ως πολιτική ανάγκη να απαντήσουμε σε ένα νομοσχέδιο που στρεφόταν ενάντια στα εργασιακά κεκτημένα και προωθούσε την νεοφιλελεύθερη αναδιάρθρωση στα εργασιακά. Να πάμε στην αμερικάνικη πρεσβεία. Ποιος στόχος είναι πιο πολιτικός από εκείνον; Να χτυπηθεί η αμερικάνικη πρεσβεία που είναι το άντρο των διεθνών τρομοκρατών, το άντρο του διεθνούς ιμπεριαλισμού. Να πάρουμε το χρηματιστήριο αργότερα. Αν δεν είναι πολιτική επιλογή να χτυπάς το χρηματιστήριο, τότε τι είναι; Χτυπήσαμε την Citibank. Αν δεν είναι πολιτική επιλογή να χτυπάς την Citibank τότε τι είναι; Όλες αυτές οι επιλογές αγώνα ήταν πολιτικές. Δεν περίμενα βέβαια ότι θα υπάρξει αναγνώριση από το δικαστήριο της πολιτικής μας δράσης. Πάντως στην ιστορία ως τέτοια έχει καταγραφεί. Ο Επαναστατικός Αγώνας έχει καταγραφεί και έτσι θα μείνει στην ιστορία ως μια πολιτική οργάνωση, με βαθιά κοινωνικά και ταξικά χαρακτηριστικά και με ερείσματα μέσα στην κοινωνία. Αυτή την στιγμή ο Επαναστατικός Αγώνας ακόμα και αν εσείς δεν το αναγνωρίζετε, έχει ερείσματα μέσα στην κοινωνία. Υπάρχουν άνθρωποι οι οποίοι βλέπουν όχι κατ’ ανάγκη εμάς αλλά βλέπουν ότι η μόνη λύση για να ανατρέψουν αυτό το σύστημα είναι να πάρουν τα όπλα και να στραφούν ενάντια στο καθεστώς. Το βλέπουν αυτό. Βλέπουν ότι το σύστημα αυτό το πολιτικό έχει τελειώσει. Είναι σάπιο από την ρίζα του. Αυτό το αναγνωρίζει όλος ο κόσμος. Γιʼ αυτό κρύβονται όλοι οι πολιτικοί . Το λέω ξανά: ΚΡΥΒΟΝΤΑΙ! Προπηλακίζονται συνέχεια. H μόνη διέξοδος στην πραγματικότητα για να λυτρωθεί η ίδια η κοινωνία, για να πετάξει αυτό το ζυγό από πάνω της ο οποίος την έχει φέρει σε αδιέξοδο είναι η ένοπλη προλεταριακή αντεπίθεση για την Κοινωνική Επανάσταση. Μιλάμε για ζήτημα επιβίωσης της κοινωνίας και επιβίωσης του ίδιου του πλανήτη. Αυτό έκανε ο Επαναστατικός Αγώνας και αυτό θα συνεχίσουμε να κάνουμε εμείς ως πολιτικά όντα, ως επαναστάτες.