Η δίκη για την οργάνωση Επαναστατικός Αγώνας έληξε στις 3 Απρίλη του 2013 με την καταδίκη σε μεγάλες ποινές των μελών της οργάνωσης. Η ποινή που επέβαλε το δικαστήριο ήταν 50 χρόνια κατά συγχώνευση σε καθένα από τα τρία μέλη του Επαναστατικού Αγώνα.
Η απόφαση του δικαστηρίου αντανακλά μια αντίφαση που κατά την άποψή μας παρουσιάζεται για πρώτη φορά σε δίκη ένοπλης οργάνωσης. Από τη μια το δικαστήριο όφειλε να εξασφαλίσει μια μεγάλη καταδίκη για τα μέλη της οργάνωσης η οποία έχει πολιτικό νόημα και στόχευση. Από την άλλη η πολύμηνη μάχη στην δικαστική αίθουσα των μελών με το δικαστήριο και το σκεπτικό των διωκτών τους είχε ως αποτέλεσμα μεγάλο μέρος των κατηγοριών όπως ήταν διατυπωμένες στο βούλευμα να καταρρεύσουν, γεγονός που σε κάποιες περιπτώσεις ήταν αποτέλεσμα της άμεσης και σε κάποιες άλλες της έμμεσης αποδοχής από τους δικαστές των πολιτικών μας θέσεων όπως τις εκφράσαμε κατά τη διάρκεια της δίκης. Αποτέλεσμα αυτής της μάχης ήταν η τελική μετατόπιση του δικαστηρίου σε μια σειρά από ζητήματα είτε πολιτικά είτε ποινικά, μετατόπιση που καταγράφηκε πρακτικά στην απόφαση για το σύνολο των κατηγορουμένων. Είμαστε εξάλλου βέβαιοι, πως οι περισσότεροι που παρακολούθησαν αυτή τη δίκη και γνωρίζουν την ιστορία ανάλογων δικών για ένοπλες οργανώσεις, περίμεναν μια πολύ πιο αυστηρότερη απόφαση.
Η μάχη που δώσαμε ήταν πολιτική. Κυρίαρχο στοιχείο αυτής της μάχης ήταν η ανάδειξη του αδιαίρετου της δίωξης και της πολιτικής φύσης της υπόθεσης σε όλα τα επίπεδα. Αυτό το αδιαίρετο αν και δεν ομολογήθηκε ποτέ από τους δικαστές (πώς θα μπορούσε άλλωστε να ομολογηθεί;), έγινε αποδεκτό. Και αυτό καθόρισε την έκβαση σε μεγάλο βαθμό της δίκης και την απόφαση των δικαστών για τα μέλη, αλλά και για τους υπόλοιπους που δικάζονταν.Με άλλα λόγια, η πολιτική πίεση που ασκήσαμε στους δικαστές, τους οδήγησε σε σειρά οπισθοχωρήσεων που εκφράστηκε με την αποδοχή της πολιτικής φύσης της υπόθεσης, αφού αναγνώρισαν ότι μπροστά τους είχαν πολιτικά πρόσωπα. Η οπισθοχώρηση αυτή δεν αποτυπώθηκε βέβαια με την ρητή αποδοχή ότι διεξάγουν μια πολιτική δίκη, γεγονός που θα ακύρωνε τον ίδιο τους τον ρόλο και θα είχε ως λογικό επακόλουθο την παραίτησή τους και την ακύρωση της διαδικασίας. Ο τεχνητός διαχωρισμός που χρησιμοποίησαν ήταν ως γνωστό η θέση ότι «τα πρόσωπα που δικάζονται είναι πολιτικά, το ιστορικό φαινόμενο που εξετάζεται είναι πολιτικό, αλλά οι πράξεις είναι ποινικές», και αυτό ισχυρίστηκε και ο εισαγγελέας στην πρότασή του. Αυτός ο διαχωρισμός που συνιστά μεν μια αντίφαση -και παρά την απίστευτη ρηχότητά της-, διασφάλισε το καθεστωτικό πλαίσιο όπου κινήθηκε το δικαστήριο τον ενάμισι χρόνο διεξαγωγής της δίκης. Η τελική απόφαση εμπεριείχε έντονο το στοιχείο της πολιτικής οπισθοχώρησης των δικαστών η οποία ήταν αποτέλεσμα αυτής της πολιτικής πίεσης που ασκήσαμε.Αυτό εκφράστηκε στην ακύρωση ή την μετατροπή πολλών κατηγοριών, αρκετές από τις οποίες έγιναν με καθαρά πολιτικά κριτήρια.
Καθαρά πολιτική είναι βέβαια, η απόφαση της απαλλαγής από την κατηγορία της αρχηγίας των μελών του Επαναστατικού Αγώνα και είναι πρώτη φορά που δικαστήριο αποδέχεται την οριζόντια μορφή πολιτικής οργάνωσης των αναρχικών, που αποδέχεται στην ουσία την ύπαρξη μη ιεραρχικών μορφών πολιτικής οργάνωσης, έξω, πέρα και ενάντια στην κυρίαρχη οργανωτική μορφή. Αυτό εξάλλου επιβεβαιώνει και η θέση του εισαγγελέα που στήριξε τη μη ορθότητα της κατηγορίας λέγοντας πως «προέκυψε ότι ο Επαναστατικός Αγώνας ήταν μια αναρχική οργάνωση, της οποίας τα μέλη εύλογο είναι εκ πεποιθήσεως να απεχθάνονται κάθε μορφής ιεραρχική εξάρτηση κι έτσι όπως οι τρεις πρώτοι κατηγορούμενοι ισχυρίστηκαν». Την θέση αυτή ήρθαν και στήριξαν και οι πολιτικοί μάρτυρες υπεράσπισής μας στις τοποθετήσεις τους. Πρόκειται για την ευθεία αναγνώριση όχι μόνο των τρόπων οργάνωσης και δράσης των αναρχικών, αλλά και της επαναστατικής μας στόχευσης για την ανατροπή των κυρίαρχων σχέσεων και την προώθηση ενός επαναστατικού κοινωνικού μετασχηματισμού με οριζόντιες οργανωτικές δομές σε όλα τα επίπεδα, πολιτικά, οικονομικά, κοινωνικά.
Όλο το διάστημα της δικαστικής διαδικασίας που αφορούσε τους μάρτυρες κατηγορίας, αξιοποιήσαμε την ευκαιρία για να μιλήσουμε για όλες τις ενέργειες της οργάνωσης, να αναδείξουμε την πολιτική τους σημασία, αλλά και τη διαχρονικότητά τους, να τις τοποθετήσουμε μέσα στο ιστορικό πλαίσιο μέσα στο οποίο πραγματοποιήθηκαν και να τις συνδέσουμε με το σημερινό πολιτικό, οικονομικό και κοινωνικό περιβάλλον, έτσι όπως αυτό διαμορφώνεται με την παγκόσμια συστημική κρίση. Ζωντανέψαμε την ιστορία της οργάνωσης μέσα στη δικαστική αίθουσα και μετατρέψαμε την ίδια της τη δράση για την οποία το κράτος μας δίκαζε ως πολιτικό όπλο εναντίον των διωκτών μας και του συστήματος που υπηρετούν.
Πέρα όμως από την ανάδειξη και την υπεράσπιση κάθε πολιτικής διάστασης της δράσης της οργάνωσής μας με συνεχείς τοποθετήσεις και παρεμβάσεις κατά τη διάρκεια της διαδικασίας, δεν αφήσαμε στη διάθεση των δικαστών χωρίς να παρέμβουμε ούτε το νομικό μέρος της δίωξης. Continue reading