Πατήστε πάνω στην εικόνα για να διαβάσετε την μπροσούρα της εκδήλωσης
Μπορείτε να ακούσετε την εκδήλωση όπως αυτή ηχογραφήθηκε από τις Ραδιοζώνες Ανατρεπτικής Έκφρασης:
Πατήστε πάνω στην εικόνα για να διαβάσετε την μπροσούρα της εκδήλωσης
Μπορείτε να ακούσετε την εκδήλωση όπως αυτή ηχογραφήθηκε από τις Ραδιοζώνες Ανατρεπτικής Έκφρασης:
Εξουσιοδοτώ την συνήγορο μου Δάφνη Βαγιανού που με εκπροσωπεί να διαβάσει τα παρακάτω στο στάδιο της ακροαματικής διαδικασίας όπου ζητείται η απολογία των κατηγορουμένων στο ειδικό δικαστήριο των φυλακών Κορυδαλλού, το οποίο έχει συστηθεί για να δικάσει την υπόθεση της οργάνωσης Επαναστατικός Αγώνας.
Αυτό το κείμενο δεν συνιστά απολογία. Δεν νοιώθω ούτε ένοιωθα ποτέ υπόλογος για τις πολιτικές επιλογές μου σε κανένα πρόσωπο της εξουσίας. Ο μόνος κριτής της δράσης μου και των επιλογών μου είναι η επαναστατική ιστορία και οι φορείς της. Ως επαναστάτρια θεωρούσα πάντα και θεωρώ χρέος μου και παράλληλα αναφαίρετο δικαίωμα μου να υπερασπίζομαι τις πολιτικές μου επιλογές. Ακόμα περισσότερο είναι χαρά μου να στηρίζω δημόσια και παρά το όποιο προσωπικό κόστος, επιλογές αγώνα που συνιστούν κατά την βαθιά πεποίθηση μου σημαντικό παράδειγμα επαναστατικής δράσης. Και ένα τέτοιο παράδειγμα ήταν η οργάνωση Επαναστατικός Αγώνας, στον οποίο είχα την τιμή να συμμετάσχω. Ο Επαναστατικός Αγώνας, τη συμμετοχή μου στον οποίο με χαρά υπερασπίστηκα μετά τη σύλληψη μου, υπήρξε μια σημαντική συνιστώσα του ευρύτερου ανατρεπτικού αγώνα και η παρουσία του στην επαναστατική πολιτική σκηνή αποτέλεσε και αποτελεί -να είστε βέβαιοι- ορόσημο για πολλούς αγωνιστές. Ορισμένες δε, ενέργειες της οργάνωσης αποτέλεσαν μερικά πολύ σημαντικά γεγονότα της σύγχρονης επαναστατικής ιστορίας και ως τέτοια θα μείνουν αποτυπωμένα στη μνήμη πολλών ανθρώπων. Δεν είναι λίγοι αυτοί που τις αναπολούν συχνά, όπως οι ίδιοι έχουμε διαπιστώσει από τη στιγμή που αποφυλακιστήκαμε λόγω παρέλευσης του ορίου προφυλάκισης μας. Και το έχουμε διαπιστώσει κατά τη διάρκεια της συμμετοχής μας στις κινητοποιήσεις του τελευταίου χρόνου. Αυτό συμβαίνει γιατί είναι σε αρκετούς ορατό το κενό μιας τέτοιας ένοπλης επαναστατικής δράσης στην εποχή μας, εποχή που όπως όλοι οι εκμεταλλευόμενοι σήμερα διαπιστώνουν, αποτελεί την πιο σκοτεινή ιστορική περίοδο για τη χώρα μας αλλά και για όλο τον κόσμο. Εποχή που όλο και περισσότεροι αντιλαμβάνονται πως μόνο ριζοσπαστικές και ανατρεπτικές μορφές αγώνα και λύσεις θα καταφέρουν να βγάλουν την κοινωνία και τη χώρα από την άβυσσο που μας έχει πετάξει η υπερεθνική οικονομική και πολιτική εξουσία και οι υφιστάμενοι υποτακτικοί της όπως οι ελληνικές κυβερνήσεις και οι καθεστωτικοί πολιτικοί που συμμετέχουν στο κοινοβούλιο. Continue reading
Αν και απόντες ως φυσικά πρόσωπα, ο Νίκος Μαζιώτης και η Πόλα Ρούπα εμφανίστηκαν διά του λόγου τους στη φάση των «απολογιών» στη δίκη του Επαναστατικού Αγώνα. Οπως ανακοίνωσε η συνήγορός τους Δάφνη Βαγιανού, έλαβε με το ταχυδρομείο κείμενα υπογεγραμμένα από τους δύο αγωνιστές που έχουν περάσει στην παρανομία, με έγγραφη εξουσιοδότηση να τα διαβάσει στο δικαστήριο ως πολιτικές καταθέσεις εκ μέρους τους. Το κείμενο του Ν. Μαζιώτη έχει ημερομηνία Οκτώβρης 2012 και της Π. Ρούπα Δεκέμβρης 2012.
ΚΕΙΜΕΝΟ ΤΗΣ ΠΟΛΑΣ ΡΟΥΠΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΑΤΑΘΕΣΗ ΜΑΡΤΥΡΑ ΥΠΕΡΑΣΠΙΣΗΣ ΣΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΕΠΑΝΑΣΤΑΤΙΚΟΥ ΑΓΩΝΑ
Η υπόθεση του Επαναστατικού Αγώνα και η δίκη είναι πρώτα απ’ όλα μια σοβαρή υπόθεση. Μέσα στην αίθουσα του δικαστηρίου κάθε κατάθεση, τοποθέτηση, κάθε λέξη αποκτά μια ιδιαίτερη βαρύτητα και σημασία, ακόμα και αν αυτή εκτός του δικαστηρίου είναι παντελώς ανάξια λόγου. Και αυτό γιατί οτιδήποτε λέγεται σε αυτή τη δίκη έχει μια πολιτική προέκταση και καθώς η δίκη αυτή είναι μια ιστορική δίκη, μένει στην ιστορία οτιδήποτε την αφορά.
Σε μια από τις συνεδριάσεις, μάρτυρας ενός από τους συγκατηγορούμενούς μας έθεσε ως κεντρικό στοιχείο της επιχειρηματολογίας της για τη μη συμμετοχή του συγκεκριμένου κατηγορούμενου στον Επαναστατικό Αγώνα το γεγονός ότι είναι αδύνατο ένας αναρχικός που συμμετέχει ενεργά στο κίνημα, να συμμετέχει σε ένοπλη οργάνωση. Συνεπώς, «όποιος επιλέγει το κίνημα, δεν επιλέγει την ένοπλη δράση» και αντιστρόφως, «όποιος επιλέγει την ένοπλη δράση αποσύρεται από το κίνημα». Και ερωτώ, με ποιο δικαίωμα η μάρτυρας μιλάει σε ένα δικαστήριο για ζητήματα που αφορούν το εσωτερικό του αγώνα, είτε αυτά ισχύουν είτε όχι; Με ποιο δικαίωμα μπαίνει σε ζητήματα που δεν την αφορούν, σε ζητήματα που κανένας που συμμετέχει σε ένοπλη οργάνωση δεν αναφέρει μπροστά στον εχθρό; Και κυρίως με ποιο δικαίωμα «αποσύρει από το κίνημα» τους ένοπλους αγωνιστές και πιο συγκεκριμένα τα μέλη του Επαναστατικού Αγώνα; Με ποιο δικαίωμα «βγάζει στην παρανομία» όσους συμμετείχαν στην οργάνωση μπροστά στο δικαστήριο του εχθρού; Με ποιο δικαίωμα αναφέρεται μπροστά στο δικαστήριο σε ζητήματα που αφορούν τη δομή και το εσωτερικό της οργάνωσης, πράγμα που δεν κάναμε εμείς που αναλάβαμε την πολιτική ευθύνη; Γιατί βοηθάει το δικαστήριο στο να σχηματίσει μια οποιαδήποτε εικόνα για το εσωτερικό και τη δομή της οργάνωσης; Με ποιο δικαίωμα στη συνέχεια της κατάθεσής της χρησιμοποιεί ως παραδείγματα της επιχειρηματολογίας της εμένα και τον σύντροφο Μαζιώτη παρουσιάζοντάς μας ως «αποσυρμένους»; Με ποιο δικαίωμα ακυρώνει καταθέσεις δικών μας μαρτύρων υπεράσπισης; Με ποιο δικαίωμα λέει ότι «η Ρούπα και ο Μαζιώτης είχαν αποσυρθεί από τις ευρύτερες διεργασίες του αναρχικού κινήματος, αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι είχαν αποκοπεί από τις κοινωνικές σχέσεις, από τις φιλίες τους, από τις επαφές τους», αποπολιτικοποιώντας έτσι τις σχέσεις μας με συντρόφους; Εμείς ποτέ ούτε μέσα στη δίκη ούτε πουθενά αλλού δεν αναφερόμαστε με όρους μη πολιτικούς. Είμαστε πολιτικά όντα και αυτό έχει εμπεδωθεί και στον ίδιο τον εχθρό. Η προσωπική μας ζωή και οι σχέσεις δεν κατατέθηκαν ούτε στο ελάχιστο δημόσια και πολύ περισσότερο μπροστά στους κρατικούς εκπροσώπους. Η απόπειρα αποπολιτικοποίησης των σχέσεών μας και κατ’ επέκταση και ημών υπονομεύει την πολιτική υπόσταση τη δική μας και κατ’ επέκταση και της υπόθεσης, και στο μόνο που βοηθάει είναι τα σχέδια του κράτους εναντίον μας. Continue reading
Όλη αυτή η ιστορία από το 2001 που αποφυλακίστηκε ο σύντροφός μου μέχρι που μας συλλάβανε, δεν είναι «δημοσιεύματα», δεν είναι «εκτιμήσεις» και δεν είναι «γενικές πληροφορίες», όπως δηλώνει ο μάρτυρας. Είναι η ζωή μας.
Από το 2001 μέχρι που συλληφθήκαμε ήμασταν υπό συνεχή παρακολούθηση. Και επειδή επικαλείται ο συγκεκριμένος μάρτυρας ότι δεν γίνονταν επί 24ωρης βάσης οι παρακολουθήσεις πριν τις συλλήψεις μας, σας διαβεβαιώνω ότι εμείς είχαμε επί 24ωρης βάσης παρακολούθηση για πολύ μεγάλα χρονικά διαστήματα.
Το 2003 τον ρίξανε από την μηχανή. Παραλίγο να τον σκοτώσουν. Έχει γίνει καταγγελία γι΄ αυτό. Μας παρακολουθούσαν συνεχώς. Το 2007 μας παρακολουθούσαν τρία οχήματα της αστυνομίας με πλήρωμα δύο άτομα το καθένα και δύο μηχανές της αντιτρομοκρατικής και μάλιστα μας παρενοχλούσαν συνεχώς κατά την διάρκεια της οδήγησης με κίνδυνο να τραυματιστούμε. Μας έκλειναν δεξιά και αριστερά και μας πήγαιναν συνοδεία πάρα πολλά άτομα για πάρα πολλές μέρες. Το καλοκαίρι του ΄09 μας προσαγάγανε στην Θήβα και μας έκαναν έρευνα. Και όλα αυτά δεν είναι γενικώς «πληροφορίες». Είναι γεγονότα. Είναι η ζωή μας η ίδια. Αυτά δεν είναι γενικώς «ένα δημοσίευμα» το οποίο «έπεσε στην αντίληψή μας και το αναπαράγουμε εδώ μέσα».
Δηλώνει δημοσίως και επανειλημμένως ο πρώην πολιτικός προϊστάμενος του Παπαθανασάκη, ο Μαρκογιαννάκης -όπως και ο Κοραντής-, ότι για όλο το χρονικό διάστημα από την στιγμή της αποφυλάκισης -από το 2003 τουλάχιστον αναφερόταν αυτός- που ξεκίνησε την δράση του ο Επαναστατικός Αγώνας, «ο Μαζιώτης παρακολουθείται ανελλιπώς» και πως «υπάρχουν χιλιάδες σελίδες, υπάρχει ογκωδέστατος φάκελος στην υπηρεσία». «Το αποτέλεσμα αυτών των παρακολουθήσεων» όπως δηλώνει ο ίδιος ο Μαρκογιαννάκης «ήταν μηδέν».
Αν αυτό δεν τον συμφέρει τον μάρτυρα να το πει εδώ μέσα, εγώ το καταλαβαίνω. Αλλά ας έρθει όμως κάποιος να τα πει. Και αυτός πρέπει να είναι ο Μαρκογιαννάκης. Θα το κάνουμε επίσημο αίτημα και θεωρώ λάθος να μην καλεστεί.
Πρόεδρος: Μα το έχετε υποβάλλει ήδη αυτό το αίτημα.
Ρούπα: Να πει ποιες παρακολουθήσεις γίνανε, από ποιους, μέχρι πότε. Να έρθει να τα πει όλα εδώ πέρα. Και μάλιστα δύο υπηρεσίες -και η ΕΥΠ-, όχι μία. Και οι Αμερικανοί ήταν από πίσω μας μετά την επίθεση στην αμερικάνικη πρεσβεία.
Όλα αυτά δεν είναι «δημοσιεύματα», είναι η ζωή μας. Όταν εμένα με συλλάβανε, μου λέγανε για τα Κύθηρα, μου λέγανε που πήγα, μου έλεγαν τι έκανα, τα πάντα. Αυτά δεν είναι «δημοσιεύματα» Είναι αυτά που μου είπανε στην ίδια την υπηρεσία που υπηρετούσε Παπαθανασάκης.
Και είναι ψέματα αυτά που λέει ότι το 2001 μέχρι το 2004 που ήταν στην αντιτρομοκρατική δεν είχε ιδέα. Όπως είναι ψέματα αυτά που λέει ότι μετά που πήγε, δεν είχε επίσης ιδέα. Όπως είναι ψέματα αυτά που λέει ότι ο νυν προϊστάμενός του, ο οποίος κατά τον ίδιο διέταξε τις συλλήψεις αυτών των ανθρώπων και τις δικές μας, μας φυλάκισε και μας έχει φέρει εδώ πέρα κατηγορούμενους, δεν του μετέφερε τίποτα, αφήνοντας υπονοούμενα ότι του έχει αποκρύψει στοιχεία. Ο οποίος Τζοϊτης ήταν στέλεχος στην ΕΥΠ και μεταφέρθηκε στην αντιτρομοκρατική προκειμένου να δημιουργηθεί μια σχέση καλής συνεργασίας μεταξύ των δύο υπηρεσιών, της ΕΥΠ και της «αντιτρομοκρατικής». Και αυτό επιδιώχθηκε με τη μεταφορά στελεχών από τη μία υπηρεσία στην άλλη. Και δεν είναι δυνατόν ένα στέλεχος το οποίο δεν έχει γνώση του αντικειμένου, να το πάει ο πολιτικός του προϊστάμενος στην αντιτρομοκρατική. Προφανώς και είχε.
Όσον αφορά το ζήτημα του μικτού ορκωτού που ζητάνε με την ένστασή τους οι συνήγοροί μας, υπάρχει μια πολιτική συνάφεια μεταξύ της κατάργησής του και της ευρύτερης πολιτικής συνθήκης μέσα στην οποία αυτή έγινε. Πρόκειται για την γενικότερη επίθεση του συστήματος σε κοινωνικό, πολιτικό και οικονομικό επίπεδο απέναντι σε κάθε κοινωνικό έλεγχο, όπου κι αν αυτός εκφράζεται, είτε αφορά εργασιακά ζητήματα είτε αφορά οικονομικά είτε αφορά την οικονομική λειτουργία μιας χώρας είτε αφορά και την ίδια την λειτουργία της αστικής δικαιοσύνης. Πρόκειται για την ανασφάλεια που έχει το κράτος απέναντι σε οποιονδήποτε πολίτη καλείται ως ένορκος να παρέμβει σε μια δικαστική απόφαση.
Η κατάργηση των μικτών ορκωτών δικαστηρίων έρχεται παράλληλα με την νεοφιλελεύθερη επίθεση του κράτους και του κεφαλαίου μέσα στην δεκαετία του 2000 όπου οι αντιτρομοκρατικοί νόμοι διαδέχονται ο ένας μετά τον άλλον, σκληραίνει το νομικό πλαίσιο και μπαίνει μια διαδικασία σκληρής αντιμετώπισης των πολιτικών αντιπάλων του καθεστώτος. Όσον αφορά το ζήτημα των πολιτικών διώξεων πιστεύω ότι υπάρχει -όπως ειπώθηκε από τους συνηγόρους και από τον σύντροφό μου Νίκο Μαζιώτη- διάχυτος ο φόβος από μεριάς του καθεστώτος να αφεθεί στα χέρια ανθρώπων οι οποίοι δεν είναι δικαστικοί και δεν ελέγχονται. Στην πραγματικότητα ούτε η ίδια η συνείδηση των πολιτών και ούτε οι αποφάσεις τους ελέγχονται σ΄ αυτό το βαθμό που ελέγχεται ένας υπάλληλος της κρατικής μηχανής, όπως είναι ο καθένας σας που συμμετέχει σε αυτό το δικαστήριο.
Από κει και πέρα η απόφαση η δική μας να προχωρήσουμε σε αυτή την ένσταση σχετικά με την αναρμοδιότητα του δικαστηρίου βασίστηκε στο γεγονός ότι ήταν για μας μια ακόμη καλή ευκαιρία, μια καλή αφορμή για να κάνουμε τις τοποθετήσεις μας σε σχέση με την πολιτική φύση της οργάνωσης, να πούμε την άποψή μας, να εκφραστούνε και οι ίδιοι οι συνήγοροί μας γι΄ αυτό το ζήτημα και να προσφέρουμε στην διαλεκτική της πολιτικής σύγκρουσης που διεξάγεται μέσα σ΄ αυτή την αίθουσα.
Θέλω να αναφέρω ένα ζήτημα που έχει προκύψει και σε δικές σας αποφάσεις, αποφάσεις δικαστηρίων, σε σχέση με το κίνητρο μιας ενέργειας και με βάση το οποίο κίνητρο βγαίνει είτε έμμεσα είτε άμεσα το συμπέρασμα για το αν πρόκειται για πολιτική δίωξη. Αυτό έχει συμβεί σε παλιότερη δικαστική υπόθεση -αναφέρομαι στην υπόθεση του συντρόφου Νίκου Μαζιώτη το ΄98- όπου το δικαστήριο αποφάνθηκε ότι «τα ελατήρια της δράσης του δεν ήταν ταπεινά», δηλαδή ότι έχει κίνητρα που δεν ήταν ιδιοτελή.
Αυτό το στοιχείο μπαίνει ανά καιρούς σε διάφορες υποθέσεις. Δεν μπορώ να τις θυμηθώ γιατί δεν είναι και της αρμοδιότητάς μου να θυμάμαι δικαστικές αποφάσεις. Η απόφαση εκείνη στο δικαστήριο του συντρόφου ήταν μια ομολογία του δικαστηρίου ότι η δράση του ήταν πολιτική, ότι η φύση εκείνης της ενέργειας που ήταν η τοποθέτηση βόμβας στο υπουργείο Ανάπτυξης σε ένδειξη αλληλεγγύης στους κατοίκους του Στρυμονικού Κόλπου οι οποίοι είχαν εξεγερθεί ενάντια στην εγκατάσταση εργοστασίου χρυσού από την πολυεθνική TVX GOLD, ήταν πολιτική.
Άμα αναφερθούμε στο κίνητρο ως προϋπόθεση για να κρίνουμε αν είναι πολιτική η φύση μιας ενέργειας, μιας δράσης, τότε δεν πιστεύω ότι υπάρχει τίποτε πιο πολιτικό από την δράση του Επαναστατικού Αγώνα. Αν ο Επαναστατικός Αγώνας δεν είναι πολιτική οργάνωση, αν η δράση του Επαναστατικού Αγώνα δεν είναι πολιτική, τότε δεν είναι πολιτικό τίποτα. Και θα γίνω πιο συγκεκριμένη.
Τα κίνητρα των ανθρώπων οι οποίοι κυβερνούν όχι μόνο δεν είναι ταπεινά, είναι παντελώς ιδιοτελή. Είναι παντελώς υστερόβουλοι. Βασικά αυτοί φτιάχνουν, στήνουν συντηρούν και επιβάλλουν στην κοινωνία με την βία ένα σύστημα οικονομικό και πολιτικό το οποίο εξυπηρετεί τα δικά τους συμφέροντα, την αύξηση της περιουσίας τους. Κλέβουν τον κοινωνικό πλούτο, αρπάζουν το ψωμί του κόσμου από το στόμα του, πίνουν το αίμα των ανθρώπων στην κυριολεξία. Και όλα αυτά γίνονται για το δικό τους όφελος, για να φτιάξουν μια περιουσία, για να αυξήσουν την ήδη υπάρχουσα, για να αποκτήσουν ισχύ κοινωνική. Γιατί είναι και αυτό ένα μεγάλο ζητούμενο: η απόκτηση κοινωνικής και πολιτικής δύναμης. Αυτό είναι το ζητούμενο των ανθρώπων που απαρτίζουν το σύστημα.
Εμείς από την μεριά μας, όχι μόνο δεν έχουμε τέτοιο κίνητρο, αντιθέτως, τα δικά μας τα συμφέροντα είναι στην πραγματικότητα μόνο τα ευρύτερα κοινωνικά συμφέροντα. Το δικό μας συμφέρον ταυτίζεται με το κοινωνικό συμφέρον, ταυτίζεται με το συμφέρον της τάξης μας γιατί όλοι προερχόμαστε από τους λεγόμενους προλετάριους της κοινωνίας. Τα δικά μας τα συμφέροντα δεν έχουν καμιά σχέση με αυτό που λέμε προσωπικό κέρδος, με αυτό που λέμε ατομικό συμφέρον. Ίσα-ίσα διακυβευόταν και διακυβεύεται συνέχεια η ζωή μας και η ελευθερία μας. Έχουμε χάσει έναν σύντροφο σ΄ αυτό τον αγώνα. Έχει πεθάνει ένας πολύτιμος σύντροφος σε μια προπαρασκευαστική ενέργεια του Επαναστατικού Αγώνα, σε μια πολιτική ενέργεια και αυτό καθόρισε, καθορίζει και θα καθορίζει για πάντα τη ζωή μας.
Εμείς μπήκαμε στη φυλακή για τις πολιτικές μας επιλογές. Δεν βάλαμε μπροστά κανένα ατομικό συμφέρον για να απεγκλωβιστούμε απ΄ αυτή την διαδικασία. Αναφέρομαι σε εμάς τους τρεις. Αναλάβαμε την πολιτική ευθύνη, βάζοντας πίσω κάθε προσωπικό μας συμφέρον. Δεν μπορούσαμε να ξεχάσουμε τον σύντροφο Λάμπρο Φούντα και έπρεπε να μιλήσουμε γι΄ αυτόν. Η ανάληψη της πολιτικής ευθύνης από εμάς, θα είναι για εσάς ένα ενοχοποιητικό στοιχείο. Θα το χρησιμοποιήσετε εσείς σαν ενοχοποιητικό στοιχείο για να μας καταδικάσετε. Είπα σε μία προηγούμενη τοποθέτησή μου για τον σύντροφο Γουρνά που εκ των υστέρων μπήκε στη «διεύθυνση» επειδή ανέλαβε την πολιτική ευθύνη. Είναι φανερό ότι η κατηγορία της αρχηγίας βασίζεται σε ένα πολιτικό σκεπτικό.
Τα δικά μας κίνητρα είναι όχι μόνο μη ταπεινά, είναι τα πλέον κοινωνικά κίνητρα, τα πλέον ταξικά κίνητρα. Εμείς εκεί αναφερόμαστε. Έχουμε ταυτίσει τη ζωή μας με την Επανάσταση και γνωρίζουμε πως διακυβεύεται η ζωή και η ελευθερία μας κάθε στιγμή.
Από κει ύστερα αυτοί οι οποίοι μας κατηγορούν εμάς ως τρομοκράτες, που βάζουν τα νομικά πλαίσια, στήνουν ειδικά δικαστήρια για να δικάσουν εμάς ως «τρομοκράτες» προσπαθώντας να μας αποπολιτικοποιήσουν, να αφαιρέσουν το πολιτικό νόημα από τη δράση μας, από την οργάνωσή μας και από μας τους ίδιους ως πολιτικά όντα, ποιοι είναι στην πραγματικότητα; Να πάρουμε όλους τους επαγγελματίες πολιτικούς. Να πάρουμε για παράδειγμα από την Ν.Δ. την οικογένεια Καραμανλή που έχει μακρά ιστορία στο καθεστωτικό πολιτικό γίγνεσθαι και που συστηματικά επί δεκαετίες αφαιρεί τον κοινωνικό πλούτο, φτιάχνει περιουσίες και επιβάλλει με βάση το δικό της το συμφέρον, για τη διατήρηση των προνομίων της την κρατική βία πάνω στην ελληνική κοινωνία. Και το ατομικό τους συμφέρον προβάλλουν ως συμφέρον της ίδιας της κοινωνίας.
Σε ποιόν να πρωτοαναφερθούμε; Στην οικογένεια Μητσοτάκη μια άλλη δυναστεία όπου έγινε το ίδιο; Να αναφερθούμε στην οικογένεια Παπανδρέου, που από τον παππού του και τον πατέρα του μέχρι σήμερα έχει κάνει αμύθητη περιουσία και η οποία δεν δικαιολογείται με τίποτα; Να αναφερθούμε σε αυτούς τους επαγγελματίες πολιτικούς οι οποίοι ο ένας μετά τον άλλον έχουν «πνιγεί» μέσα στα σκάνδαλα; Να αναφερθούμε στον Ρουσόπουλο, να αναφερθούμε στον Δούκα όπου μόνο με την υπόθεση του Βατοπεδίου έχουν εξασφαλίσει πλούτο για τη ζωή όχι μόνο των παιδιών αλλά και των εγγονών τους; Και αν τελικά αποπέμπονται από την πολιτική σκηνή δεν τους ενδιαφέρει, γιατί στην πραγματικότητα έχουν «πιαστεί» όλοι. Ποιόν να πρωτοθυμηθούμε;
Όλοι αυτοί οι άνθρωποι τους οποίους τους κυνηγάει ο κόσμος έξω, κρύβονται, δεν μπορούν να εμφανιστούν δημόσια, τους προπηλακίζουν καθημερινά, όλοι αυτοί θα πούνε ότι αυτοί είναι πολιτικά όντα και εμείς είμαστε τρομοκράτες; Εμείς είμαστε εγκληματικά στοιχεία; Ότι εμείς δεν έχουμε πολιτικά κίνητρα και ότι δεν είναι πολιτική η υπόσταση και η δράση μας; Θα έπρεπε να ντρέπονται γι΄ αυτό. Και αυτό το δικαστήριο πραγματικά, θα έπρεπε να ντρέπεται που συστήθηκε. Επαναλαμβάνω πως ειδικά υπό τις σημερινές συνθήκες αν πούμε ότι ο Επαναστατικός Αγώνας δεν είναι πολιτική οργάνωση, αν πούμε ότι εμείς δεν είμαστε πολιτικά όντα, αν πούμε ότι η δράση του Επαναστατικού Αγώνα δεν είναι πολιτική, τότε δεν υπάρχει πολιτική. Τότε πολιτικό δεν είναι τίποτα.
Υπήρξε βέβαια, στο παρελθόν -τη δεκαετία του ʼ70- μια δικαστική απόφαση που αξίζει να την αναφέρουμε και η οποία βγήκε από ένα πενταμελές συμβούλιο εφετών που είχε κληθεί να αποφασίσει για την έκδοση του Ρόλφ Πόλε. Τον Πόλε τον κατηγορούσαν για συμμετοχή στη RAF. Συνελήφθη το ΄76 και έπρεπε να εκδοθεί στην Δ. Γερμανία. Το συμβούλιο που έπρεπε να βγάλει αυτή την απόφαση αποφάνθηκε ότι η δράση του είχε πολιτικό χαρακτήρα και είπε ότι για το λόγο αυτό δεν έπρεπε να εκδοθεί ο Πόλε. Έλεγε τότε η απόφαση ότι ο Πόλε «ήτο κατά το 1971 μέλος μιας επαναστατικής εξτρεμιστικής οργάνωσης, ήτις είχε πολιτικούς σκοπούς και απέβλεπεν εις ενεργόν δράσιν προς ανατροπήν του κρατούντος εις την Δυτικήν Γερμανίαν πολιτικού καθεστώτος και εις αγώνα από κοινού μετά των καταπιεζομένων εις όλον τον κόσμον κατά του Ιμπεριαλισμού και του μονοπωλιακού Καπιταλισμού και εστρέφετο εν γένει κατά του πολιτικού κατεστημένου της Δυτικής Κοινωνίας». Τότε η πλειοψηφία του δικαστηρίου, τρεις στους πέντε, έκρινε ότι τα «εγκλήματα» για τα οποία είχε καταδικαστεί ο Πόλε στην Γερμανία συνάπτονται ευθέως με τους πολιτικούς σκοπούς της οργάνωσης. Κατά συνέπεια η έκδοση δεν έπρεπε να γίνει. Ήταν πολιτικός κρατούμενος.
Στελέχη του ΠΑΣΟΚ τότε όπως ο Χαραλαμπόπουλος και ο Παπανδρέου, καθώς και ο Μαγκάκης που τότε ήταν βουλευτής της ΕΔΗΚ είχανε πει «μπράβο στο γενναίο συμβούλιο των εφετών το οποίο πήρε αυτή την απόφαση και σήκωσε ανάστημα απέναντι στις απαιτήσεις της Δ. Γερμανίας» η οποία ως ισχυρή ευρωπαϊκή δύναμη ήθελε να επιβάλει την άποψή της στο ελληνικό κράτος. Όποιος θυμάται, μέρος του ελληνικού πολιτικού κατεστημένου τότε, και πολύ περισσότερο αργότερα με το ΠΑΣΟΚ στην κυβέρνηση, προσπαθούσε να κρατήσει κάποιες πολιτικές και στρατηγικές ισορροπίες μεταξύ ανατολικού και δυτικού μπλοκ. Είχε πει συγκεκριμένα ο Μαγκάκης: «Tο θέμα είναι καθαρά νομικό. Οι πράξεις για τις οποίες καταδικάστηκε στη Γερμανία έγκυρα έχουν αποδοθεί από την απόφαση του γερμανικού δικαστηρίου. Η απόφαση αυτή διαπίστωσε πολιτικό κίνητρο στον Πόλε. Αυτό σημαίνει ότι οι πράξεις του συνιστούσαν μεικτό πολιτικό αδίκημα. Τα μεικτά πολιτικά αδικήματα υπάγονται στην απαγόρευση εκδόσεως. Πρέπει να κατανοηθεί ότι η απόφαση περί μη εκδόσεως του Πόλε δεν σημαίνει πολιτική ταύτιση μαζί του, αλλά σεβασμό στις δικονομικές αρχές του κράτους δικαίου».
O Χαραλαμπόπουλος από το ΠΑΣΟΚ ήταν πιο κατηγορηματικός: «Δεν υπάρχει καμιά αμφιβολία ότι τα αδικήματα του Πόλε είναι πολιτικά. Ο Πόλε αγωνίστηκε και αγωνίζεται για την επικράτηση των ιδεών του. H απόφαση του εφετείου δεν επιδέχεται παρερμηνείες ως προς το σημείο αυτό. Kαι ήταν μια απόφαση που τιμά τους Έλληνες δικαστές που την εξέδωσαν. Καμιά σκοπιμότητα δεν δικαιολογεί την έκδοση του Πόλε».
Ο Παπανδρέου προειδοποιούσε: «Aναμένεται από ολόκληρο τον ελληνικό λαό να αποδείξει η ελληνική δικαιοσύνη την ανεξαρτησία της τόσο απέναντι στην εκτελεστική εξουσία όσο και απέναντι στις αφόρητες και απαράδεκτες επεμβάσεις της γερμανικής κυβέρνησης. Ο λαός αναμένει και θα κρίνει».
Ο Άρειος Πάγος στη συνέχεια με τον τότε πρόεδρο Ευστάθιο Μπλέτσα «εξαφάνισε» την απόφαση του συμβουλίου για τη μη έκδοση του Πόλε και αποφάσισε ότι πρέπει να εκδοθεί, ότι τα κίνητρά του δεν είναι πολιτικά, ότι είναι τρομοκράτης. Ο Άρειος Πάγος ήθελε επίσης, να ασκηθεί πειθαρχική δίωξη εις βάρος των τριών εφετών που είχανε ψηφίσει για τη μη έκδοση του Πόλε.
Τελικά ο Πόλε εκδόθηκε. Αναφέρεται τότε ότι υπήρξε μια κινητοποίηση ενάντια στην πειθαρχική δίωξη του δικαστηρίου που είχε βγάλει αυτή την απόφαση και θεωρήθηκε από το μεγαλύτερο μέρος του πολιτικού κατεστημένου τότε ότι αυτή η κίνηση στρεφόταν ευθέως κατά της ανεξαρτησίας της δικαιοσύνης ενώ ο Παπανδρέου είχε συγκρίνει την υπόθεση αυτή με την επέμβαση Κόλλια στην υπόθεση Λαμπράκη. Ήταν μείζονος σημασίας η μη παραπομπή σε πειθαρχικές διώξεις των συγκεκριμένων δικαστών.
Το ζήτημα τώρα ποιο είναι; Γιατί συμβαίνουν αυτά τότε; Τι έγινε μετά; Μεταλλάχτηκε το ΠΑΣΟΚ όταν ήρθε στην εξουσία;
Μετά από ολιγόλεπτη διακοπή που ζήτησε ο εισαγγελέας επαναλήφθηκε η συνεδρίαση και η συντρόφισσα συνέχισε την τοποθέτησή της.
Ήθελα να πω πως, τόσο εγώ σαν Ρούπα όσο και σαν Επαναστατικός Αγώνας, οι προσεγγίσεις που κάνουμε στα γεγονότα είναι πολιτικές. Δηλαδή, κάθε γεγονός θεωρούμε ότι είναι αδιαχώριστο από το ιστορικό πλαίσιο μέσα στο οποίο δημιουργείται και προσπαθούμε να βρούμε πάντα την πολιτική σύνδεση που υπάρχει ανάμεσα σε φαινόμενα και γεγονότα που μπορεί με μια πρώτη ματιά να φαίνονται ασύνδετα με την πολιτική ή πολύ περισσότερο με την οικονομική πραγματικότητα.
Η έκδοση του Πόλε και όλη αυτή ιστορία που προανέφερα, αφορούσε μια συγκεκριμένη ιστορική περίοδο. Ποια ήταν αυτή η περίοδος; Δεν θα ξεκινήσω από εκεί. Θα περάσω όμως δια μέσου αυτής της περιόδου, για να αναφερθώ στην εξέλιξη την πολιτική και οικονομική που υπήρξε και καταλήξαμε σήμερα τέτοια φαινόμενα να αποκλείονται τελείως -δηλαδή να βγαίνουν δικαστικές αποφάσεις για τη μη έκδοση πολιτικών κρατουμένων και να αναγνωρίζεται η πολιτική τους δράση- όχι μόνο από τις αποφάσεις των δικαστηρίων, αλλά και από την σκέψη ακόμα ανθρώπων οι οποίοι καλούνται να δικάσουν σήμερα τέτοιες υποθέσεις.
Την αρχή εγώ την βρίσκω πάλι σε αυτό που λέμε καπιταλιστική κρίση. Αυτή πότε ξεκίνησε; Τα έχουμε καταγράψει σε προκηρύξεις αυτά που θα πω.
Όταν μεταπολεμικά άρχισε η καπιταλιστική συσσώρευση -θα αναφερθώ λίγο σύντομα σε σχέση μ΄ αυτά- μέσα από την απόσπαση της εργατικής υπεραξίας, παράλληλα είχαμε εκείνη την εποχή ισχυρά κινήματα εχθρικά προς το καθεστώς. Είχαμε ταξικούς αγώνες, είχαμε κοινωνικούς αγώνες και πολιτικούς αγώνες. Η μεταπολεμική συσσώρευση κεφαλαίων έφερε την εκρηκτική ανάπτυξη των πολυεθνικών και τη διαμόρφωση μιας νέας υπέρ-τάξης, της υπερεθνικής ελίτ. Εκείνη την περίοδο αναπτύχθηκε μια μεγάλη σύγκρουση ανάμεσα στα χαμηλά ταξικά στρώματα της κοινωνίας και τα στρώματα τα ταξικά τα οποία ηγούνται της κοινωνίας, καταπίεζαν και εκμεταλλεύονταν τους προλετάριους. Αυτή η σύγκρουση έφερε ένα αδιέξοδο. Το αδιέξοδο αυτό αφορούσε τα κέρδη του κεφαλαίου που λόγω των συνδικαλιστικών διεκδικήσεων, οι καπιταλιστές ήταν υποχρεωμένοι να τα μοιράζονται με τους εργαζόμενους. Αυτά συνέβαιναν την δεκαετία του ʽ60. Το κεφάλαιο άρχισε να ερευνά νέους τρόπους συσσώρευσης στην περιφέρεια του καπιταλιστικού κόσμου. Άρχισαν να οργανώνονται από το υπερεθνικό κεφάλαιο και να γίνονται οι πρώτες «επιθέσεις» άντλησης κέρδους με τα δάνεια, η εκμετάλλευση χωρών με τη χρήση των δανείων που είχε σαν αποτέλεσμα να καταστραφούν πολλές χώρες.
Είχαμε το ΔΝΤ τότε να επιβάλλει μέτρα νεοφιλελεύθερης αναδιάρθρωσης των οικονομιών που στην πραγματικότητα ήταν μέτρα καταστροφής των παραγωγικών δομών που υπήρχαν στις χώρες της περιφέρειας. Αρχικά είχαμε χώρες της Αφρικής που είχαν καταστραφεί, είχαμε νεκρούς εκεί, είχαμε αποκλεισμένους, είχαμε ολόκληρους λαούς να πετιούνται στο περιθώριο. Τα ίδια φαινόμενα είχαμε και στη Λατινική Αμερική.
Στο κέντρο τώρα άρχισε να αναπτύσσεται μια έντονη ταξική διαπάλη. Και αυτό αφορούσε τα κέρδη του κεφαλαίου. Αφορούσε το πώς θα διανεμηθούν αυτά τα κέρδη. Οι προλετάριοι της Ευρώπης έχοντας ισχυρά συνδικαλιστικά και πολιτικά κινήματα, κατάφερναν να αποσπούν μέρος των κερδών αυτών, να αυξάνουν τους μισθούς και αυτό άρχισε να μειώνει την κερδοφορία των καπιταλιστών. Αυτή η σύγκρουση έφτασε κάποια στιγμή σε οριακό σημείο. Εκείνη την περίοδο άρχισαν να αναπτύσσονται και τα αντάρτικα στην Ευρώπη, όπως η RAF -που κατηγορήθηκε ο Rolf Pole που προανέφερα ότι συμμετείχε-, όπως οι Ερυθρές Ταξιαρχίες, όπως οι Επαναστατικοί Πυρήνες. Υπήρχαν πολλές οργανώσεις οι οποίες απέβλεπαν σε αυτό που λέμε μετωπική σύγκρουση με πολιτικοστρατιωτικά μέσα με το καθεστώς της Ευρώπης και ανατροπή του καθεστώτος και του συστήματος.
Αυτή η σύγκρουση μεταξύ κοινωνικής βάσης και κεφαλαίου τελικά κατέληξε σε αδιέξοδο και ήρθε η κρίση της δεκαετίας του ʽ70. Εκεί είναι η αφετηρία της σημερινής κρίσης για εμάς, για τον Επαναστατικό Αγώνα. Μια κρίση την οποία στην πραγματικότητα προσπάθησαν οι κυρίαρχοι να την ξεπεράσουν με το νεοφιλελεύθερο μοντέλο. Δηλαδή το νεοφιλελεύθερο οικονομικό μοντέλο ήταν η απόπειρα του συστήματος να επιτεθεί καταρχήν σε όλες τις κατακτήσεις τις κοινωνικές και ταξικές που έκαναν οι προλετάριοι , να χτυπήσει τα συνδικάτα, να χτυπήσει τις οργανώσεις και να ισοπεδώσει οποιαδήποτε κοινωνική και ταξική κατάκτηση, έτσι ώστε να καταφέρει να επανέλθει μετά και να επιβληθεί με άλλους όρους πλέον στο ευρωπαϊκό προλεταριάτο και από κει και πέρα να καταφέρει να διασφαλίσει την συνέχιση της συσσώρευσης με άλλους όρους. Γιατί πλέον η περίοδος της σοσιαλδημοκρατίας που είχαμε μεταπολεμικά δεν το εξυπηρετούσε αφού είχε φέρει ακριβώς αυτό το αδιέξοδο. Το αδιέξοδο που είχε τότε χαρακτηριστεί ως στασιμοπληθωρισμός με όρους οικονομικούς. Όμως στην πραγματικότητα δεν είναι οικονομικοί όροι με τη στενή έννοια, αφού η οικονομική και η πολιτική σφαίρα για εμάς ως Επαναστατικός Αγώνας είναι ταυτισμένη και μέσα από αυτό πρίσμα βλέπουμε όλα τα γεγονότα.
Η Ελλάδα τότε ήταν σε μια ιδιάζουσα θέση. Βασικά το ΠΑΣΟΚ είχε έναν τυχοδιωκτικό χαρακτήρα. Η δράση του και η στάση του καθοριζόταν από το κύριο ζητούμενο που ήταν η κατάκτηση της εξουσίας. Και επειδή στην Ελλάδα υπήρχε ούτως ή άλλως έντονος κοινωνικός αναβρασμός μετά την χούντα των συνταγματαρχών, γίνονταν συγκρούσεις στους δρόμους καθώς εργαζόμενοι και χαμηλά κοινωνικά στρώματα προχωρούσαν δυναμικά σε σειρά πολιτικών και ταξικών διεκδικήσεων. Μέσα σε αυτό το κοινωνικό πλαίσιο ήταν λογικό ένα μέρος του ίδιου του πολιτικού συστήματος να αποσκοπεί στο να βρει ερείσματα σε αυτά τα στρώματα. Αυτό το ρόλο έπαιξε το ΠΑΣΟΚ προσπαθώντας να διεκδικήσει και την ίδια την εξουσία.
Παράλληλα είχαμε και το ανατολικό μπλοκ τότε, έτσι; Δεν υπήρχε η λεγόμενη μονοκρατορία του καπιταλισμού τότε. Και όπως είπα και πριν το ΠΑΣΟΚ αργότερα που πήρε την εξουσία «αλληθώριζε» προς άλλα μοντέλα οικονομικής και πολιτικής οργάνωσης όπως αυτά της Σοβιετικής Ένωσης και αυτά των αραβικών χωρών. Στην πραγματικότητα η στάση του ήταν τυχοδιωκτική. Αλλά αυτό αποδείχτηκε στην συνέχεια. Ένα μέρος του κόσμου τότε το ΠΑΣΟΚ το πήρε μαζί του και ανέβηκε στην εξουσία. Η μεταστροφή βέβαια δεν έγινε μόνο λόγω του ότι πήραν την εξουσία, αλλά μεταστράφηκε συνολικά η πολιτική κατάσταση στην Ελλάδα και άρχισε να βιώνει και η Ελλάδα την ίδια διεθνή κρίση σε πολύ έντονο βαθμό. Φτάσαμε στο σημείο αργότερα -από την δεκαετία του ʽ90 και μετά- με την έντονη και γρήγορη νεοφιλελεύθερη επίθεση που έγινε από την ΝΔ να έχουμε τις μεγάλες κοινωνικές συγκρούσεις εκείνη την περίοδο. Τελικά, η νεοφιλελεύθερη αναδιάρθρωση σε εκείνη τη φάση δεν τους βγήκε. Το ΠΑΣΟΚ ξανανέβηκε στην εξουσία μέσα σε μια προσπάθεια του καθεστώτος να δώσει ένα διέξοδο προς την κατεύθυνση της νεοφιλελεύθερης αναδιάρθρωσης στην Ελλάδα. Μέσα σε αυτό το πλαίσιο είχαμε την μεταστροφή και σε αυτό το πολιτικό επίπεδο που είχε να κάνει με την αντιμετώπιση των ένοπλων οργανώσεων από την ίδια την εξουσία. Αργότερα το ίδιο το ΠΑΣΟΚ στην υπόθεση για παράδειγμα του Χαμντάν, στην οποία ο Μητσοτάκης είχε αρνηθεί την έκδοση του, το ίδιο το ΠΑΣΟΚ, -ήταν ο Σημίτης πρωθυπουργός- τον εξέδωσε. Αργότερα εξέδωσε και τον Οτσαλάν. Το έκανε με τρόπο ώστε να μην μπορεί να πει κάποιος ότι τον εξέδωσε η ελληνική κυβέρνηση. Διεκπεραίωσε ουσιαστικά την έκδοσή του, συνεργάστηκαν ο Πάγκαλος και ο Σημίτης με μυστικές υπηρεσίες του εξωτερικού ώστε να τον προωθήσουν σε μια άλλη χώρα, να τον συλλάβουν οι ντόπιες μυστικές υπηρεσίες και να έχουμε την εξέλιξη που είχαμε.
Αύτη η μεταστροφή του ελληνικού πολιτικού συστήματος συνδέεται με μια επίσης γενικότερη παγκόσμια μεταστροφή που είχε να κάνει με τον ρόλο του ΝΑΤΟ σε σχέση με την καταστολή και τον έλεγχο των λαών παγκοσμίως. Μην έχοντας ανατολικό μπλοκ πλέον, το ΝΑΤΟ λεγόταν πως «έχασε την αποστολή του». Όχι, δεν την έχασε στην πραγματικότητα. Μετεξελίχθηκε σε αυτό που λέμε στρατό ενάντια στους λαούς. Μετεξελίχτηκε σε μια παγκόσμια κατασταλτική δύναμη και πέρασε το δόγμα του «αντιτρομοκρατικού» πολέμου που στην πραγματικότητα ξεκίνησε από την δεκαετία του ʽ90 και κορυφώθηκε αυτή η πολιτική τάση στις αρχές του 2000 με την επίθεση στο Ιράκ το Αφγανιστάν κλπ. Μέσα σε αυτό το πολιτικό, επαναλαμβάνω, πλαίσιο άρχισαν να ψηφίζονται ο ένας μετά τον άλλοι οι αντιτρομοκρατικοί νόμοι που στην πραγματικότητα αφορούσαν το μέλημα του συστήματος να αντιμετωπίσει στην ρίζα του το φαινόμενο της πολιτικής δράσης και αμφισβήτησής του. Γιατί πλέον, δεν άφηνε κανένα περιθώριο όχι μόνο για ριζοσπαστικούς αγώνες που απέβλεπαν σε μια άλλη κοινωνία και σε ένα άλλο πολιτικό σύστημα, αλλά ακόμα και για την αμφισβήτηση του ίδιου του συστήματος.
Οι πρώτοι αντιτρομοκρατικοί νόμοι εμπεριείχαν μια, θα μπορούσαμε να πούμε, ενοχή μέσα τους. Δεν ομολογούσαν ότι ήταν πολιτική η δράση των συγκεκριμένων που διώκονταν. Μιλούσαν για οργανωμένο έγκλημα. Ο νόμος του Σταθόπουλου του 2001 είχε αυτή την αναφορά. Αργότερα άρχισαν να το ξεπερνάνε αυτό. Στην πορεία είχαμε το ζήτημα που ανέφερα και στην προηγούμενη τοποθέτησή μου σε σχέση με τα θεωρήματα περί αντικειμενικής και υποκειμενικής θεωρίας αλλά στην πορεία, όπως είπε και η συνήγορος Δαλιάνη στην προηγούμενη τοποθέτησή της, δεν το είχαν ανάγκη. Το αναίρεσαν. Το διαγράψανε. Πλέον μιλάνε, μιλάτε, μιλάει το ίδιο το σύστημα για τρομοκρατία, αναγνωρίζοντας στην πραγματικότητα χωρίς να ομολογείται, ότι όταν λέμε τρομοκρατία εννοούμε πολιτική δράση. Λέτε δηλαδή, ότι «τα κίνητρά σας είναι πολιτικά, είναι πολιτική η δράση σας αλλά δεν είναι πολιτικές οι πράξεις σας». Αυτό όπως είπε η συνήγορος Δαλιάνη, είναι άτοπο.
Γιατί γίνεται αυτό τώρα; Γιατί στην πραγματικότητα το σύστημα τώρα δεν έχει καμία διάθεση να φτιάξει κάποιο περιτύλιγμα της νομικής φόρμας με την οποία διώκει τους δεδηλωμένους εχθρούς της. Δεν έχει κανένα μέλημα και καμία διάθεση να δικαιολογηθεί για την επίθεση που θα κάνει σε όλους όσους αντιστέκονται. Αλλά οι τρομοκρατικοί νόμοι δεν έχουν σταματήσει εδώ και το ξέρουμε αυτό πάρα πολύ καλά. Έπεται να κατηγορηθεί ως τρομοκρατική δράση, κάθε δράση η οποία θα αμφισβητεί την υπάρχουσα τάξη πραγμάτων ακόμα και αν δεν είναι ένοπλη. Όπως επίσης, έπεται να ψηφιστεί ως νόμος αντιτρομοκρατικός και η δίωξη ακόμα και του φρονήματος. Με ποια έννοια θα γίνει αυτό; Ότι θα μιλάει απλώς κάποιος για ανατροπή και αυτό από μόνο του θα χρησιμοποιείται ως πρόκληση σε «τρομοκρατική δράση». Αυτό που συμβαίνει στην πραγματικότητα στην Αγγλία ήδη, όπου οι αναρχικοί εκεί διώκονται ως τρομοκράτες. Λέει το καθεστώς εκεί, «τι είναι αυτό που πρεσβεύετε;», «η ανατροπή του κράτους;» τρομοκρατία! Τι είναι αυτό που πρεσβεύετε; η ανατροπή του συστήματος; τρομοκρατία!». Αλλά έχουμε περάσει πλέον – και αυτό θέλω να το επισημάνω- στην περίοδο της βαθιάς πολιτικής και οικονομικής κρίσης του συστήματος. Οι κυρίαρχοι είναι ανασφαλείς σε τέτοιο βαθμό που ακόμα και εκφράσεις, ακόμα και λέξεις πιστεύουν ότι μπορούν να τους βλάψουν. Με βάση αυτό το φόβο ερμηνεύεται η σκλήρυνση των αντιτρομοκρατικών νόμων και η αντιμετώπιση και από αυτό το δικαστήριο εμάς με αυτό το νομοθετικό πλαίσιο. Και πιστεύω πως οι αποφάσεις που θα πάρετε, επαναλαμβάνω, θα είναι καταδικαστικές για όλους μας, ασχέτως αν υπάρχουν ή δεν υπάρχουν στοιχεία – που δεν υπάρχουν δηλαδή. Ένα προηγούμενο υπάρχει ήδη. Με βάση τον καινούργιο νόμο έτσι όπως εκφράζεται από τους συνηγόρους καλύτερα γιατί εγώ νομικός δεν είμαι, έχει γίνει ήδη μια δίκη εδώ σε αυτή την αίθουσα, στην οποία καταδικάστηκαν άνθρωποι για ενέργειες ένοπλης οργάνωσης χωρίς να υπάρχει κανένα στοιχείο, μόνο με βάση εκτιμήσεις. Στην πραγματικότητα δηλαδή, ούτε καν σκεπτικό δεν υπήρχε και μιλάω για την πρώτη δίκη που αφορούσε την Συνομωσία Πυρήνων της Φωτιάς και που τέλειωσε πριν λίγο καιρό. Αγωνιστές καταδικάστηκαν όπως η Καρακατσάνη, όπως ο Μασούρας ο Καραγιαννίδης, ο Μητρούσιας για συμμετοχή στην οργάνωση και για συνέργια σε ενέργειες χωρίς κανένα στοιχείο. Αυτή η ίδια φόρμουλα θα μεταφερθεί και εδώ. Γιατί σήμερα τα ειδικά δικαστήρια που στήνετε δεν χρειάζονται στοιχεία για να εκδώσουν καταδικαστικές αποφάσεις. Λέτε εσείς: «Είναι δεδηλωμένοι εχθροί μας, έτσι τους χαρακτηρίζουμε εμείς άσχετα αν αυτοί λένε ότι συμμετείχαν ή δεν συμμετείχαν. Είναι δεδηλωμένοι εχθροί του συστήματος, οπότε πρέπει να καταδικαστούν όπως και να έχει». Αυτό είναι το πλαίσιο που υπάρχει, το πολιτικό και το κοινωνικό, γύρω από αυτά τα ζητήματα. Και πιστεύω ότι αυτή η δίκη θα καταλήξει με ακόμα πιο σκληρές καταδικαστικές αποφάσεις.
Τώρα θέλω να επαναλάβω -για να είναι αυτό το τελευταίο που θα πω- ότι ο Επαναστατικός Αγώνας, όπως είπα και πριν, όχι μόνο είναι μια πολιτική οργάνωση, αλλά αν δεν είναι ο Επαναστατικός Αγώνας πολιτική οργάνωση τότε δεν υπάρχει πολιτική οργάνωση στην πραγματικότητα. Αν δεν είμαστε εμείς πολιτικά όντα, τότε ποια είναι; Αν δεν είναι πολιτική η δράση μας τότε ποια δράση είναι πολιτική; Αν πάρουμε μια προς μια τις ενέργειες του Επαναστατικού Αγώνα, δεν υπάρχει τίποτα που να μην είναι πολιτικό ούτε στην επιλογή, ούτε μέσα στον λόγο, ούτε μέσα στην δράση της οργάνωσης. Ναι, ο Επαναστατικός Αγώνας σήκωσε τα όπλα ενάντια στο σύστημα: αυτό ήταν μια πολιτική επιλογή. Στραφήκαμε ενάντια σε θεσμούς όπως το υπουργείο οικονομικών που χτυπήσαμε και μάλιστα υπό συγκεκριμένες πολιτικές συνθήκες. Η επίθεση ενάντια στο υπουργείο οικονομικών έγινε με αιχμή ένα προϋπολογισμό που ψηφιζόταν εκείνη την περίοδο στην βουλή και που στην πραγματικότητα περνούσε ένα σχέδιο οικονομικό λιτότητας για την επόμενη χρονιά, ένα σχέδιο οικονομικής επίθεσης στα χαμηλότερα κοινωνικά στρώματα Κάναμε την πολιτική επιλογή για το υπουργείο απασχόλησης έχοντας ως πολιτική ανάγκη να απαντήσουμε σε ένα νομοσχέδιο που στρεφόταν ενάντια στα εργασιακά κεκτημένα και προωθούσε την νεοφιλελεύθερη αναδιάρθρωση στα εργασιακά. Να πάμε στην αμερικάνικη πρεσβεία. Ποιος στόχος είναι πιο πολιτικός από εκείνον; Να χτυπηθεί η αμερικάνικη πρεσβεία που είναι το άντρο των διεθνών τρομοκρατών, το άντρο του διεθνούς ιμπεριαλισμού. Να πάρουμε το χρηματιστήριο αργότερα. Αν δεν είναι πολιτική επιλογή να χτυπάς το χρηματιστήριο, τότε τι είναι; Χτυπήσαμε την Citibank. Αν δεν είναι πολιτική επιλογή να χτυπάς την Citibank τότε τι είναι; Όλες αυτές οι επιλογές αγώνα ήταν πολιτικές. Δεν περίμενα βέβαια ότι θα υπάρξει αναγνώριση από το δικαστήριο της πολιτικής μας δράσης. Πάντως στην ιστορία ως τέτοια έχει καταγραφεί. Ο Επαναστατικός Αγώνας έχει καταγραφεί και έτσι θα μείνει στην ιστορία ως μια πολιτική οργάνωση, με βαθιά κοινωνικά και ταξικά χαρακτηριστικά και με ερείσματα μέσα στην κοινωνία. Αυτή την στιγμή ο Επαναστατικός Αγώνας ακόμα και αν εσείς δεν το αναγνωρίζετε, έχει ερείσματα μέσα στην κοινωνία. Υπάρχουν άνθρωποι οι οποίοι βλέπουν όχι κατ’ ανάγκη εμάς αλλά βλέπουν ότι η μόνη λύση για να ανατρέψουν αυτό το σύστημα είναι να πάρουν τα όπλα και να στραφούν ενάντια στο καθεστώς. Το βλέπουν αυτό. Βλέπουν ότι το σύστημα αυτό το πολιτικό έχει τελειώσει. Είναι σάπιο από την ρίζα του. Αυτό το αναγνωρίζει όλος ο κόσμος. Γιʼ αυτό κρύβονται όλοι οι πολιτικοί . Το λέω ξανά: ΚΡΥΒΟΝΤΑΙ! Προπηλακίζονται συνέχεια. H μόνη διέξοδος στην πραγματικότητα για να λυτρωθεί η ίδια η κοινωνία, για να πετάξει αυτό το ζυγό από πάνω της ο οποίος την έχει φέρει σε αδιέξοδο είναι η ένοπλη προλεταριακή αντεπίθεση για την Κοινωνική Επανάσταση. Μιλάμε για ζήτημα επιβίωσης της κοινωνίας και επιβίωσης του ίδιου του πλανήτη. Αυτό έκανε ο Επαναστατικός Αγώνας και αυτό θα συνεχίσουμε να κάνουμε εμείς ως πολιτικά όντα, ως επαναστάτες.
Δεν παραδέχεστε όμως, ότι είμαστε πολιτική οργάνωση, γιατί αυτό στην πραγματικότητα θα ήταν μια έμμεση ομολογία ότι υπάρχει ένα πολιτικό αντίπαλο δέος σε αυτό το σύστημα. Δηλαδή ότι ο Επαναστατικός Αγώνας είναι μια πολιτική οργάνωση η οποία πρεσβεύει μια άλλου τύπου κοινωνία. Μια άλλου τύπου κοινωνική, πολιτική και οικονομική οργάνωση. Η αναγνώριση ότι έχετε απέναντί σας πολιτικούς αντιπάλους θα σήμαινε στην πραγματικότητα ότι αναγνωρίζετε πως στους κόλπους αυτής της κοινωνίας, αυτού του συστήματος που εσείς υπηρετείτε, υπάρχουν άνθρωποι οι οποίοι αγωνίζονται, βλέπουν, πρεσβεύουν, επιδιώκουν μια άλλου τύπου κοινωνική οργάνωση.
Αυτό από μόνο του θα ήταν ένα πλήγμα στο ίδιο το καθεστώς σας. Το καθεστώς που εσείς υπηρετείτε. Εσείς όμως από την άλλη, θέλετε να προβάλλετε ως μονόδρομο αυτό το καθεστώς. Δηλαδή ότι δεν υπάρχει ζωή έξω από αυτό το σύστημα. Ότι δεν υπάρχει ζωή έξω από αυτή την κοινωνία. Θέλετε να πείσετε ότι είναι καταστροφική οποιαδήποτε προσπάθεια, οποιοσδήποτε αγώνας ν΄ απεγκλωβιστούμε από αυτή την κοινωνική κατάσταση. Θέλετε να πείσετε ότι είναι αδύνατη η ύπαρξη κοινωνίας χωρίς κράτος, χωρίς διευθυντές και διευθυνόμενους. Θέλετε να πείσετε ότι είναι αδύνατο να υπάρξει κοινωνία χωρίς αφέντες και δούλους. Θέλετε να πείσετε ότι είναι αδύνατο να υπάρξει κοινωνία χωρίς πλούσιους και φτωχούς. Όλα αυτά έχουν βέβαια ένα πολιτικό και θεωρητικό υπόβαθρο. Το γνωρίζουμε. Υπάρχουν θεωρητικοί όπως ο Μάλθους, ο Άνταμ Σμίθ, υπήρξαν πολλοί σε όλη την ιστορία του καπιταλιστικού συστήματος που εσείς υπηρετείτε, οι οποίοι θεωρητικοποιήσανε την ύπαρξη της φτώχειας, θεωρητικοποιήσανε το αδύνατο να υπάρξει κοινωνία έξω από τους κοινωνικούς διαχωρισμούς.
Αυτό το υπηρετείτε κι εσείς μέσα από αυτό το δικαστήριο. Όλη αυτή η θεωρία η οποία στην πραγματικότητα θέλει να πείσει ότι είναι η μοίρα του φτωχού να είναι φτωχός, είναι η μοίρα του καταπιεσμένου να είναι καταπιεσμένος και ότι όπως έλεγε ο Σμίθ για όσους τον γνωρίζουν, ότι το κυνήγι του κέρδους πάνω στο οποίο στην πραγματικότητα βασίζεται μια κοινωνία ανισοτήτων και αδικιών όπως η δική μας , είναι αναφαίρετο δικαίωμα του καθένα να βελτιώνει την οικονομική κατάστασή του, πατώντας πάνω στα κεφάλια των άλλων ανθρώπων. Αυτό το θεωρείτε εσείς αναφαίρετο δικαίωμα του καθένα. Είναι για εσάς αυτό που λέμε «οικονομική ελευθερία». Είναι αυτό που υπερασπίζεστε. Πρόκειται για μια προσπάθεια νομιμοποίησης της εγκληματικής φύσης του καθεστώτος. Αυτό το καθεστώς εμείς προσπαθούμε να το ανατρέψουμε ως οργάνωση. Αυτή την κοινωνία της ανισότητας θέλουμε να την ανατρέψουμε.
Θα αναφέρω τώρα ένα παράδειγμα σε σχέση με μια απόφαση του Αρείου Πάγου που αφορούσε την απάντησή του στην προσβολή της δικαστικής απόφασης για την 17Ν. Απαντώντας στο ζήτημα της «τρομοκρατικής» οργάνωσης και του πολιτικού «εγκλήματος» που αναφέρετε εσείς -σε εισαγωγικά για μένα όλα αυτά είχε πει ο Άρειος Πάγος επικαλούμενος την αντικειμενική θεωρία, ότι κάποιος που στρέφεται με την δράση του κατά της συντεταγμένης τάξης της χώρας και επιδιώκει την ανατροπή ή έστω την αλλοίωσή της, για να αναγνωριστεί ως πολιτική η δράση του, δεν αρκεί μόνο η πρόθεση -γιατί ως προς την πρόθεση υποτίθεται ότι αναγνωρίζετε πως είναι πολιτικά τα κίνητρα-, αλλά καθορίζεται από το αποτέλεσμα της προσπάθειας αυτής. Δηλαδή, κρίνοντας εκ του αποτελέσματος ο Άρειος Πάγος λέει: εφόσον εσείς δεν καταφέρετε να ανατρέψετε το καθεστώς, δεν είσαστε πολιτικοί κρατούμενοι, δεν είναι πολιτική η φύση της υπόθεσής σας. Αυτό είναι μια άλλου τύπου ομολογία. Ποια; Ότι «εμείς πάμε με τον νικητή». Δηλαδή, «αν εσείς καταφέρνατε και νικούσατε, τότε θα σας αναγνωρίζαμε ως πολιτικά όντα. Δεν το καταφέρατε, άρα δεν είναι πολιτική η δράση σας. Έχετε μια μειοψηφική δράση».
Είναι λογικό μια οργάνωση όπως ο Επαναστατικός Αγώνας από μόνος του να μην μπορεί να φέρει την ανατροπή. Χρειάζονται ολόκληρες πολιτικές και κοινωνικές διεργασίες για να το καταφέρει. Αλλά αν υποθέταμε ότι ο Επαναστατικός Αγώνας κατάφερνε και ανέτρεπε το καθεστώς, αυτό τι θα σήμαινε; Ότι αυτομάτως θα μας αναγνωρίζατε ως πολιτικά υποκείμενα. Θα παύαμε να είμαστε τρομοκράτες γιατί θα είμαστε οι νικητές. Που σημαίνει τι; Ότι και αυτό το δικαστήριο όπως και όλη η κουλτούρα που υπάρχει μέσα σε αυτό το σύστημα λέει πως «πάμε με αυτόν που νικάει». Αυτό σημαίνει πως «δεν μας ενδιαφέρει η ποιότητα αυτού του συστήματος. Δεν μας ενδιαφέρει η ποιότητα αυτής της οργάνωσης. Αυτό που μας ενδιαφέρει είναι ποιος είναι από πάνω». Ο νικητής είναι που ορίζει ποιος είναι ο πολιτικός κρατούμενος, ποια είναι η πολιτική δίκη, ποιο είναι το πολιτικό υποκείμενο και ποιος είναι ο εγκληματίας, ποιος είναι ο τρομοκράτης και ποιος είναι αυτός που μπορεί να διασύρεται ως ποινικός εγκληματίας.
Για μένα θεωρείται δεδομένο πως μέσα σε μια κοινωνία όπως η δική μας, όπως αυτή που υπάρχει σήμερα, μέσα σε μια κοινωνία που κυριαρχεί το κράτος σαν μηχανισμός εξουσίας είναι αναπόφευκτο ότι οι αξίες αυτής της κοινωνίας θα ορίζονται από το ποιος νικάει. Ποιος έχει την εξουσία στα χέρια του. Αυτός δίνει νόημα στα πράγματα. Αυτός που είναι από κάτω και αγωνίζεται, θα ορίζεται από αυτούς που τον εξουσιάζουν με τους όρους που αυτοί θέτουν.
Αυτό συμβαίνει και εδώ πέρα. Δηλαδή στην πραγματικότητα και σεις οι ίδιοι, αν τυχόν μια ομάδα κατάφερνε να καταλύσει την υπάρχουσα τάξη πραγμάτων, αμέσως θα έπρεπε να αλλάξετε την στάση σας και να πείτε «ναι, είναι πολιτικά υποκείμενα».
Κατά ανάλογο τρόπο αν υποθέσουμε ότι γινόταν μια κοινωνική επανάσταση και καταφέρναμε να ανατρέψουμε αυτό το καθεστώς, αυτό το σύστημα. Σ΄ αυτή την περίπτωση μπορούμε να φανταστούμε για παράδειγμα τον Παπανδρέου να επιχειρεί να πολεμήσει αυτή την επανάσταση. Να οργανωθεί, να φέρει στρατό και να επιτεθεί ενάντια στην προσπάθειά μας την κοινωνική να ανατρέψουμε την καθεστωτική τάξη. Σ΄ αυτή την περίπτωση με βάση τη δικιά σας λογική αυτός που θα είναι ο ηττημένος, αυτός θα είναι ο τρομοκράτης, αυτός θα είναι ο εγκληματίας. Δεν υπάρχει περίπτωση αυτός να είναι πολιτικό υποκείμενο πλέον, εφόσον είναι ηττημένος. Αυτά τα συζητάμε βέβαια θεωρητικά γιατί στην περίπτωση που εμείς είμαστε οι νικητές δεν θα υπήρχε καν θέμα κατηγοριών.
Τώρα θα ήθελα να τοποθετηθώ σε σχέση με ζητήματα που έθεσε και ο σύντροφος Μαζιώτης και αφορά στο ποιος είναι αυτός που μπορεί να μιλάει για τρομοκράτες από ποια θέση μιλάει, ποιους κατηγορεί ως τρομοκράτες.
Ο Επαναστατικός Αγώνας -όπως είχαμε αναφέρει και στη δήλωσή μας την πρώτη μέρα της δίκης- είναι στην πραγματικότητα μια καθαρά πολιτική οργάνωση, έχει βαθιά κοινωνικά και ταξικά χαρακτηριστικά, αγωνίζεται για την οικονομική ισότητα και την πολιτική ελευθερία όλων των ανθρώπων.
Είναι πραγματικά εξοργιστικό -ειδικά μέσα στις συνθήκες που ζούμε σήμερα- εμείς να κατηγορούμαστε ως τρομοκράτες, τη στιγμή που όλα αυτά που συμβαίνουν γύρω μας συνιστούν ένα τεράστιο έγκλημα.
Αυτό που υπηρετεί αυτό το δικαστήριο είναι ένα οικονομικό και πολιτικό σύστημα που βρίσκεται σε βαθιά κρίση. Μια κρίση που είναι αποτέλεσμα μακροχρόνιας διαδικασίας βαθιάς καταπίεσης και εκμετάλλευσης όλης της υφηλίου και της οποίας τα αποτελέσματα βιώνουν σήμερα όλοι οι άνθρωποι. Αυτοί οι άνθρωποι, οι «αξιότιμοι κύριοι» του συστήματος, οι επενδυτές, οι βιομήχανοι, οι κεφαλαιοκράτες, στην πραγματικότητα αδιαφορούν για τη ζωή του καθένα, στην πραγματικότητα το κέρδος είναι η μόνη αξία για αυτούς. Πηγαίνουν και επενδύουν στα χρηματιστήρια που στην πραγματικότητα είναι ο ναός του χρήματος και ο μηχανισμός που νομιμοποιεί την ευθανασία ολόκληρων τμημάτων του πληθυσμού παγκόσμια. Εμείς πήγαμε σαν οργάνωση και το χτυπήσαμε το χρηματιστήριο, δεν το κρύψαμε, το παραδεχτήκαμε και καλά κάναμε -φέρνω το παράδειγμα μιας ενέργειας για την οποία εσείς μας κατηγορείτε με βάση το ποινικό σας δίκαιο. Στα χρηματιστήρια πάει ο κάθε «ευυπόληπτος» καπιταλιστής με τις σαμσονάιτ και τις γραβάτες του και για να αυξήσει το δικό του κέρδος και την δικιά του περιουσία, επενδύει σε ανθρώπινες ζωές λες και είναι τα στραγάλια. Δεν έχει καμιά σημασία γι΄ αυτόν αν επενδύει σε φιστίκια, αν επενδύει στο χρέος χωρών, αν επενδύει στο θάνατο ανθρώπων. Γιατί όποιος έχει ασχοληθεί στοιχειωδώς με αυτά τα ζητήματα -δεν χρειάζεται να έχει κανείς πτυχίο της ΑΣΟΕΕ ή τέλος πάντων, κάποιου οικονομικού πανεπιστημίου- όποιος έχει στοιχειωδώς ασχοληθεί με το τι σημαίνει στην εποχή μας επένδυση στα χρηματιστήριο, στα χρηματιστήρια τροφίμων, στα χρηματιστήρια των παραγώγων που οι ίδιοι οι μεγαλο-επενδυτές χαρακτηρίζουν ως όπλα μαζικής καταστροφής, καταλαβαίνει ότι τέτοιου είδους επενδύσεις στην πραγματικότητα έχουν σαν αποτέλεσμα το θάνατο στην κυριολεξία εκατοντάδων, χιλιάδων ανθρώπων.
Η πρόσφατη κρίση των τροφίμων το 2008, όποιος τη θυμάται, είχε κατεβάσει εκατομμύρια ανθρώπους στους δρόμους Πολλοί άνθρωποι πέθαναν. Περιθωριοποιήθηκαν παρά πολλοί. Τάξεις ολόκληρες εξαφανίστηκαν, πετάχτηκαν στο περιθώριο.
Με την κρίση που βιώνουμε σήμερα, θεωρούν οι ελίτ ότι αυτή η κοινωνική ευθανασία όπως εγώ την ονομάζω, είναι η μόνη λύση στην πραγματικότητα για να βγάλουν το σύστημα από την σαπίλα, για να του δώσουν μια ανάσα ζωής. Δηλαδή έχουν ως σκοπό να θανατώσουν, όχι μόνο να περιθωριοποιήσουν, να θανατώσουν ψυχρά ανθρώπους προκειμένου να επιβιώσουν. Το γιατί αυτό, θα το πω και στην απολογία μου. Είναι μια μεγάλη ιστορία και την ανάλυση πιστεύω πως ο Επαναστατικός Αγώνας την έχει, την έχει καταθέσει και θα την ζωντανέψουμε και εδώ μέσα.
Πιστεύω πως είναι γελοίο αυτό το σύστημα, εμάς που είμαστε αγωνιστές, που από την εφηβεία μας αγωνιζόμαστε, που οι περισσότεροι από μας έχουμε συλληφθεί, έχουν ξυλοκοπηθεί, έχουμε συρθεί στα δικαστήρια πόσες φορές για αγώνες, για καταλήψεις, για πορείες, για ένα σωρό δραστηριότητες που αφορούν τον κοινό αγώνα στους δρόμους, εμάς που αγωνιστήκαμε μέσα στα πλαίσια του Επαναστατικού Αγώνα που επαναλαμβάνω, είναι μια πολιτική και με βαθιά κοινωνικά και ταξικά χαρακτηριστικά οργάνωση, εμάς που στην πραγματικότητα σταθήκαμε με ουσιαστικό τρόπο κοντά στους προλετάριους, που σταθήκαμε με ουσιαστικό τρόπο πλάι στους φτωχούς, που σταθήκαμε απέναντι στο κεφάλαιο, απέναντι στην εξουσία, που σταθήκαμε απέναντι στους πραγματικούς εγκληματίες, να μας κατηγορεί ως «τρομοκράτες». Είναι γελοίο να είμαστε εμείς αυτοί που μπήκαμε φυλακή, να διακυβεύεται η ίδια μας η ζωή, να διακυβεύεται να ξαναμπούμε φυλακή για πάρα πολλά χρόνια.
Στην πραγματικότητα αυτό εδώ το δικαστήριο δεν πιστεύω πως είναι αμερόληπτο. Γίνεται μια ειδική δίκη, σε ένα ειδικό χώρο, κάτω από ειδικές συνθήκες, χωρίς ΜΜΕ τα οποία αποβάλλονται από τις διαδικασίες, χωρίς δυνατότητα να υπάρξουν πρακτικά τα οποία αφορούν την καταγραφή μιας ιστορικής διαδικασίας. Αυτό από μόνο του δείχνει ότι υπάρχει μια προμελέτη σε σχέση με αυτή την δίκη. Πιστεύω ότι παρόλο που δεν έχετε τη δυνατότητα να μας καταδικάσετε για επιμέρους ενέργειες, γιατί όλοι γνωρίζουν τι στοιχεία υπάρχουν και για εμάς τους τρεις που μας κατηγορείτε ως «αρχηγούς» της οργάνωσης, εμένα το Μαζιώτη και τον Γουρνά, τελικά θα μας καταδικάσετε. Εμείς έχουμε αναλάβει την πολιτική ευθύνη, έχουμε πει ότι είμαστε περήφανοι για την συμμετοχή μας, θα το επαναλάβουμε ξανά και ξανά. Αλλά όσον αφορά τις ενέργειες στοιχεία δεν υπάρχουν.
Όσον αφορά το θέμα της αρχηγίας έχω να επισημάνω το εξής: Εμείς είμαστε αναρχικοί και ως αναρχικοί όχι μόνο δεν δεχόμαστε την ιεραρχία, αλλά την απεχθανόμαστε κιόλας. Βέβαια πιστεύω, πως κάθε επαναστατική οργάνωση που δρα στο πλαίσιο του επαναστατικού αντάρτικου πόλης, δεν έχει ιεραρχία.
Εμείς παλεύουμε για να μην υπάρχει ιεραρχία στην κοινωνία. Δεν θα υπήρχε περίπτωση να φτιάξουμε μια οργάνωση η οποία θα είχε στο εσωτερικό της τις κοινωνικές δομές που υποτίθεται, παλεύουμε να ανατρέψουμε. Πιστεύω ότι ο Επαναστατικός Αγώνας στην πραγματικότητα είναι μια μικρογραφία αυτού που θέλουμε να περάσουμε ως μοντέλο κοινωνικής οργάνωσης, δηλαδή μιας οργάνωσης οριζόντιας, χωρίς αρχηγούς, χωρίς εξουσιαστές, χωρίς εξουσιαζόμενους.
Παρόλο που ούτε για την κατηγορία της «αρχηγίας» υπάρχει στην πραγματικότητα δυνατότητα να μας καταδικάσετε, θα το κάνετε. Η απόφαση να μας προσάψετε αυτή την κατηγορία είναι πολιτική. Και όσον αφορά τον Γουρνά, αυτός προέκυψε στην πορεία ως αρχηγός, δεν ήταν από την αρχή. Που σημαίνει τι; Ότι ανέλαβε την πολιτική ευθύνη ο Γουρνάς, άρα συμπεριλαμβάνεται σε αυτούς που είναι αρχηγοί γιατί σηκώνει έτσι το πολιτικό βάρος μιας οργάνωσης. Εγώ σας λέω ότι αν υπήρχαν άλλοι πέντε που αναλάμβαναν, και αυτούς αρχηγούς θα τους βάζατε. Και θα μιλούσαμε πλέον για τι; Για μια οριζόντια αρχηγική οργάνωση. Έτσι;
Ένα άλλο πράγμα που θέλω να επισημάνω είναι το εξής: Όπως γνωρίζει το πανελλήνιο, τον Μαζιώτη και μένα κατ΄ επέκταση, μας παρακολουθούσαν από το 2002 που είχε αποφυλακιστεί ο σύντροφός μου μέχρι προσφάτως. Έχουν γίνει πολλές εκπομπές στην τηλεόραση για το λόγο αυτό. Δηλαδή ότι υπήρξε μια μακροχρόνια παρακολούθηση αυτών των δύο, κυρίως του Μαζιώτη -αλλά ζούσαμε μαζί oπότε κατ΄ επέκταση και μένα-, και δεν είχε παρουσιαστεί κανένα στοιχείο ούτε για την οργάνωση μας ούτε για τίποτα. Θέλω να πω το εξής: Πιστεύω ότι τελικά θα καταδικαστούμε και για την αρχηγία και για τις ενέργειες. Πιστεύω ότι είναι πολιτική απόφαση αυτή γιατί δεν μπορείτε να πείτε ότι «βγαίνουν αυτοί οι κύριοι, αναλαμβάνουν, μιλάνε δημόσια για τις θέσεις τους, υπερασπίζονται ενέργειες τέτοιου είδους και θα αφήσουμε να φύγουν με μια απλή συμμετοχή»,
Έχετε εντολή πιστεύω για την καταδίκη. Και θέλω να επισημάνω το εξής: ότι αυτή η απόφαση που θα βγει, θα είναι καταδικαστική και θα μας ρίξετε εκατοντάδες χρόνια φυλακή, θα δημιουργήσει ένα πολιτικό προηγούμενο. Το πολιτικό αυτό προηγούμενο ποιο είναι; Ότι όλοι αυτοί οι «κύριοι», πρώην υπουργοί Δημοσίας Τάξης , πρώην και νυν διευθυντές και διοικητές μυστικών υπηρεσιών και της αντιτρομοκρατικής, διάφοροι πράκτορες της CIA που μας παρακολουθούσαν κατά διαστήματα -για πόσο χρονικό διάστημα δεν μπορώ να γνωρίζω κιόλας-, όλες τέλος πάντων μυστικές υπηρεσίες της Ελλάδας, κάποιες του εξωτερικού, πολιτικοί παράγοντες της Ελλάδας, πρώην υπουργοί, κατ΄ επέκταση και οι ίδιες οι κυβερνήσεις στην πραγματικότητα είναι ανίκανες τελείως όσον αφορά στο θέμα της ασφάλειας. Δηλαδή τι; Σου λέει «είχατε τους αρχηγούς από το 2003 που ξεκίνησε η οργάνωση, τους παρακολουθούσατε συνεχώς και τι κάνατε; Τίποτα! Αυτοί δρούσαν ανενόχλητοι όλα αυτά τα χρόνια». Δηλαδή, ως «αρχηγοί» πηγαίναμε, οργανώναμε, πραγματοποιούσαμε, γράφαμε, σηκώναμε όλο το βάρος μιας οργάνωσης και από πίσω μας υπήρχαν ορδές μυστικών πρακτόρων και αστυνομικών.
Αυτά όλα δεν είναι πράγματα τα οποία τα λέω από την εμπειρία μου. Είναι καταγεγραμμένα σε κανάλια, σε τηλεοπτικούς εκπομπές, σε ραδιοφωνικές εκπομπές. Και ο Μαρκογιαννάκης που ήταν πρώην υπουργός Δημοσίας Τάξης είχε αναλάβει να σηκώσει όλο το βάρος, να υπερασπίσει τις μυστικές υπηρεσίες της Ελλάδας και την αντιτρομοκρατική σε όλο το χρονικό διάστημα που προηγείται των συλλήψεών μας όσον αφορά τις παρακολουθήσεις και να πει ότι δεν διεκόπη ούτε στιγμή η παρακολούθησή μας.
Εγώ θα κάνω την εξής πρόκληση και θα πω: Φέρτε τους εδώ. Να τους καλέσουμε. Να καλέσουμε εδώ τον Μαρκογιαννάκη, να καλέσουμε τον Κοραντή, να καλέσουμε τον Χωριανόπουλο-αναφέρεται ο Χωριανόπουλος μέσα στις συνεντεύξεις του Μαρκογιαννάκη-να καλεστούν όλοι αυτοί οι «κύριοι». Καλέστε τον πρώην πρέσβη που ήταν όταν χτυπήθηκε η αμερικάνικη πρεσβεία. Να καλεστούν πράκτορες της CIA που μας παρακολουθούσαν. Να καλεστούν όλοι αυτοί οι «κύριοι» εδώ πέρα και να πουν δημοσίως -εμένα θα ήταν μεγάλη μου χαρά, πραγματικά σας διαβεβαιώνω- ότι «εμείς κύριοι, τους παρακολουθούσαμε όλα αυτά τα χρόνια, μας φεύγανε για μεγάλα διαστήματα» -γιατί για να οργανωθεί μια ενέργεια της οργάνωσης χρειάζεται χρόνος, δεν γίνεται μέσα σε μια στιγμή-, «μας έφευγαν, εξαφανίζονταν, γίνονταν χτυπήματα και μετά ξαναγυρνάγανε και εμείς απλώς δεν κάναμε τίποτα». Δηλαδή, τους κουρελιάσαμε τα μέτρα ασφαλείας τελείως, τους ξεφτιλίσαμε. Να έρθουν να το πουν δημοσίως και εγώ σας διαβεβαιώνω ότι για τις ενέργειες αυτές που θα το πούνε θα τις αποδεχτώ. Θα αποδεχτώ και το μέρος που αφορά τις ενέργειες αυτές καθ΄ αυτές. Φέρτε τους εδώ. Χαρά μου είναι ως επαναστάτρια να ξεφτιλιστεί δημόσια το καθεστώς και να πει ότι είχαμε τους συγκεκριμένους (πρόκειται για πρωτοφανές φαινόμενο στα χρονικά του επαναστατικού κινήματος παγκοσμίως), μας ξεφτιλίσανε όλους και πήγανε και τα κάνανε. Εγώ σας διαβεβαιώνω ότι θα αναλάβω και τις ενέργειες.
Πόλα Ρούπα