Κατανοητό το εισαγγελικό πάθος για πάση θυσία καταδίκες για όλους τους κατηγορούμενους, αλλά θα έπρεπε να υπάρχει τουλάχιστον ένα επίπεδο σοβαρότητας και μια επίφαση αμεροληψίας. Ο εισαγγελέας της έδρας του τρομοδικείου που δικάζει την υπόθεση του Επαναστατικού Αγώνα, Αντ. Λιόγας, για μια ακόμη φορά κατάφερε να εκτεθεί ανεπανόρθωτα, αποκαλύπτοντας ταυτόχρονα την κενότητα του κατηγορητήριου. Με ήπιο –όπως πάντοτε– τόνο, συνέστησε στους μάρτυρες υπεράσπισης του Βαγγέλη Σταθόπουλου να μην αναφέρονται μόνο στη δράση του στο πλαίσιο του αναρχικού κινήματος, αλλά να μιλήσουν και για τις κατηγορίες που αυτός αντιμετωπίζει. Εσπευσε, δε, να διευκρινίσει τι εννοεί: Κατηγορείται ο Σταθόπουλος ότι έφυγε ένα πρωί από το σπίτι του και πήγε στον Υμηττό για καφέ. Δεν τον ρώτησε ο μάρτυρας ή η μάρτυρας «ρε Βαγγέλη, πήγες όντως εκείνο το πρωί στον Υμηττό;»!
Ας κάνουμε εμείς την υπόθεση, ότι οι φίλοι και σύντροφοι του Σταθόπουλου παρήλαυναν από το δικαστήριο και κατέθεταν ότι ρώτησαν το φίλο και σύντροφό τους και αυτός τους είπε ότι ποτέ δεν πήγε στην Καισαριανή για καφέ με τον Μαζιώτη ή ότι την τάδε μέρα και ώρα ο Σταθόπουλος έπινε καφέ μαζί τους και άρα δε θα μπορούσε να βρίσκεται εκεί που λέει το κατηγορητήριο. Τι θα έλεγε τότε ο εισαγγελέας; Θα προσπαθούσε να τους απαξιώσει, να τους βγάλει ψευδομάρτυρες. Αν μεν επικαλούνταν τη διαβεβαίωση του ίδιου του Σταθόπουλου, ο εισαγγελέας θα υποστήριζε ότι αυτή δεν έχει καμιά αξία, γιατί θα μπορούσε να τους έχει πει ψέματα για να υπερασπιστεί τον εαυτό του. Στην καλύτερη περίπτωση θα τους έβγαζε άχρηστους ως μάρτυρες, γιατί δεν γνωρίζουν πρωτογενώς αυτά που κατέθεσαν. Αν έλεγαν ότι την τάδε μέρα και ώρα ήταν οι ίδιοι μαζί με τον Σταθόπουλο, θα τους τάραζε στις ερωτήσεις για το πώς είναι δυνατόν να θυμούνται με ακρίβεια τη συγκεκριμένη μέρα και ώρα, όταν στο μεταξύ συναντήθηκαν δεκάδες φορές με τον φίλο τους. Γιατί θυμούνται ειδικά αυτή τη μέρα και ώρα, που τυχαίνει να αναφέρεται στο κατηγορητήριο;
Στην πραγματικότητα, ο εισαγγελέας ζήτησε από τους μάρτυρες να εμφανιστούν ως φανερά κατασκευασμένοι, για να μπορέσει να τους ακυρώσει. Εκανε και κάτι ακόμη, όμως. Με όσα είπε υιοθέτησε τα όσα αναφέρει το κατηγορητήριο και ζήτησε από τους μάρτυρες να τα διαψεύσουν! Κι αυτό αποτελεί τον ορισμό της προκατάληψης, διότι θεωρείται ισχυρή η κατηγορία και καλείται ο κατηγορούμενος ν’ αποδείξει ότι δεν ισχύει και όχι η κατηγορούσα αρχή ν’ αποδείξει ότι ισχύει.
Δεν είδαμε τον κ. Λιόγα να δείχνει την ίδια ζέση όταν κατέθετε ο περιβόητος Παπαθανασάκης, ο τμηματάρχης της Αντιτρομοκρατικής, και φλόμωνε στο ψέμα το δικαστήριο, επικαλούμενος αναφορές υφισταμένων του, τους οποίους αρνιόταν να κατονομάσει, επικαλούμενος υπηρεσιακά σημειώματα τα οποία… καταστρέφονταν αμέσως, χωρίς να μπαίνουν σε κανέναν φάκελο. Δεν τον ακούσαμε τότε να λέει στον Παπαθανασάκη, όπως θα έλεγε κάθε άνθρωπος που ενδιαφέρεται για την ανακάλυψη της αλήθειας: «Αφού όσα καταθέτετε, κύριε μάρτυρα, τα πληροφορηθήκατε από αναφορές υφισταμένων σας, οι οποίες δεν υπάρχουν με τη μορφή υπηρεσιακών εγγράφων, έχετε υποχρέωση να μας πείτε τα ονόματά τους, ώστε να τους καλέσουμε εδώ και να τους υποβάλουμε στη βάσανο της επ’ ακροατηρίω εξέτασης. Οσα μας λέτε εσείς δεν έχουν καμιά αξία, γιατί τα γνωρίζετε δευτερογενώς».
Continue reading →